«Μαχμούντ ή Η άνοδος της στάθμης των υδάτων» του Antoine Waters – Μετάφραση : Γεωργία Ζακοπούλου | Εκδόσεις Πατάκη | ISBN 9786180702798 | Αριθμός Σελίδων 192 | Κριτική βιβλίου Ανδρομάχη Καρανίκα – Δημητριάδου
«Ζωή είναι να είσαι διαρκώς βρεγμένος.
Ζωή είναι να κολυμπάς στη λιμνούλα της κάθε στιγμής σου»
Σοχράμπ Σεπεχρί «Τα βήματα του νερού»
Με την δύναμη του ποιητικού λόγου, χωρίς όμως το μέτρο και τις νόρμες του, αφήνοντας την ψυχή του να ξεχειλίσει, ο Αντουάν Γουότερς μας παρασύρει μαζί με τον ήρωα του, σε αυτό το ταξίδι του χθες, στην πολύπαθη πατρίδα του.
«..που πέρασαν οι οπλές των στρατευμάτων του Σαλαντίν,
οι μυρωδιές του αλατιού και των μπαχαρικών
των εμπόρων του δρόμου του μεταξιού, τα στίφη
των οπαδών του Ζαρατούστρα και των χριστιανών
την εποχή που το όνειρο του Ισλάμ
ήταν ακόμη σε ύπνωση, των σταυροφόρων,
των ελεφάντων και των δρομάδων
Του Μεγάλου Αλεξάνδρου και των ανδρών του,
Των τσακισμένων από την κούραση νομάδων»
Σε μια σχεδόν καθημερινή ιεροτελεστία, με μέσο τη βάρκα του, τη μάσκα και τον αναπνευστήρα του και ταξιδιωτικό οδηγό τις αναμνήσεις του, ο ηλικιωμένος πια ποιητής Μαχμούντ Ελμάσι καταδύεται στη λίμνη Αλ Άσαντ, το «όνειρο» του καθεστώτος που δημιουργήθηκε το 1973, όταν κατασκευάστηκε το φράγμα της Τάμπκα, στον ποταμό Ευφράτη, στο έδαφος της Συρίας. Παραδίδεται σε θραύσματα από σκέψεις, εικόνες, αναμνήσεις πρόσωπα και στιγμές που συνέθεσαν ολόκληρη τη ζωή του. Αυτά τα ψήγματα ζωής αναμοχλεύει, μεταμορφώνοντας το ψυχοφθόρο πια παρόν σε μαγική αναλαμπή του παρελθόντος, σε σπονδή στο άχρονο τώρα.
«Και ύστερα, μια μέρα, ήρθαν να γεμίσουν τη λίμνη.
Και όλοι είδαμε τα σπίτια μας να βυθίζονται
Το ένα μετά το άλλο, παίρνοντας μαζί τις αναμνήσεις μας.
Το τζαμί.
Το καφενείο του Φαράχ.
Τα δένδρα και τα περιβόλια μας.
Τίποτε δεν γλίτωσε.
Το σχολείο Μπαϊμπά κατεδαφίστηκε
Και, επειδή είχαν την κακοτυχία
Να βρίσκονται κοντά στο επίπεδο των υδάτων,
Σπιτικά καταποντίστηκαν
Και χιλιάδες οικογένειες εκτοπίστηκαν.
……………… Αναζητώ ένα άδειο τραπεζάκι
Στην αυλή του καφενείου Φαράχ
Μα συναντώ μόνο κοπάδια ψαριών».
Ο λόγος του, με ενάργεια και ηρεμία τοποθετεί τον αναγνώστη κάτω από τα ύδατα αλλά μέσα στα γεγονότα και παρά το σκότος που περιβάλλει τον κολυμβητή, παρά το πνιγηρό των σκέψεων, των αναμνήσεων του αλλά και των εξελίξεων, η διαύγεια του ποιητικού λόγου δεν λειτουργεί υπαινικτικά αλλά κινείται σε άπλετο φως και οι εικόνες αναδύονται εξαγνισμένες από το έρεβος των καιρών που αντιπροσωπεύουν.
Ο εξωτερικός νόστος του ήρωα ακολουθεί τον εσωτερικό του. Οι τόποι περιπλάνησης του ακολουθούν την εσωτερική του αναζήτηση παρελαύνοντας από μπροστά του, η πρώτη του γυναίκα που τόσο άδικα χάθηκε, τα παιδιά του – που και τα 3 χάθηκαν στον πόλεμο, η δεύτερη γυναίκα που την – αλλά και τον – ερωτεύτηκε παράφορα μέχρι και το τέλος, η βαρβαρότητα, η φαυλότητα, η ευγένεια, η μνήμη, η λήθη, το καθεστώς, ο πόλεμος, το πρέπον αγκαλιά με το απρεπές. Και η ακροτελεύτια φράση στο κάθε κεφάλαιο, ένα μικρό ράπισμα στον αναγνώστη ως σημείο επαναφοράς στην σκληρή πραγματικότητα.
Χρησιμοποιεί την τεχνική της συνειδησιακής ροής, της ροής της σκέψης και σε συνδυασμό με την πρωτοπρόσωπη αφήγηση ενσταλάζει τον ρυθμό και τη δύναμη της λυρικής ποίησης αλλά και δημιουργεί το μοτίβο ώστε ο αναγνώστης να μην μπορεί παρά να παρασυρθεί σε αυτόν τον αγώνα της μνήμης να μην σβήσει ό,τι μπορεί να αποβεί βλαβερό για την πάλη του ανθρώπου με τον ολοκληρωτισμό και την απόγνωση.
«Τι παράγεται όταν ξύνουμε τη μνήμη και τη λήθη.
Τι γεννιέται όταν αφήνουμε τη μνήμη να μιλήσει
Για ό,τι χάνεται και ωστόσο το διατηρεί.
… Οι λέξεις είναι το ορατό χέρι
της σιωπής, η μορφή που παίρνει για να την κατανοήσουμε.
Οι λέξεις δεν είναι δεν είναι παρά τα οπλισμένα
Χέρια της σιωπής.
Και εγώ δεν έχω πια τη διάθεση να πολεμήσω.
Τελείωσε».
Τα ερωτήματα που τίθενται είναι αμείλικτα. Πόση αλήθεια κρύβεται στο παρελθόν που αναβιώνεται όταν η διελκυστίνδα μεταξύ συναισθηματικής και κριτικής μνήμης κρίνεται στα σημεία; Οι ίδιοι κανόνες ισχύουν και για την προσωπική αλλά και για την ιστορική απρόσωπη μνήμη; Όταν παύουμε να υπάρχουμε, σβήνουμε και ως λίθος του παγκόσμιου γίγνεσθαι στο οποίο ακούσια ή εκούσια συμμετείχαμε ή και δημιουργήσαμε;; Πόση αλήθεια αντέχουμε σε μετωπική σύγκρουση ;; Η ήσυχη γλώσσα, με την εύλαλη σιωπή που αναδύεται από το βάθος της λίμνης μετατρέπεται άλλοτε σε κυματοληκτική και ενίοτε σε κυματοδεκτική λεπίδα για τον αναγνώστη, η οποία λειτουργεί υποδόρια αλλά συστηματικά, με την παγκόσμια ιστορία να ατενίζει με το χαμόγελο της Τζοκόντα.
«Μαχμούντ ή Η άνοδος της στάθμης των υδάτων» | Κριτική Ανδρομάχη Καρανίκα – Δημητριάδου | Μάϊος 2023
Διαβάστε όλα τα τελευταία νέα | Ενημερωθείτε