Γιώργος Αλισάνογλου (ποιητής - βιβλιοπώλης - εκδότης)

Γιώργος Αλισάνογλου (ποιητής - βιβλιοπώλης - εκδότης)

Καβαλιώτης ποιητής που διατηρεί στην πόλη μας το βιβλιοπωλείο και τις εκδόσεις Σαιξπηρικόν -αν και γι’ αυτόν είναι πολύ περιοριστικός ο όρος ποιητής – Γιώργος Αλισάνογλου μιλά στην Νατάσα Χολιβάτου και το περιοδικό CITY για την ποίησή του αλλά και για το πώς βλέπει την ποίηση εν γένει καθώς και για τη μύησή του στη λογοτεχνία, τη σχέση του με τη μουσική και τον κινηματογράφο αλλά και τα επόμενα σχέδιά του.

Πώς άρχισες να γράφεις; Πότε άρχισες να συνειδητοποιείς τη ροπή σου προς τον ποιητικό λόγο;
Ξεκίνησα μέσα από διαβάσματα, γύρω στα δεκαπέντε ξεκίνησα να διαβάζω πεζογραφία, όχι ποίηση, και στα 15-16 μέσα από αυτά επηρεασμένος άρχισα να γράφω ένα θεατρικό χιουμοριστικό έργο για τους καθηγητές μου στο Γυμνάσιο στην Καβάλα, το οποίο είχε επιτυχία, το παρουσίασα εκεί πέρα με κάποια παιδιά και από ‘κει ξεκίνησε η πρώτη μου εμπειρία με τη γραφή. Από ‘κει και πέρα, διάβαζα μόνος μου και μετά επανήλθε αυτό γύρω στα 18-19, όταν άρχισα να κρατάω σημειώσεις για διάφορα πράγματα που συνέβαιναν, με στιλ λογοτεχνικό, ταξιδιωτικό, ημερολογιακό, διάβαζα κάτι ταξιδιωτικά βιβλία Αμερικανών πεζογράφων, π.χ, Πολ Μπόουλς, Κέρουακ και μετά η δεύτερη επαφή μου ή μάλλον απόπειρα γραφής, ήταν όταν ήμουν προς το δεύτερο έτος φοιτητής κοινωνιολογίας στην Αγγλία, όπου άρχισα να γράφω στίχους στα αγγλικά κυρίως για ένα μουσικό συγκρότημα που είχαμε φτιάξει με Έλληνες φοιτητές φίλους, το οποίο κράτησε τέσσερα χρόνια περίπου.


Εσύ τι όργανο έπαιζες;
Εγώ τραγουδούσα και κάναμε πρόβες σε κλασικά τραγούδια ροκ ξένα, παίζαμε σε ελληνικές βραδιές, σε μια pub και επίσης φτιάχναμε και δικά μας τραγούδια. Αυτή ήταν η δεύτερη επαφή μου λοιπόν με τη γραφή. Μετά, πιο ώριμα, μέσα από διαβάσματα, να πω ότι ένας φίλος -πάντα έτσι συμβαίνει νομίζω- γύρω στα 19 μου με έφερε πολύ κοντά σε Έλληνες πεζογράφους οι οποίοι με καθόρισαν παρά πολύ. Αυτός ήταν πρωτοετής φιλολογίας στο ΑΠΘ, Καβαλιώτης και αυτός, πηγαίναμε σε παλαιοβιβλιοπωλεία στην Καβάλα θυμάμαι, δεν υπάρχουν αυτά σήμερα, ανακάλυψα τότε ας πούμε, 18-19 χρόνων, τον Γιώργο Χειμωνά που με στιγμάτισε παρά πολύ, επίσης ανακάλυψα εκεί γύρω στα 19 τον Δημήτρη Δημητριάδη, ανακάλυψα δηλαδή σύγχρονους Έλληνες στην ουσία πεζογράφους, πολύ σημαντικούς, που ήταν και ποιητές για μένα.


Αυτός ο φίλος σου δηλαδή σε μύησε κατά κάποιο τρόπο στον κόσμο της λογοτεχνίας;
Καταραμένος! Με μύησε σε όλο αυτό, πάντα πρέπει να υπάρχει νομίζω μια διάδραση, μια αλληλεπίδραση, και έγινε έτσι και ξεκινήσαμε λοιπόν μαζί να ανταγωνιζόμαστε -με την καλή έννοια, ποιος θα διαβάζει το ένα ή το άλλο βιβλίο για να κάνει στη συνέχεια σημειώσεις πάνω σε αυτό και να το αναλύσουμε μετά, κι έτσι ξεκίνησε όλη αυτή η περιπέτεια, όχι πολύ νωρίς, 18 – 19 χρονών και διαβάζαμε, διαβάζαμε διαβάζαμε…


Η οικογένειά σου έπαιξε καθόλου ρόλο σε αυτό;
Ναι, γιατί υπήρχε βιβλιοθήκη στο σπίτι, ο πατέρας μου ήταν δημοσιογράφος και η μητέρα μου φανατική αναγνώστρια, υπήρχε λοιπόν το άρωμα του βιβλίου και της τυπογραφίας. Να σου πω την αλήθεια, βλέπω σήμερα παιδιά 19-20 χρονών που γράφουν ποίηση και τους θαυμάζω γιατί εγώ στα 19 μου απλώς διάβαζα και προσπαθούσα να γράψω κάτι, στίχους για παράδειγμα, αλλά δεν ήταν ποίηση, βλέπω μεγάλη εξέλιξη στους νέους σήμερα.


Πώς το εξηγείς, θεωρείς ότι είναι πιο διαβασμένη η νέα γενιά;
Δεν είναι πιο διαβασμένη, σε καμία περίπτωση, αλλά βλέπω ότι η γενιά αυτή που είναι παιδιά της πληροφορικής και του διαδικτύου, έχουν άμεση πρόσβαση σε τρομερά μεγάλη πληροφόρηση την οποία μερικοί την επεξεργάζονται πολύ καλά και την αφομοιώνουν, την φιλτράρουν και την ξεβράζουν μετά πολύ ωραία. Γράφουν καλά τα νέα παιδιά, γιατί υπάρχει εύκολη πρόσβαση σε αναγνώσματα και ξένα και ελληνικά, νομίζω ότι έτσι τουλάχιστον αποπειρώνται να γράψουν κάτι καλό. Γιατί ποίηση δεν υπάρχει, και οι μεγάλοι ποιητές, πεζογράφοι κλπ απλώς προσπαθούν να γράψουν κάτι σε όλη τους τη ζωή. Δεν υπάρχει ποίηση αλλά δημιουργία που είναι εν εξελίξει και δεν τελειώνει ποτέ. Αναζητάς κάτι που μπορεί να είναι και ποίηση, δεν υπάρχει ποιητής δηλαδή. Κάποιος μπορεί να είναι ποιητής χωρίς να έχει γράψει ποτέ μια αράδα, ένας μουσικός μπορεί να είναι ποιητής, ένας ζωγράφος μπορεί να είναι ποιητής, με μια άλλη έννοια, απλώς να είναι ευαισθητοποιημένος πάνω σε πράγματα, σε θέματα αισθητικής και σε οτιδήποτε άλλο.


Αντιλαμβάνεσαι δηλαδή την ποίηση με μια ευρύτερη έννοια…
Ναι εννοείται, στην ουσία όλος ο κόσμος είναι ακίνητα νοήματα, ακόμα και οι άνθρωποι, και η λογοτεχνία προσπαθεί να μεταφράσει, να αποκρυπτογραφήσει και να κινήσει αυτά τα ακίνητα νοήματα και να τα κάνει λόγο, προσπαθεί δηλαδή να τα αποτυπώσει στο χαρτί, πολύ δύσκολο, γιατί η γλώσσα μας είναι πολύ σαθρή, δεν μπορεί να αποτυπώσει στο χαρτί ακριβώς αυτό που αισθάνεται ένας άνθρωπος, βιολογικά, φυσικά, συναισθηματικά, δεν υπάρχει κέντρο γραφής στον εγκέφαλο, υπάρχει μόνο κέντρο σκέψης και λειτουργίας αυτής, άρα είναι πολύ δύσκολο για κάποιον όχι μυημένο, ακόμη όμως και για τους μυημένους! Εγώ πάντα ψάχνω, μ’ αρέσει να ψάχνω τι είναι η λογοτεχνία, η πεζογραφία, η ποίηση, είναι αυτό το πράγμα, η απόπειρα να μεταφράσει, να μεταπλάσει τη σιωπή αυτών των πραγμάτων και των ακίνητων νοημάτων και αυτό είναι το παράλογο, πολύ δύσκολα πράγματα, στη φαντασία μόνο…!


Είσαι από την Καβάλα, σπούδασες στην Αγγλία, ζεις και εργάζεσαι στη Θεσσαλονίκη. Η έννοια του χώρου τι ρόλο παίζει στο έργο σου;
Πιστεύω όντως ότι τα προσωπικά βιώματα και οι εμπειρίες ενός ανθρώπου που αποπειράται να γράψει παίζουν πρωτεύοντα ρόλο, μετά αυτά τα βιώματα μπαίνουν σε ένα «μπλέντερ» και μαζί με την καθημερινότητα και τους σταθμούς ζωής, τις πόλεις, τις θύμησες, τον τόπο που ζεις, που μεγάλωσες, όλα αυτά παίζουν καθοριστικό ρόλο στο πώς θα αποδόσεις ένα κείμενο, ένα ποίημα. Σε εμένα προσωπικά έπαιξε σημαντικό ρόλο, κυρίως το τέλος της εφηβείας μου στο εξωτερικό, το οποίο το είδα με την καλή πλευρά, σε αντίθεση με άλλους Έλληνες που θέλησαν να γυρίσουν πίσω στην Ελλάδα, γιατί εγώ προσπάθησα να αφομοιωθώ και να πάρω και να δώσω ό,τι καλύτερο. Εκείνα λοιπόν τα βιώματα της μετεφηβείας, τα έξι επτά χρόνια εμπειρίας μου στο εξωτερικό, που είναι πολύ σημαντικά χρόνια για τη διαμόρφωση ενός δημιουργού, κυρίως καθόρισαν τη γραφή μου νομίζω και κυρίως την ανάγνωσή μου, γιατί ένας ποιητής είναι μόνο αναγνώστης, αν μπορέσει να αποσπάσει από τη ανάγνωση και το μείγμα βιώματος που είπαμε, κάτι και να το μεταπλάσει σε δικό του κείμενο και να πει κάτι καινούριο, τότε είναι ευλογία. Αποπειράσαι όλη την ώρα να το κάνεις αυτό με διάφορες μορφές.


Ήδη μου είπες για τη σχέση σου με τη μουσική η οποία φαίνεται να έχει επηρεάσει γενικότερα το έργο σου αν κρίνω και από την τελευταία ποιητική σου συλλογή με τίτλο «Το παντζάρι και ο διάβολος» η οποία φαίνεται να προέκυψε μέσα από αγαπημένα σου τραγούδια που αποτελούν παραφρασμένα και τους τίτλους των ποιημάτων σου. 
Τώρα ετοιμάζω 15 περίπου μικρές ενότητες ποιητικές που έχουν να κάνουν με τη μουσική μόνο, με τη τζαζ και έχω μεταφράσει και διάφορα μουσικά, Τζιμ Μόρρισον, Μαντρουγάδα, Πινκ Φλόιντ, νομίζω ότι η μουσική με την ποίηση είναι άρρηκτα συνδεδεμένες, δηλαδή η ποίηση είναι ρυθμός, ένα ποίημα θα πρέπει να έχει ποιητικό ρυθμό, να έχει διάκενα σιωπής ανάμεσα στο λόγο, θα πρέπει να είναι μια ευεργετική σιωπή, ακόμα και κυριολεκτικά, αν σταματήσει να γράφει ένας συγγραφέας για έναν καιρό, που προσπαθώ και ’γω να το κάνω, πρόκειται για μια δημιουργική σιωπή. Βιώνεις, βιώνεις, βιώνεις… πλάθεις μέσα στο μυαλό σου όλο το κείμενο και το καταγράφεις όσο μπορείς αισθητικά καλά, προσπαθείς να κεντήσεις και να δημιουργήσεις μια ποιητική δημιουργία, μια ενότητα.


Αυτή η απόσταση πιστεύεις ότι είναι πάντα απαραίτητη;
Νομίζω είναι απαραίτητη. Δεν μπορεί ένας δημιουργός να γράφει όλη την ώρα, όχι να γράφει άλλα να δημοσιεύει, είμαι ενάντια σε αυτό. Ένα κείμενο δεν τελειώ

Ακολουθήστε το cityportal.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις Διαβάστε για Συναυλίες, Σινεμά, Θέατρο, βιβλία, τέχνες, εκδρομές στην ατζέντα (ημερολόγιο) αλλά και όλα τα Τελευταία νέα από τη Θεσσαλονίκη, την Ελλάδα και τον Κόσμο, σήμερα, τώρα που συμβαίνουν.

 

Διαβάστε όλα τα τελευταία νέα | Ενημερωθείτε