Στις 23 Φεβρουαρίου του 1957, σε ηλικία μόλις 39 ετών «σβήνει» η Μαρίκα Νίνου. Μια από τις μεγαλύτερες γυναικείες φωνές που πέρασαν από την Ελλάδα πεθαίνει, «χτυπημένη» από καρκίνο. Μια τραγουδίστρια που σύμφωνα με τις μαρτυρίες «καθήλωνε τον κόσμο στα τραπέζια».
Το 1974 ο Μάνος Χατζιδάκις αφιερώνοντας στη μνήμη της τον δίσκο του «Πέριξ» θα γράψει: «Η Μαρίκα Νίνου, δίχως να το ξέρει, με το μαχαίρι της φωνής της, χάραξε μέσα μας βαθιά τα ονόματα των θεών της ταπεινοσύνης και της βυζαντινής παρακμής»
Η Μαρίκα Νίνου ήταν Αρμενικής καταγωγής και το πραγματικό της όνομα ήταν Ευαγγελία Αταμιάν. Ο Καύκασος και η Κωνσταντινούπολη διεκδικούν τον τίτλο της γενέτειρας της.
Γεννήθηκε το 1922 πάνω στο βαπόρι Ευαγγελίστρια που έφερνε τη μητέρα της, τις δύο αδερφές της και τον οκτάχρονο αδερφό της Μπαρκέβ Αταμιάν, από τη Σμύρνη στον Πειραιά. Βγήκε από την κοιλιά της μαμάς της μελανιασμένη και, επειδή νόμιζαν ότι δεν θα ζούσε, την απομάκρυναν σε κάποια αποθήκη. Όμως συνήλθε, επέζησε και αμέσως τη βάφτισε ο καπετάνιος της Ευαγγελίστριας και γι’ αυτό την είπαν Ευαγγελία.
Σε ηλικία 10 ετών η οικογένειά της φτάνει στη Θεσσαλονίκη ενώ το 1945 εγκαθίσταται στην Αθήνα. Στα 17 της παντρεύεται τον πρώτο της σύζυγο, τον Αρμένιο Χάικ Μεσποριάν και αποκτούν έναν γιο. Ωστόσο χωρίζει λίγα χρόνια αργότερα και το 1944 γνωρίζει τον δεύτερο σύζυγό της, ακροβάτη και ζογκλέρ Νίνο Νικολαΐδη.
Εμφανίζεται σε διάφορα νυχτερινά κέντρα, κάνοντας ακροβατικά νούμερα μαζί με το Νίνο και το παιδί της. Το σχήμα ονομάζεται «Ντούο Νίνο και μισό» και γνωρίζει μεγάλη επιτυχία. Η Ευαγγελία γίνεται Μαρίκα, προς τιμήν της Μαρίκας Κοτοπούλη και Νίνου, από το όνομα του συζύγου της.
Η Νίνου ήταν πλέον έτοιμη για το όνειρό της. Το τραγούδι. Γι’ αυτό το λόγο περνούσε τις νύχτες της στο κέντρο Πιγκάλς, κοντά στον Μανώλη Χιώτη και στον Γιώργο Μητσάκη.
Η καθιέρωση της Μαρίκα Νίνου στη νύχτα της Αθήνας
O Στελλάκης Περπινιάδης ήταν αυτός που τον Οκτώβριο του 1948, την κάνει βασική τραγουδίστρια στο κέντρο «Φλόριντα» της Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Εκεί η Μαρίκα Νίνου μαθαίνει τα μυστικά του τραγουδιού και καθιερώνεται στη νύχτα της Αθήνας.
«Έμεινε κοντά μου επί πέντε συνεχείς μήνες και αφού έμαθε όλα τα μυστικά της δουλειάς και όλα τα τραγούδια της εποχής, και επειδή ήταν άριστη στη δουλειά της, ζήτησε αύξηση, γιατί έπαιρνε μόνο 25 δραχμές μεροκάματο, την οποία αύξηση δεν της έδωσαν. Τότε ήρθε και μου είπε ότι τη ζητούν να πάει στου Τζίμη του Χοντρού, όπου εργαζόταν ο Τσιτσάνης, με μεροκάματο 90 δραχμές. Της είπα να πάει να δουλέψει με τον Τσιτσάνη, όπου όχι μόνο θα έπαιρνε καλό μεροκάματο, αλλά θα την βοηθούσε και ο Βασίλης, που ήταν καλός συνθέτης.
Ο Τσιτσάνης την πήρε έτοιμη από μένα στα μυστικά της δουλειάς και στην τεχνική, αλλά με την κατάλληλη προετοιμασία και με το καλό υλικό που της ετοίμασε δημιούργησε τη μεγάλη Μαρίκα Νίνου, που όλοι μας γνωρίσαμε» λέει ο Περπινιάδης στην αυτοβιογραφία του.
Μαρίκα Νίνου – η θυελλώδης σχέση με τον Βασίλη Τσιτσάνη
Ξεκινά τη συνεργασία της με τον Βασίλη Τσιτσάνη στο κέντρο «Τζίμης ο Χοντρός» το 1949 και μένει μαζί του για τρία χρόνια. Kαι, αν και συνεργάστηκε στο πάλκο και στη δισκογραφία με σημαντικούς συνθέτες όπως ο Μανώλης Χιώτης, ο Γιάννης Παπαϊωάννου, ο Γιώργος Μητσάκης, ο Απόστολος Καλδάρας κ.α., ο Τσιτσάνης υπήρξε αυτός που της δίνει σπουδαία κομμάτια και την κάνει μούσα του.
«Γίναμε ντουέτο και κάθε βράδυ στου Τζίμη γινόταν χαλασμός από τον κόσμο. Η ουρά έφτανε μέχρι τον Άγιο Παντελεήμονα. Κάθε μέρα συζητούσαν για μας τους δυο. Όπου πηγαίναμε, και για έκτακτες εμφανίσεις στα θέατρα, γινόταν το σώσε.
Η Μαρίκα στο πάλκο ήταν ασυναγώνιστη, οι κινήσεις της ήταν κάτι το συγκλονιστικό. Είχε τέτοια εκφραστικότητα και τέτοια μεταδοτικότητα στο κοινό, που νομίζω ότι δεν πρόκειται να γεννηθεί άλλη.
Κυριολεκτικά η Μαρίκα Νίνου, καθήλωνε τον κόσμο στα τραπέζια. Ήταν φοβερή. Τραγουδούσε και δίδασκε κιόλας μαζί με το τραγούδι, όπως ο δάσκαλος που διδάσκει στους μαθητές στα θρανία» είπε αργότερα ο Τσιτσάνης.
Το ταξίδι στην Αμερική
Τον Οκτώβριο του 1951 πήγε με τον Τσιτσάνη στην Κωνσταντινούπολη και λίγο αργότερα, είχαν σχεδιάσει να πάνε στην Αμερική: ”Κάποτε έκλεισαν με τον Τσιτσάνη να πάνε να τραγουδήσουν στη Νέα Υόρκη. Η Νίνου πήρε βίζα αλλά όχι ο Τσιτσάνης. “Δεν θα πας” της είπε ο Τσιτσάνης. “Θα πάω” απάντησε η Νίνου. Και πήγε μόνη της”, γράφει ο Λευτέρης Παπαδόπουλος.
H σχέση της Νίνου με τον Τσιτσάνη ήταν θυελλώδης. Πολλοί κάνουν λόγο για έναν έρωτα, που ο Τσιτσάνης κατέπνιγε, σκεφτόμενος την οικογένειά του. Η Νίνου τον διεκδικεί, αλλά ο μεγάλος συνθέτης δεν ενδίδει.
Πριν πάει στην Αμερική όπου τραγούδησε δίπλα στον Κώστα Καπλάνη επί δύο χρόνια, είχε κάνει στην Αθήνα εγχείρηση αφού διαγνώστηκε με καρκίνο στη μήτρας. Στην Αμερική έγιναν μεταστάσεις και η κατάστασή της χειροτέρεψε. Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, οι συγγενείς της τρόμαξαν. Ήταν πολύ αδυνατισμένη και κάτωχρη. Εργάστηκε για λίγο ακόμη και με φοβερούς πόνους. Πέθανε λίγους μήνες μετά, στις 23 Φεβρουαρίου του 1957, σε ηλικία μόλις 39 ετών.
Η ζωή της Μαρίκας Νίνου ενέπνευσε το σενάριο για την ταινία του Κώστα Φέρρη, «Ρεμπέτικο» του 1983
Η δισκογραφία
Ο Τσιτσάνης που έχει διακρίνει ιδιαίτερα χαρίσματα στη φωνή της Νίνου δεν αργεί να της γράψει δικά της τραγούδια. Λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1949, λοιπόν, γραμμοφωνούν οκτώ τραγούδια, μεταξύ των οποίων τα: ‘πού θα τα βρεις στρωμένα’, ‘για τα μάτια π’ αγαπώ’, ‘η καρδιά σου θα γίνει χρυσή’, ‘κι αν πάθεις και καμιά ζημιά’ κ.ά.
Γρήγορα, όμως, τραγούδια τους της δίνουν κι άλλοι συνθέτες που αναγνωρίζουν το ανεκτίμητο τάλαντο της φωνής της: ο Γιώργος Μητσάκης (‘στα μπουζούκια να με πας’, ‘Βαλεντίνα’, ‘παλαμάκια’ κ.ά.), ξανά ο Χιώτης (‘παράξενη κοπέλα’, ‘έχασα τα μάτια τα ωραία’), ο Χατζηχρήστος (‘η μικρή η καμηλιέρη’), οι Ριτσιαρίδης – Τραϊφόρος (‘η ταμπακιέρα’), ο Στέλιος Κηρομύτης (‘πες μου γιατί άλλαξες’), ο Γιάννης Τατασόπουλος (‘το δέκα το καλό’), ο Σταύρος Τζουανάκος (‘φτάνει που θα μ’ αγαπάει’), ο Μιχάλης Σογιούλ (‘ο μήνας έχει εννιά’) και λοιποί.
Για χάρη της Μαρίκας, ο Τσιτσάνης εξακολουθεί να συνθέτει τραγούδια τα οποία η ίδια σφραγίζει με την κρυστάλλινη φωνή της και γίνονται διαχρονικές επιτυχίες. Τέτοια είναι τα ακόλουθα: ‘Σεράχ’, ‘είμαι μια δυστυχισμένη’, ‘τα καβουράκια’, ‘Ζαΐρα’, ‘απόψε κάνεις μπαμ’, ‘παίξτε μπουζούκια’, ‘στο Τούνεζι, στη Μπαρμπαριά’, ‘γεια σου, καΐκι μου Άη Νικόλα’, ‘γεννήθηκα για να πονώ’, ‘τι σήμερα, τι αύριο, τι τώρα;’ κ.ά.
Διαβάστε επίσης: Κική Δημουλά ποιήματα, βιβλία, έρως (6/6/31 – 22/2/20)
Διαβάστε όλα τα τελευταία νέα | Ενημερωθείτε
Ακολουθείστε το Cityportal.gr στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι όλα τα τελευταία νέα
Cityportal.gr Live ενημέρωση: O κορωνοϊός λεπτό προς λεπτό στην Ελλάδα και παγκοσμίως