Εξώφυλλο βιβλίου Χρονοκαταφύγιο εν μέσω άλλων βιβλίων

«Χρονοκαταφύγιο» του Georgi Gospodinov | κριτική

«Χρονοκαταφύγιο» του Georgi Gospodinov σε μετάφραση Αλεξάνδρα Ιωαννίδου | Εκδόσεις Ίκαρος

«Χρονοκαταφύγιο», είναι ο τίτλος του καινούργιου βιβλίου του Βούλγαρου συγγραφέα, Georgi Gospodinov: Μυθιστόρημα συλλογισμών, στοχασμών, εκμυστηρεύσεων, εξομολογήσεων, αναφορών και θεωρήσεων σχετικά με τις έννοιες χρόνος, ατομική συλλογική εγγραφή της μνήμης, παρελθόν και μέλλον της Ευρώπης. Μυθιστόρημα, φόρος τιμής, προς τους συγγραφείς και πρωτοπόρους δασκάλους του είδους. Ακουμπά στον κύκλο της ανάμνησης και της λήθης, εννοιών που ανιχνεύονται στην θεματολογία συγγραφέων, φιλοσόφων, ποιητών και οραματιστών καλλιτεχνών, σε ευρύ χρονικό πεδίο.

Το βασικό πρόσωπο– αφηγητής του βιβλίου [με την αφιέρωση, «Στη μητέρα και στον πατέρα μου που ακόμα ξεχορταριάζουν τα αιώνια χωράφια με τις φράουλες των παιδικών μου χρόνων»], σχηματοποιείται στην βάση μιας ετερο-ταυτοπροσωπίας. Μία επιλογή η οποία σηματοδοτείται στην υπέρβαση των ορίων του χρόνου και των μηχανισμών που κρυσταλλώνουν αιώνες, εποχές, δεκαετίες, χρονολογίες, ημερομηνίες, όπως μαρκάρουν τα ιστορικά γεγονότα πάνω στην ατομική εμπειρία και γνώση.

Ο συγγραφέας επινοεί το υπαρκτό πρόσωπο με το οποίο συνδιαλέγεται. Είναι αυτός ο ίδιος και ο Γκαουστίν, (σύμπτηξη των ονομάτων Αυγουστίνος/Αυγκουστίν και Γκαριμπάλντι) «Έτσι συνδυάστηκε ο πρώιμος θεολογικός λόγος με την όψιμη επαναστατικότητα». Σελ. 27), ένα Alter ego του, ως προγενέστερος και άχρονος περιπλανητής στο πέρασμα των αιώνων: στοχαστής, δημιουργός, συνομιλητής, εισηγητής και χαρτογραφητής ενός σχεδίου ανάκτησης της μνήμης, διά της επιλογής των ευχάριστων αναμνήσεων.

Τα δύο πρόσωπα συνεργάζονται προκειμένου να εφαρμοστεί και επεξηγηθεί το φανταστικό -επιστημονικό πείραμα μιας θεραπείας καταπολέμησης της πρώιμης ή προχωρημένης λήθης, σύμπτωμα της νόσου της αμνησίας, καταφεύγοντας στην ανάμνηση και στις περασμένες δεκαετίες, οι οποίες έχουν εγγραφεί στην υγιή και νωπή μνήμη της νεότητας του κόσμου ή μεμονωμένων ανθρώπων-ασθενών. Με την ίδρυση μιας κλινικής η οποία στρωματοποιείται σε ορόφους δεκαετιών, επιχειρείται η διεκδίκηση κατοχύρωσης της μνήμης διά των σπινθήρων-εικόνων του παρελθόντος που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε νέες συνάψεις, ενεργοποιώντας κύτταρα της απολεσθείσας μνήμης των ανθρώπων.

«Χρονοκαταφύγιο»

Εξώφυλλο βιβλίου Χρονοκαταφύγιο

Πολυεπίπεδη και διακοπτόμενη αφήγηση, εξελίσσεται σε διαφορετικούς χρόνους και εκδοχές οπτικής, ερμηνεύοντας πολλές σελίδες του ευρωπαϊκού -κυρίως- μυθιστορήματος, αναθεωρώντας κάποιες εκδοχές των μυθιστοριογράφων. Διακειμενικές αναγνώσεις, αναφορές σε συγγραφείς, ζωγράφους, ποιητές, σε λογοτεχνικά- θεατρικά έργα, ιδωμένα κάπως λοξά και μετασχηματισμένα στο φίλτρο της προσωπικής πρόσληψης, δίνουν στο βιβλίο έναν προσωπικό τόνο, στην οπτική συνέχειας μιας συνομιλίας, αρχινισμένης αιώνες πριν και σε εξέλιξη.

Οι ήρωες γεννιούνται σχεδόν ταυτόχρονα με την αφετηρία της ιστορίας και ονοματίζονται, παράλληλα με αυτήν, σε διάφορα στιγμιότυπα, δίνοντας μια ψευδαισθητική εντύπωση εισχώρησης στου αναγνώστη στο εργαστήριο του συγγραφέα, κατά την στιγμή της σύλληψης μιας ιδέας, ενός ονόματος. Τα πρόσωπα έχουν ονόματα μυθιστορηματικών προσωπικοτήτων, ηρώων και ηρωίδων, ή αναφέρονται απλώς με το αρχικό γράμμα, όπως στα μυθιστορήματα του Φραντς Κάφκα. Αλλού η διασύνδεση υπαινίσσεται κάποια μετατροπία, ανασχηματίζοντας την εικόνα κάποιας σκηνής από σημαντικά έργα, των Μάρκες, Χεμινγουέη, Τολστόι, Προυστ, Ομήρου κ.ά. Σκηνές από βιβλία και ταινίες, εικόνες και πρόσωπα ενσωματωμένα στην ατομική-συλλογική πολιτισμική ύλη, κυρίαρχα στις σκέψεις και το υπόβαθρο του βιβλίου, περιγράφουν την συνέχεια μιας αέναης διαδικασίας ανάγνωσης –ερμηνείας των εμβληματικών έργων τέχνης και του κόσμου. Φωτίζονται από τις προσωπικές αναμνήσεις του συγγραφέα, δίνοντας στις παρατηρήσεις την εντύπωση μεταφοράς ενός ολογράμματος.

Στην ροή της αφήγησης ενσωματώνονται συζητήσεις, διάλογοι, εσωτερικές σκέψεις, περιγραφές, επιστολές, φωτογραφίες, σχολικές και άλλες αναμνήσεις, ήρωες παραμυθιών, μοτίβα μύθων, τύποι κοινωνικών εκδηλώσεων, αποσπάσματα από βιβλία, ποιήματα, τραγούδια και κάποιες λέξεις σε άλλες γλώσσες, προκειμένου να περιγραφούν καταστάσεις, να διασαφηνιστούν οι προθέσεις και οι συνδέσεις των νημάτων του μυθιστορήματος. Τεκμήρια ύπαρξης, λεπτομερείς αναφορές, ειδήσεις, εφημερίδες, αντικείμενα, πίνακες ζωγραφικής, αλλά και μυρωδιές, φαγητά, χειρονομίες, στιγμιότυπα ζωής νεανικών – γεροντικών συμπεριφορών, δίνουν στο βιβλίο την αξία ενός χρονικού, εγγεγραμμένου στον απόηχο της σκοτεινής σαγήνης της αντιφατικής έλξης του παρελθόντος.

Μελαγχολικό χιούμορ, κριτική, κοινωνικά και πολιτικά σχόλια, αλληγορίες, τραγικές ειρωνείες της ζωής, συμπτώσεις της μοίρας κάποιων προσώπων, επισημάνσεις και παραπομπές, δίνουν μία πυκνότητα στο βιβλίο. Σχηματοποιούνται όλα στο ταξίδι αναζήτησης του συγγραφέα, χρωματίζοντας το υλικό της τριτοπρόσωπης και πρωτοπρόσωπης αφήγησης, ως παρατήρηση, εντύπωση και βίωμα. Ύφος ζωηρό, ρυθμός εσωτερικής έντασης, χιούμορ και εσωστρέφεια, είναι διακριτά στην έκθεση του αφηγηματικού υλικού, διαρθρωμένου αριθμητικά σε πέντε μέρη.

Αισθητική και θεωρία, πολιτική και εξουσία, ατομικό και συλλογικό πεπρωμένο, αντιφάσεις και διεκδικήσεις, τέχνη και πραγματικότητα, Ιστορία και ανάμνηση, συλλογικοί μύθοι και οράματα, νοσταλγία και μνήμη, ανάμνηση και ομορφιά, ψηφιακός και αναλογικός κόσμος, εποχές, φάσεις ανάπτυξης, στιγμιότυπα της καθημερινής ζωής, ήθη και έθιμα, θρύλοι, ήρωες, κατορθώματα, παραδόσεις, αλλά και σκηνοθετημένες φιέστες αναβίωσης ιστορικών συμβάντων-επετείων, διαδικασία ενίσχυσης της συναισθηματικής μνήμης, μορφοποίησης του συλλογικού αφηγήματος αλλά και αναπροσαρμογής του φρονήματος, εξετάζονται με μια ματιά μελαγχολική και απαισιόδοξη.

Ευρώπη και λογοτεχνία, έθνη, κράτη, παρελθόν μνήμης και ο παρόν -ιστορικός- χρόνος εξέλιξης, νεότητα, γηρατειά, υγεία, ασθένεια, ομορφιά, νοσταλγία, ανάμνηση οικειότητα, γλώσσα, ιδεολογίες, πόλεις, μνημεία, πλατείες, βιβλιοθήκες, μουσεία, μοναστήρια, συνδεδεμένα με ιστορικές συγκυρίες, επιστρατεύονται ως θεματολογία αναφοράς, προκειμένου να αποδοθούν οι συστηματικές και λανθάνουσες εγγραφές που ορίζουν το παρόν, το παρελθόν και προαναγγέλουν το μέλλον του κόσμου.

Η ιδέα του δημοψηφίσματος ανά χώρα-περιοχή στην Ευρώπη και οι αγαπημένες δεκαετίες -χρονοκαταφύγια- των ευρωπαϊκών κρατών, αποτυπώνονται σε απτό -επινοημένο και πραγματικό- γενικευμένο σχήμα μελλοντικής προοπτικής. Οι διαφορετικές χρονολογίες και δεκαετίες που επιλέγονται, καταδεικνύουν και τις αντιθέσεις, τους διαχωρισμούς, τις ανισότητες εξέλιξης των λαών της Ευρώπης (κέντρο- περιφέρεια, Βορράς-Νότος, Ανατολή-Δύση). Αυτά τα διαστήματα των διαφορετικών χρόνων που συγκεντρώνονται ως εποχές στιγμάτων μαζικής ευτυχίας, αποκαλύπτουν τα διανύσματα των διαφορετικών ταχυτήτων τα οποία οριοθετούν την αφετηρία εκκίνησης, τον στόχο -τέρμα. Αυτά τα σημάδια εγκλωβισμών, εμμονών, συσσωρευμένα στην ανάμνηση, την ποιότητα και το βάρος των ιστορικών συγκυριών, διευκρινίζοντας ή καθρεφτίζοντας την νεανική ηλικία κάθε κράτους, είναι στοιχεία που προσδιορίζουν εν πολλοίς την ιδιοτυπία της ταυτότητας των λαών της γηραιάς Ηπείρου.

Χρόνος συλλογικός, ατομικός-προσωπικός, δυναμικός και στατικός, ταυτότητα, πόλεμος, αισθητική, μνήμη, ανάμνηση, παρελθόν, μέλλον, λήθη, διασυνδέονται, συγχέονται αλληλεπιδρούν, αντανακλούν το υποκειμενικό αίσθημα και εγγενές αισθητήριο. Γίνονται, στο βλέμμα αυτού που κοιτάζει, ύλη της ατομικής και συλλογικής περιπέτειας και υλικό μιας διαρκούς και εν εξελίξει συνομιλίας για τις προοπτικές ανάκτησης των εγγραφών του παρελθόντος μέλλοντος.

«Χρονοκαταφύγιο» Αποσπάσματα

«Θυμάμαι πόσα χρόνια στη σειρά έπεφτα να κοιμηθώ νωρίς…
Θυμάμαι την πρώτη φορά που έφεραν στο χωριό πάγο και ο πατέρας μου με πήγε στον Τσιγγάνο…έχω ξεχάσει το όνομά του.
Θυμάμαι μια τρομακτική χειμωνιάτικη ανεμοθύελλα και ένα κερί που φώτιζε στο σπίτι, το κερί ήταν αναμμένο… Θυμάμαι ένα τριαντάφυλλο να το κοιτάω κατάματα, έχουμε το ίδιο ύψος.
Θυμάμαι πώς στάζει από υγρασία η χλαίνη στα χαρακώματα κάποιου πολέμου, καπνίζω βαριά τσιγάρα. Κάθομαι σε μια παμπ στην 52η οδό, μπερδεμένος, ανασφαλής… Ή δένω τα σανδάλια μου και σηκώνω ψηλά την ασπίδα μου που λάμπει στον ήλιο.
Λένε πως η ζωή μου ήταν εντελώς διαφορετική.
Συμφωνώ, για να μην τους εκνευρίσω. Εγώ όμως άλλη ζωή δεν έχω». Σελ. 358

«11
Σύνδρομο του απόντος.
Υπάρχουν τόσα και τόσα μέρη που δεν βρίσκομαι. Δεν βρίσκομαι στη Νάπολη, στην Ταγγέρη, στην Κοΐμπρα, στη Λισαβόνα, στη Νέα Υόρκη, στο Γιάμπολ, και στην Κωνσταντινούπολη. Όχι μόνο λείπω, αλλά λείπω και με πόνο. Λείπω ένα βροχερό απομεσήμερο στο Λονδίνο, λείπω από τον καύσωνα ενός απογεύματος στη Μαδρίτη, λείπω από το Μπρούκλιν το φθινόπωρο, λείπω από τους άδειους κυριακάτικους δρόμους της Σόφιας ή του Τορίνο, από τη σιωπή μιας βουλγαρικής κωμόπολης του 1978…
Λείπω τόσο πολύ. Ο κόσμος είναι γεμάτος από την απουσία μου. η ζωή είναι εκεί όπου δεν βρίσκομαι. Όπου και να βρίσκομαι…
Και δεν είναι μόνο ότι λείπω γεωγραφικώς, δεν απουσιάζω μόνο στον χώρο. Παρόλο που ο χώρος και η γεωγραφία δεν ήταν ποτέ μόνο χώρος και γεωγραφία.
Λείπω από το φθινόπωρο του 1989 και από εκείνον τον τρελό Μάη του 1968, κι εκείνο το κρύο καλοκαίρι του 1953. Λείπω από τον Δεκέμβρη του 1910, από το τέλος του 20ου αιώνα αλλά και από τη δεκαετία του ’80, την πνιγμένη στην ντίσκο που εγώ προσωπικά μισώ.
Ο άνθρωπος δεν είναι φτιαγμένος για να ζει κλεισμένος σε ένα σώμα και σε ένα συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο.
(Γκαουστίν, Νέες και επικείμενες διαγνώσεις)». Σελ. 289 -290

«Θυμάμαι πώς ως παιδιά παίζαμε το «Κράτη». Σχεδιάζεις έναν κύκλο, ο καθένας επιλέγει από ένα κράτος μέσω μιας ειδικής αρίθμησης (Ω-ω-ω, το τόπι γυρίζει ποια χώρα διαλέγεις πρώτα εσύ…), φωνάζουμε «Να νικήσει, να νικήσει…». Η Γαλλία, για παράδειγμα. Όλοι απομακρύνονται και η Γαλλία φωνάζει «Στοπ», και πρέπει να πει πόσα βήματάκια θα χρειαστούν για να φτάσει σε κάποιο από τα άλλα κράτη. (…).
Το κορίτσι που είχα κρυφά ερωτευτεί πάντα διάλεγε την Πορτογαλία. Εγώ επομένως διάλεγα την Ισπανία, για να βρίσκομαι κοντά της. (…).
Τι ξέραμε γι’ αυτήν; Ήταν στην άκρη της Ευρώπης, μικρή, στριμωγμένη σε έναν τοίχο δίπλα στον ωκεανό. Μια χώρα δυσδιάκριτη. Άλλωστε αυτή δεν ήταν που είχε διαλέξει για λόγους εχεμύθειας ένα συνθηματικό όνομα που θύμιζε πορτοκάλι; (…).
Η πορτοκαλένια Πορτογαλία, έτσι την έλεγα. Μ’ αυτό το όνομα έμεινε στη μνήμη μου». Σελ. 271-272

«Υπάρχουν λέξεις που ανοίγουν ξαφνικά απρόσμενες πόρτες προς άλλες εποχές». Σελ. 96

«Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως δυο ανακαλύψεις του 20ου αιώνα, που συνδέονται άμεσα με τον χρόνο, έλαβαν χώρα εδώ, στην Ελβετία. Η θεωρία της σχετικότητας του Αϊνστάιν και το Μαγικό Βουνό του Τόμας Μαν». Σελ. 37

«Στέκομαι και παρατηρώ το βουλγαρικό παρελθόν μου που φεύγει μαζί με αυτούς τους ανθρώπους, που έφτασαν εδώ στο τέλος της ζωής τους». Σελ. 67

«Αν κανείς κάνει τον κόπο να διαβάσει ως λογοτεχνήματα όλες αυτές τις χιλιάδες σελίδες που γράφτηκαν κατά τη διάρκεια των δεκαετιών ’50, ’60, ’70 και ’80 από διάφορους πράκτορες που άκουγαν και σημείωναν, σίγουρα θα προκύψει ένα μεγάλο βουλγαρικό μυθιστόρημα για κείνη την εποχή. Τόσο φτωχό και ατάλαντο όσο και η ίδια η εποχή». Σελ. 70

«Χρόνια αργότερα, όταν πολλές από τις αναμνήσεις του θα είχαν πετάξει μακριά και θα είχαν σκορπίσει σαν τρομαγμένα περιστέρια, αυτός ακόμα θα μπορούσε να επιστρέφει σ’ εκείνο το πρωινό που τριγυρνούσε άσκοπα στους δρόμους της Βιέννης, και ένας άστεγος με μουστάκι σαν του Μαρκές πουλούσε εφημερίδες στο πεζοδρόμιο, κάτω από τον πρωινό μαρτιάτικο ήλιο. Είχε σηκωθεί άνεμος και μερικές εφημερίδες υψώθηκαν στον αέρα». Σελ.18
«Μερικές φορές είναι πιο δύσκολο να ξεχάσεις από το να θυμηθείς». Σελ.305
«Όταν γράφω ξέρω ποιος είμαι, αλλά όταν σταματάω, τότε δεν είμαι και τόσο σίγουρος». Σελ. 310

«Μια τέτοια Ευρώπη, νομίζω, ονειρευόμασταν ο Γκαουστίν κι εγώ, με μικρές πλατείες γεμάτες κουβεντολόι. Τα πρωινά να είναι αυστρο-ουγγρικά, ενώ οι νύχτες ιταλικές. Η μελαγχολία και η νοσταλγία γι’ αυτήν την Ευρώπη – βουλγαρικές». Σελ.295

«48
Το σύνδρομο του μη ανήκειν
Δεν σου ανήκει καμία εποχή, κανένας τόπος δεν είναι δικός σου. Αυτό που ψάχνεις δεν σε ψάχνει, εκείνο που ονειρεύεσαι δεν σε ονειρεύεται. Ξέρεις πως κάτι ήταν δικό σου σε άλλο χρόνο και άλλη εποχή, γι’ αυτό όλο και προσπερνάς τα παλιά δωμάτια και τις ημέρες. Αν όμως είσαι στο σωστό μέρος, είναι άλλη η εποχή. Αν είσαι στη σωστή εποχή, είναι άλλο το μέρος. Ανίατη κατάσταση.
Γκαουστίν, Νέες και επικείμενες διαγνώσεις.». σελ. 355-356

«Κάπου στις Άνδεις πιστεύουν ακόμα και σήμερα πως το μέλλον είναι πίσω σου. Έρχεται ξαφνικά και απρόσμενα πίσω από την πλάτη σου, ενώ το παρελθόν βρίσκεται συνεχώς μπροστά στα μάτια σου, έχει ήδη συμβεί. Όταν μιλούν για παρελθόν, οι άνθρωποι της φυλής Αϋμάρα δείχνουν με το χέρι μπροστά τους. Περπατάς προς τα εμπρός με το βλέμμα στραμμένο στο παρελθόν και στρέφεσαι πίσω προς το μέλλον. Ποια θα ήταν η παραβολή για τη γυναίκα του Λοτ σε αυτή την περίπτωση;
Προχωράμε προς τα εμπρός και μπαίνουμε στα ατελείωτα Ηλύσια Πεδία του παρελθόντος.
Προχωρώ μπροστά και μεταμορφώνομαι σε παρελθόν». Σελ. 336-337

«Το παρελθόν δεν υπάρχει πλέον, ενώ το μέλλον δεν υπάρχει ακόμα, λέει ο Άγιος Αυγουστίνος στο 11ο κεφάλαιο των Εξομολογήσεων. Σε αυτό το ακόμα υπάρχει παρηγοριά, μπορεί να μην υπάρχει αλλά θα έρθει. Τι κάνουμε όμως, όταν και το μέλλον δεν υπάρχει πλέον; Πόσο διαφορετικό είναι το μέλλον που ακόμα δεν υπάρχει από εκείνο που δεν υπάρχει πλέον; Πόσο διαφορετική είναι αυτή η μη ύπαρξη. Η πρώτη είναι γεμάτη υποσχέσεις, η δεύτερη είναι η αποκάλυψη…
Γκαουστίν, Σημειώσεις για το τέλος του χρόνου». Σελ.321

«Ο αόρατος φίλος, πιο ορατός και αληθινός και από μένα τον ίδιο. Ο Γκαουστίν της νιότης μου. Ο Γκαουστίν του ονείρου να είμαι άλλος, κάπου αλλού, να κατοικώ σε άλλο χρόνο και σε άλλα δωμάτια». Σελ. 23

«Λότε, ρώτησα χωρίς εισαγωγή, ποια δεκαετία θα διαλέγατε, τη δεκαετία του ’60, του ’70 ή του ’80;
Σκέφτηκε λίγο και μου έδωσε την πιο ακριβή απάντηση που μπορεί να δώσει κανείς σε ένα ερώτημα σαν κι αυτό: Θα ήθελα να ήμουν δώδεκα χρονών σε καθεμιά απ’ αυτές τις δεκαετίες». Σελ. 102

«Το παρελθόν δεν είναι μόνο αυτό που σου συνέβη. Μερικές φορές είναι και εκείνο που γράφτηκε από μόνο του». Σελ. 58

«Ούτως ή άλλως δεν υπάρχει άλλη χρονομηχανή πέρα από τον άνθρωπο». Σελ. 61

«Έφυγε και ο τελευταίος άνθρωπος που με θυμόταν ως παιδί, είπα μέσα μου. Και μόνο τότε ξέσπασα σε κλάματα, σαν παιδί». Σελ. 135

«Χρονοκαταφύγιο» του Georgi Gospodinov | κριτική βιβλίου Άγγελα Μάντζιου | cityportal.gr

 

Ακολουθήστε το cityportal.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις Διαβάστε για Συναυλίες, Σινεμά, Θέατρο, βιβλία, τέχνες, εκδρομές στην ατζέντα (ημερολόγιο) αλλά και όλα τα Τελευταία νέα από τη Θεσσαλονίκη, την Ελλάδα και τον Κόσμο, σήμερα, τώρα που συμβαίνουν.

 

Διαβάστε όλα τα τελευταία νέα | Ενημερωθείτε