Η σκιά του Ανέμου | Κάρλος Ρουίθ Θαφόν | κριτική

Το κοιμητήριο των λησμονημένων βιβλίων

Η σκιά του Ανέμου του Κάρλος Ρουίθ Θαφόν είναι ένα μυθιστόρημα περιπετειών και ανακαλύψεων στην αύρα της σαγήνης και του μυστηρίου λησμονημένων βιβλίων και ιστοριών όπως αυτές συνυφαίνονται με την ζωή των συγγραφέων τους και την υπόσταση των μυθιστορηματικών ηρώων. Μυθιστόρημα για την εμπειρία και την συγκίνηση της ανάγνωσης, για την γνώση και την τύχη των βιβλίων, για την ρευστή ύλη του παρελθόντος και την απήχησή της στο παρόν καθώς και την επιρροή της στο μέλλον. Μυθιστόρημα ενηλικίωσης και αναμνήσεων από την εποχή της νεότητας, αγώνας για την διεκδίκηση της αγάπης και την κατάκτηση της ευτυχίας, μαθήματα ζωής όπως παραδίδονται από γενιά σε γενιά, είναι κάποια πεδία αναφοράς στο μυθιστόρημα «Η σκιά του ανέμου», του Ισπανού συγγραφέα Κ. Ρ. Θαφόν ( 1964 – 2020).

Πρόκειται για ένα φιλόδοξο σύστημα σχηματοποίησης και διερεύνησης του κόσμου μέσω της λογοτεχνίας και της εντύπωσης της πρώτης ανάγνωσης -ενδιαφέρον ως απόπειρα τιθάσευσης των πολύπλοκων εκδοχών της φαντασίας και της πραγματικότητας- που υπερβαίνει ως υλικό τις δυνάμεις του συγγραφέα.

Παρούσα στην μυθιστορία της εξιστόρησης ως σκηνικό δράσης, η Βαρκελώνη

Δρόμοι, πλατείες, περιοχές, κτίρια, μαγαζιά, βιβλιοπωλεία, καφέ, θέατρα, οχήματα, γειτονιές, άνθρωποι, το φυσικό τοπίο, το παραθαλάσσιο μέτωπο, μνημεία και αρχοντικά, ονοματίζονται σ’ αυτό το γκροτέσκο σκηνικό περιπλάνησης, καταδίωξης και αναζήτησης του ίχνους της ζωής και του έργου ενός συγγραφέα, ορίζοντας την πόλη ως κέντρο έμπνευσης για ήρωες και χαρακτήρες.

Με αναφορές σε άλλα βιβλία, άλλοτε εμφανείς, ως εκλεκτικές συγγένειες και άλλοτε υποδόριες, ως επιδράσεις ύφους, ο συγγραφέας, αποπειράται να μιλήσει για την ακαθόριστη ύλη των αναμνήσεων, τους ασύνειδους και συνειδητούς φόβους της παιδικής ηλικίας, την περιπέτεια αναμέτρησης με το καλό και το κακό, την εμπειρία της ζωής, την απώλεια και τον θάνατο.

Ένας πατέρας, βιβλιοπώλης στο επάγγελμα, οδηγεί τον δεκάχρονο γιο του στην κρύπτη των λησμονημένων βιβλίων

Η ανάγνωση ενός βιβλίου κάποιου άγνωστου συγγραφέα ερεθίζει τη σκέψη και κινεί την φαντασία ενός μικρού αγοριού, του Ντανιέλ. Αποφασίζει να ερευνήσει τα στοιχεία εκείνα σχετικά με τον χαρακτήρα και την ιδιαιτερότητα του συγγραφέα, ως δημιουργού και καταστροφέα του έργου του, ψηλαφώντας την διαδρομή της ζωής του. Μπλέκεται έτσι σε μια περιπέτεια δοκιμασιών, εκπληρώνοντας κάτι σαν προφητεία. Η συνάντηση με την σκιά του συγγραφέα και η διαλεύκανση των μυστηρίων και των συνθηκών που καθόρισαν την μοίρα του και το μέλλον των βιβλίων του, θα έχει την διδακτική απόχρωση μιας επανόρθωσης και μιας νίκης εγγεγραμμένη στην συνθήκη σκοτεινών μυστικών και μιας ατμόσφαιρας μυστηρίου.

Η αγάπη θα νικήσει και η ζωή θα βρει τον δρόμο της, ανοίγοντας κύκλους για τις επόμενες γενιές. Με κυκλικό σχήμα εικόνων ανοίγει και ολοκληρώνεται ο αφηγηματικός μίτος του βιβλίου. Ένας πατέρας, βιβλιοπώλης στο επάγγελμα, οδηγεί τον δεκάχρονο γιο του στην κρύπτη των λησμονημένων βιβλίων. Και με τον ίδιο τρόπο, εκείνο το αγόρι, ο Ντανιέλ, χρόνια μετά από εκείνη την πρώτη επίσκεψη στην λαβυρινθώδη βιβλιοθήκη, θα οδηγήσει τον γιο του, τον Χουλιάν, στο ίδιο σημείο για να τον μυήσει στον κόσμο της γραφής, των βιβλίων και της ζωής.

Η σκιά του Ανέμου

Ξενόγλωσσος τίτλος LA SOMBRA DEL VIENTO
ISBN 13 9789604967810
Εκδόσεις Ψυχογιός
Χρονολογία Έκδοσης Νοέμβριος 2012
Αριθμός σελίδων 622
Διαστάσεις 21×14
Μετάφραση ΚΝΗΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΚΗ
Επιμέλεια ΓΕΩΡΓΟΣΤΑΘΗ ΕΛΕΝΗ
Συγγραφέας/Δημιουργός (Ελληνικά) ΡΟΥΙΘ-ΘΑΦΟΝ ΚΑΡΛΟΣ

Σκηνές της ζωής του παρελθόντος στη σκιά πολιτικών και Ιστορικών στιγμών, αναδεύονται άλλοτε πετυχημένα κι άλλοτε σε μια άτεχνη εκδοχή, υποδηλώνοντας το πλαίσιο εντός του οποίου λαμβάνουν χώρα οι φανταστικές περιπέτειες. Είναι το πεδίο εσωτερικών φόβων, σκιών και κραδασμών αλλά και εξωτερικών απειλών, τιμωριών και αναμετρήσεων στην πορεία αναψηλάφησης των προσωπικών αναμνήσεων. Οι αποκαλύψεις γίνονται σταδιακά, αναιρώντας προηγούμενα δεδομένα, σε μια σπειροειδή έλξη περιστατικών διά των οποίων αποκαλύπτονται νέες πτυχές και άλλες εκδοχές της αλήθειας, με συνεχείς ανατροπές ως το τέλος της ιστορίας.

Ο στόχος του συγγραφέα να απευθυνθεί στους αναγνώστες του συρρικνώνεται από το βάρος του υλικού της προς αφήγησιν ιστορίας και την χαλαρή πλοκή σε κάποια σημεία, γεγονός που δυσχεραίνει την ροή της ανάγνωσης από λεπτομέρειες και επαναλήψεις. Έτσι διαταράσσεται το μυστήριο και η αίσθηση της αγωνίας που προσπαθεί να συγκρατήσει στο πλέγμα του σχήματος σύλληψης.

Γκροτέσκο και σωματική εμπλοκή, παρεμβολές, τεχνάσματα, έμμεση αλλά διακριτή κριτική, ειρωνεία, επιστολές, μονόλογοι και συζητήσεις, φαντασία και πραγματικότητα, αλληγορίες, θρύλοι του παρελθόντος, αθροίζουν ένα σύνολο ιστοριών μυστηρίου, γοτθικού χαρακτήρα, οι οποίες συνυφαίνονται με στρώσεις παρελθοντικών και επίκαιρων ιστορικών γεγονότων σε μια εκτεταμένη χρονική περίοδο (1945 -1966).

«…αυτή είναι μια ιστορία που έχει να κάνει με βιβλία»

Στο σώμα του βιβλίου κυριαρχούν αναφορές σε συγγραφείς, σε βιβλία και εκδότες, σε ζωγράφους, μουσικούς και ποιητές, σε παραστάσεις, σε διάσημους και άσημους ανθρώπους, σε θεάματα, σε λαϊκούς ήρωες -ινδάλματα και είδωλα της μόδας εκείνης της εποχής. Στις εικόνες του, το δωμάτιο με τους καθρέφτες, απόηχος της σκηνής του τέλους του μυθιστορήματος «Εκατό χρόνια μοναξιά» του Γκ. Γκ. Μάρκες, σχήματα όπως ο λαβύρινθος της βιβλιοθήκης του Χ. Λ. Μπόρχες, δηλώνουν συνάφειες και προτιμήσεις, όπως και οι αναφορές στο κοινότυπο γέλιο του Μ. Κούντερα κ.ά.

Επιστημονική φαντασία, ο χρόνος, η μνήμη, τυχαιότητα και πεπρωμένο, άγνοια, προδοσία, παραλογισμός, πληγές, μυστικά, απόγνωση, κρίση, διαφθορά, φτώχεια, βία, αλλά και κατανόηση, φιλία, ανταπόκριση, αλληλεγγύη και ανταπόδοση αισθημάτων, κρίσεις για τους «δρόμους» που ανοίγουν και τα ερωτηματικά που γεννούν τα βιβλία και οι αναγνώσεις, είναι κάποιοι από τους κώδικες του βιβλίου, «Η σκιά του ανέμου».

Παράλληλα σκιαγραφείται η σχέση πατέρα-γιου, η δύναμη της ανάμνησης και οι οικογενειακοί δεσμοί, φιλίες οι οποίες δοκιμάζονται στον χρόνο και στο ταξικό τους αποτύπωμα, άτυχοι έρωτες και απαγορευμένες επιθυμίες, η αναζήτηση της ευτυχίας και η ζωτική σημασία της εμπειρίας, η ασάφεια των ορίων πραγματικότητας και φαντασίας, η ζωή και οι απρόσμενες εκπλήξεις της.

Αποσπάσματα απο το βιβλίο

«Ένας νέος άντρας, με λίγες ασημένιες πινελιές στα μαλλιά του, βαδίζει στους δρόμους μιας Βαρκελώνης παγιδευμένης κάτω από έναν σταχτή ουρανό κι έναν ήλιο από ατμό που χύνεται πάνω στη Ράμπλα ντε Σάντα Μόνικα σαν μια γιρλάντα από λιωμένο χαλκό.
Κρατάει απ’ το χέρι ένα αγόρι γύρω στα δέκα, με βλέμμα μεθυσμένο απ’ το μυστήριο εκείνης της υπόσχεσης που του έδωσε ο πατέρας του εκείνη την αυγή – της υπόσχεσης πως θα επισκέπτονταν το Κοιμητήριο των Λησμονημένων Βιβλίων». Σελ. 616

«Το μυθιστόρημα αφηγούνταν την ιστορία ενός άντρα που έψαχνε να βρει τον αληθινό του πατέρα, τον οποίο ποτέ του δεν είχε γνωρίσει και που την ύπαρξή του είχε ανακαλύψει μόνο χάρη στα τελευταία λόγια που είχε προφέρει η μάνα του στην κλίνη του θανάτου. Η ιστορία εκείνης της αναζήτησης μετατρεπόταν σε μια φαντασμαγορική οδύσσεια, κατά την οποία ο πρωταγωνιστής πάλευε να ξαναβρεί τη χαμένη παιδική ηλικία και νιότη του, ενώ παράλληλα αποκαλυπτόταν σιγά σιγά η σκιά ενός κακότυχου έρωτα, που η ανάμνησή του έμελλε να τον καταδιώκει ως το τέλος των ημερών του. Όσο προχωρούσε η ανάγνωση, η δομή της αφήγησης άρχισε να μου θυμίζει εκείνες τις ρώσικες κούκλες που μέσα τους βρίσκει κανείς αμέτρητες μινιατούρες –αντίτυπα του ίδιου τους του εαυτού. Βήμα το βήμα, η πλοκή αναλυόταν σε χίλιες ιστορίες, λες και είχε μπει σε ένα δωμάτιο με καθρέφτες και η αρχική εικόνα πολλαπλασιαζόταν σε δεκάδες διαφορετικούς αντικατοπτρισμούς, όντας πάντα στην ουσία μία και μοναδική». Σελ.14 -15

«Στα τέλη του 1935 έφτασε στ’ αυτιά του η είδηση ότι ένα καινούργιο μυθιστόρημα του Χουλιάν Καράξ, Η σκιά του ανέμου, είχε εκδοθεί από έναν μικρό εκδοτικό οίκο στο Παρίσι». Σελ. 36

«Δεν ξαναζήτησα από τον πατέρα μου να με πάει να δω την πένα του Βικτόρ Ουγκό, κι εκείνος, από την πλευρά του, δεν αναφέρθηκε ξανά στο θέμα. Εκείνος ο κόσμος φαινόταν να ‘χει σβήσει οριστικά για μένα, αλλά για πολύ καιρό η εικόνα που είχα απ’ τον πατέρα μου –και που ακόμα και σήμερα ζει στη μνήμη μου- ήταν η εικόνα ενός άντρα αδύνατου, ο οποίος φορούσε ένα παλιό κοστούμι που του ‘πεφτε μεγάλο κι ένα μεταχειρισμένο καπέλο που είχε αγοράσει για εφτά πεσέτες απ’ την οδό Κοντάλ, ενός άντρα που δεν μπορούσε να χαρίσει στο γιο του μια ευλογημένη πένα, η οποία δε χρησίμευε σε τίποτε αλλά φαινόταν να ‘χει όλη τη σημασία του κόσμου». Σελ. 48-49

«Πολλά βράδια, ανήμπορος να κοιμηθώ, θυμόμουν εκείνη την οικειότητα, εκείνο τον μικρόκοσμο που είχαμε μοιραστεί οι δυο μας τα χρόνια που ακολούθησαν το θάνατο της μητέρας μου, τότε που ασχολιόμουν με την πένα του Βικτόρ Ουγκό και τα μεταλλικά τρενάκια. Τα θυμόμουν ως χρόνια γαλήνης και θλίψης, ως έναν κόσμο που εξαφανιζόταν, που είχε αρχίσει να εξατμίζεται σιγά σιγά έπειτα από κείνο το πρωί που ο πατέρας μου με είχε πάει να επισκεφτώ το Κοιμητήριο των Λησμονημένων Βιβλίων». Σελ. 64

«Ε, λοιπόν, αυτή είναι μια ιστορία που έχει να κάνει με βιβλία».
«Με βιβλία;»
«Με καταραμένα βιβλία, με τον άνθρωπο που τα έγραψε, με έναν τύπο που το έσκασε απ’ τις σελίδες ενός μυθιστορήματος για να το κάψει, με μια προδοσία και μια χαμένη φιλία. Είναι μια ιστορία που μιλάει για την αγάπη, το μίσος και τα όνειρα που ζουν στη σκιά του ανέμου». Σελ. 228

«Είδα τον εαυτό μου να περπατάει στους δρόμους εκείνης της μαγεμένης Βαρκελώνης κρατώντας την Μπέα απ’ το χέρι – και ήμασταν σχεδόν γέροι πια. Είδα τον πατέρα μου και τη Νούρια Μονφόρτ ν’ αφήνουν λευκά τριαντάφυλλα στον τάφο μου. είδα τον Φερμίν να κλαίει στην αγκαλιά της Μπερνάρντα και τον παλιό μου φίλο τον Τομάς που είχε βουβαθεί για πάντα. Τους είδα όπως βλέπει κανείς τους ξένους από ένα τρένο που απομακρύνεται πολύ γρήγορα. Και τότε, δίχως σχεδόν να το συνειδητοποιήσω, θυμήθηκα το πρόσωπο της μάνας μου, που το ‘χα χάσει εδώ και τόσα χρόνια, σαν ένα κομματάκι χαρτί που είχε ξεχαστεί ανάμεσα στις σελίδες ενός βιβλίου και τώρα γλιστρούσε κι έπεφτε μπροστά μου. Το φως της ήταν το μόνο που με συνόδευε στην κάθοδό μου». Σελ. 591

«Ξεφύλλισα τις σελίδες του, οσφραινόμενος εκείνη τη μαγική μυρωδιά υπόσχεσης που αναδίνουν τα καινούργια βιβλία, και το βλέμμα μου στάθηκε σε μια τυχαία φράση. Κατάλαβα αμέσως ποιος την είχε γράψει και δεν ξαφνιάστηκα όταν γύρισα πίσω στην πρώτη σελίδα και βρήκα γραμμένη με το μπλε μελάνι εκείνης της πένας που τόσο είχα λατρέψει ως παιδί την ακόλουθη αφιέρωση:
Για το φίλο μου τον Ντανιέλ,
που μου έδωσε πίσω τη φωνή και την πένα μου.
Και για την Μπεατρίθ,
που έδωσε πίσω και στους δυο μας τη ζωή». Σελ.615

«Ήμουν δεκαεφτά χρονών και είχα τη ζωή μου στα χείλη». Σελ. 310

«Θυμάμαι ακόμη εκείνο το ξημέρωμα που ο πατέρας μου με πήγε για πρώτη φορά να επισκεφτώ το Κοιμητήριο των Λησμονημένων Βιβλίων. Κυλούσαν οι πρώτες μέρες του καλοκαιριού του 1945 κι εμείς περπατούσαμε στους δρόμους μιας Βαρκελώνης παγιδευμένης κάτω από έναν σταχτή ουρανό κι έναν ήλιο τυλιγμένο στους ατμούς, που έλιωνε και χυνόταν στη Ράμπλα ντε Σάντα Μόνικα κόμπο τον κόμπο, σαν γιρλάντα από λιωμένο χαλκό». Σελ. 9

Κριτική βιβλίου Αγγελα Μάντζιου | cityportal.gr

Ακολουθήστε το cityportal.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις Διαβάστε για Συναυλίες, Σινεμά, Θέατρο, βιβλία, τέχνες, εκδρομές στην ατζέντα (ημερολόγιο) αλλά και όλα τα Τελευταία νέα από τη Θεσσαλονίκη, την Ελλάδα και τον Κόσμο, σήμερα, τώρα που συμβαίνουν.

 

Διαβάστε όλα τα τελευταία νέα | Ενημερωθείτε