Καλεσμένοι στην εκπομπή «Στούντιο 4» βρέθηκε ο Ετεοκλής Παύλου και η Ελένη Χατζίδου την Τετάρτη 12/2.
Οι παρουσιαστές της εκπομπής, Breakfast@Star, μεταξύ άλλων, μίλησαν για τη γνωριμία τους, ενώ ο Ετεοκλής Παύλου αναφέρθηκε και στους ανθρώπους που έφυγαν από το πλευρό του μετά το ατύχημα.
«Είχε περάσει ένα χρονικό διάστημα από το ατύχημα όταν γνώρισα την Ελένη και είχα πάρει τα πάνω μου, είχα γίνει ωραίος. Βρεθήκαμε στο γυμναστήριο και ξεκινήσαμε να φλερτάρουμε χωρίς να το ξέρουμε», είπε αρχικά ο Ετεοκλής Παύλου.
Και συνέχισε: «Στην Ελένη μίλησα ανοιχτά από την αρχή της έδειξα και το πρόσθετο μέλος, της είπα πολλά. Ήθελα να ξέρει την αλήθεια, να ξέρει ποιος άνθρωπος είμαι. Μετά το ατύχημα είχα βιώσει κάποια φλερτ τα οποία με απέρριψαν γι’ αυτό το λόγο. Κοπέλα μου είχε πει ότι δεν θέλει να είναι μαζί μου επειδή έχω πρόσθετο μέλος».
«Εδώ όμως θέλω να περάσω ένα σημαντικό μήνυμα και να πω ότι αυτός ο άνθρωπος δεν είναι απαραίτητα κακός. Πρέπει να σεβόμαστε το δικαίωμα του κάθε ανθρώπου στο πώς φαντάζεται τη ζωή του. Δεν είναι απαραίτητα κακός ένας άνθρωπος ο οποίος δεν έχει φανταστεί τη ζωή του με έναν άνθρωπο που έχει αναπηρία. Δεν είχα πάντα την ωριμότητα να το αντιμετωπίσω έτσι. Παλιά και έχω κλάψει και έχω στενοχωρηθεί», τόνισε ο παρουσιαστής.
«Αυτή τη στιγμή στη ζωή μου δεν έχω φίλους, παρά μόνο έναν από την παιδική μου ηλικία. Πριν το ατύχημα είχα κάποιους φίλους, οι οποίοι όμως όταν είδαν τις δυσκολίες που ήρθαν, απομακρύνθηκαν. Εγώ τότε πληγώθηκα, ήταν βαρύ. Όταν τα σκοτάδια τα αντιμετωπίζεις μόνος σου ξεκινάς και κλείνεσαι. Αυτό που λέω πάντα όμως, είναι ότι αν ο Θεός μου έδωσε αυτή τη δυσκολία, για να μου δώσει στη συνέχεια αυτό το δώρο, την Ελένη μου τότε χαλάλι», συμπλήρωσε κλείνοντας ο Ετεοκλής Παύλου.
«Βρέθηκα στη μέση σε μια συμπλοκή οπαδών. Ένας από όλους αυτούς έβγαλε ένα όπλο και θέλησε να μου πάρει τη ζωή. Το να νιώθεις ότι “φεύγεις” είναι ένα συναίσθημα το οποίο το κουβαλάς για πάντα. Δεν μπορώ να περιγράψω πόσο άσχημο είναι ως συναίσθημα ότι τελείωσαν όλα» περιέγραψε ως καλεσμένος στο «Στούντιο 4».
«Είναι ένα μοναχικό μονοπάτι. Δεν μπορείς να το μοιραστείς με κανέναν, όχι γιατί δεν μπορεί να το αντιληφθεί ή δεν σε αγαπάει. Είναι κάτι πολύ δύσκολο, εσωτερικό και παλεύεις να το ερμηνεύσεις, μπορεί να σου πάρει μια ζωή. Θα πω κάτι βαρύ και λίγο στενάχωρο… Δεν θεωρώ ότι πρέπει να φτάνεις τόσο κοντά στον θάνατο, να το βιώνεις όλο αυτό και μετά αυτή την ανάμνηση να την κουβαλάς για πάντα. Θα ήθελα με κάποιο τρόπο μαγικό να φεύγει. Είναι πολύ δύσκολη να την έχεις πάνω σου, μέσα σου. Είναι βαρύ συναίσθημα πολύ» συνέχισε ο αθλητής και παρουσιαστής.
Στην πορεία, ο Ετεοκλής Παύλου, μετέφερε τις εικόνες που θυμάται, τα λεπτά μετά τον πυροβολισμό του.
«Η στιγμή που έβγαλα αίμα από το στόμα, είδα θολά τα λαμπάκια του ασθενοφόρου να φέγγουν και ένιωθα ότι φεύγω. Και θα μοιραστώ μαζί σας μία ανάμνηση. Έχω ως εικόνα, δεν ερμηνεύεται, το είπα μετά εγώ στους τραυματιοφορείς. Έχω ως εικόνα τον εαυτό μου ξαπλωμένο στο δρόμο με ένα σεντόνι από πάνω. Δεν μπορώ να στο προσδιορίσω. Και μετά τους ρώτησα “γιατί μου βάλατε σεντόνι;” και μου λένε “πού το ξέρεις;”.(….) Δεν ήξερα αν γλίτωσα, αν ξύπνησα, αν είμαι στον άλλον κόσμο. Ήμουν σε κώμα 1 μήνα και… Η μητέρα μου υπέγραψε για να μου ακρωτηριάσουν το πόδι. Ξύπνησα και θυμάμαι ότι πριν ξυπνήσω, λένε οι γιατροί στη μητέρα μου που ήταν πάντα εκεί, μου κρατούσε το χέρι, έκλαιγα χωρίς να βλέπω τη μητέρα μου. Μου κρατούσε το χέρι και έκλαιγα. Όταν ξύπνησα γαλήνεψα γιατί είδα τη μητέρα μου και τον αδελφό μου» θυμήθηκε ο Ετεοκλής Παύλου.
«Βρέθηκα στη μέση σε μια συμπλοκή οπαδών. Ένας από όλους αυτούς έβγαλε ένα όπλο και θέλησε να μου πάρει τη ζωή. Το να νιώθεις ότι “φεύγεις” είναι ένα συναίσθημα το οποίο το κουβαλάς για πάντα. Δεν μπορώ να περιγράψω πόσο άσχημο είναι ως συναίσθημα ότι τελείωσαν όλα» περιέγραψε ως καλεσμένος στο «Στούντιο 4».
«Είναι ένα μοναχικό μονοπάτι. Δεν μπορείς να το μοιραστείς με κανέναν, όχι γιατί δεν μπορεί να το αντιληφθεί ή δεν σε αγαπάει. Είναι κάτι πολύ δύσκολο, εσωτερικό και παλεύεις να το ερμηνεύσεις, μπορεί να σου πάρει μια ζωή. Θα πω κάτι βαρύ και λίγο στενάχωρο… Δεν θεωρώ ότι πρέπει να φτάνεις τόσο κοντά στον θάνατο, να το βιώνεις όλο αυτό και μετά αυτή την ανάμνηση να την κουβαλάς για πάντα. Θα ήθελα με κάποιο τρόπο μαγικό να φεύγει. Είναι πολύ δύσκολη να την έχεις πάνω σου, μέσα σου. Είναι βαρύ συναίσθημα πολύ» συνέχισε ο αθλητής και παρουσιαστής.
Στην πορεία, ο Ετεοκλής Παύλου, μετέφερε τις εικόνες που θυμάται, τα λεπτά μετά τον πυροβολισμό του.
«Η στιγμή που έβγαλα αίμα από το στόμα, είδα θολά τα λαμπάκια του ασθενοφόρου να φέγγουν και ένιωθα ότι φεύγω. Και θα μοιραστώ μαζί σας μία ανάμνηση. Έχω ως εικόνα, δεν ερμηνεύεται, το είπα μετά εγώ στους τραυματιοφορείς. Έχω ως εικόνα τον εαυτό μου ξαπλωμένο στο δρόμο με ένα σεντόνι από πάνω. Δεν μπορώ να στο προσδιορίσω. Και μετά τους ρώτησα “γιατί μου βάλατε σεντόνι;” και μου λένε “πού το ξέρεις;”.(….) Δεν ήξερα αν γλίτωσα, αν ξύπνησα, αν είμαι στον άλλον κόσμο. Ήμουν σε κώμα 1 μήνα και… Η μητέρα μου υπέγραψε για να μου ακρωτηριάσουν το πόδι. Ξύπνησα και θυμάμαι ότι πριν ξυπνήσω, λένε οι γιατροί στη μητέρα μου που ήταν πάντα εκεί, μου κρατούσε το χέρι, έκλαιγα χωρίς να βλέπω τη μητέρα μου. Μου κρατούσε το χέρι και έκλαιγα. Όταν ξύπνησα γαλήνεψα γιατί είδα τη μητέρα μου και τον αδελφό μου» θυμήθηκε ο Ετεοκλής Παύλου.