Γυναίκα ασθενής σε νοσοκομειακό κρεβάτι

Μια γενναία ασθενής

γράφει η Δέσποινα Ντίνα Ενδοκρινολόγος - Διαβητολόγος

Τέτοια εποχή την γνώρισα μέσα στο Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ. Τέτοια εποχή πέθανε. Τέτοια εποχή δεν μπορώ να μην την θυμάμαι έντονα.

Μου έκανε εντύπωση από το πρώτο βλέμμα. Ήταν λίγο πάνω από πενήντα χρονών. Περιποιημένη γυναίκα. Απέπνεε μια σιγουριά που δεν ταίριαζε με την κατάστασή της. Μερικούς μήνες νωρίτερα είχε διαγνωστεί με καρκίνο στον πνεύμονα. Δεν θέλησε να υποβληθεί σε θεραπεία. Όταν μπήκε στο νοσοκομείο, ήξερε ότι θα πεθάνει. Οι πρώτες λέξεις της ηχούν ακόμη στις αναμνήσεις μου: «Δεν με πειράζει να πεθάνω. Βοηθήστε με να μην πονέσω.».

Δεν ήξερα γιατί δεν θέλησε να υποβληθεί σε θεραπεία. Ήξερε ότι δεν θα είχε αποτέλεσμα; Μπορούσε να το ξέρει; Υπέθετα πως ναι, λόγω του επαγγέλματος που είχε δηλώσει: αστρολόγος.

Την παρατηρούσα με δέος. Θαύμαζα την πορεία της προς τον θάνατο. Ήθελα να την ρωτήσω τόσα πολλά, αλλά δεν τολμούσα. Φοβόμουν και μήπως την ταράξω.

Μια μέρα που ήταν καλύτερα από κάθε άλλη, της ζήτησα την άδεια να την ρωτήσω κάτι κι αν ήθελε να μου απαντήσει, κι αν την στεναχωρούσε η ερώτηση να μην το έκανε. Δέχτηκε με προθυμία κι εγώ προσπάθησα να διατυπώσω την απορία μου όσο πιο απρόσωπα μπορούσα, σαν αν μην την αφορούσε. Την ρώτησα αν πίστευε ότι το μέλλον μας είναι προκαθορισμένο και γραμμένο στα άστρα ή το φτιάχνουμε εμείς. Πόσο ελεύθεροι είμαστε;

Μου απάντησε πως ισχύουν και τα δύο. Πως αν ήθελε να δώσει ποσοστά θα έλεγε 70% προκαθορισμένο και 30% επιλογή μας. Μόνη της έκανε την απάντηση προσωπική: «Εγώ ήξερα πως αυτή την χρονιά θα αρρώσταινα βαριά και μπορεί να πέθαινα. Αυτό είναι μοίρα. Εγώ όμως κάπνιζα. Αυτό είναι επιλογή.»

Τόλμησα να την ρωτήσω γιατί δεν υποβλήθηκε σε θεραπεία και μου απάντησε για να μην ταλαιπωρηθεί και ταλαιπωρήσει και τον γιο της.

Ήμουν σχεδόν σίγουρη ότι πίστευε στον Θεό και ότι ο τρόπος που αντιμετώπιζε τον θάνατο μάλλον αντανακλούσε την σχέση της με το μετά αυτού του κόσμου. Έκανα λάθος. Δεν πίστευε στο Θεό. Έλεγε πως όλα τελειώνουν εδώ.

Την έβλεπα να οδεύει προς το τέλος και την θαύμαζα. Ο θαυμασμός γι’ αυτήν έφερε στην επιφάνεια της ψυχής μου έναν άλλο μεγάλο θαυμασμό που είχα νιώσει στην εφηβεία μου. Τότε που μάθαινα για τους κομμουνιστές που πέθαιναν στην Μακρόνησο και την Γιάρο. Αυτοί οι άνθρωποι πέθαιναν για να μην αρνηθούν τις ιδέες τους. Πέθαιναν για έναν καλύτερο κόσμο στον οποίο δεν θα ζούσαν οι ίδιοι.

Σε πιο μικρή ηλικία θαύμαζα τους πρώτους χριστιανούς που βασανίστηκαν για να αρνηθούν την πίστη τους στον Χριστό. Μεγαλώνοντας αυτός ο θαυμασμός χλώμιασε, γιατί σκεφτόμουν ότι υπήρχε αντάλλαγμα, η αιώνια ζωή στην βασιλεία του Θεού.

Οι χριστιανοί τότε και τώρα πεθαίνουν πηγαίνοντας κάπου. Οι άλλοι πουθενά. Πώς πορεύεται κανείς ήρεμα προς το πουθενά;

Κοίταζα αυτήν την γενναία ασθενή που πορευόταν προς το τέλος και αναρωτιόμουν ποια ήταν η πηγή της δύναμής της.

Δεν θυμάμαι όλα όσα είπαμε μαζί. Θυμάμαι να μου ζητάει να της υποσχεθώ πως, αν ποτέ έβγαινε από το νοσοκομείο, θα συναντιόμασταν και έξω. Δεν θα χανόμασταν. Της το υποσχέθηκα. Εκείνη δεν βγήκε ποτέ από το νοσοκομείο, αλλά οι δυο μας δεν χαθήκαμε. Εγώ την θυμάμαι. Και νομίζω κι εκείνη με θυμάται με τον τρόπο της στην διάσταση που βρίσκεται.

Σε μια από τις πιο βαθιές συζητήσεις μας που εκείνη μιλούσε για το τέλος όλων σ’ αυτήν την ζωή, εγώ της ευχήθηκα όταν θα έρθει εκείνη η μεγάλη ώρα του τέλους να μπορέσει, πριν φύγει, να δει αυτό που υπάρχει μετά.

Δεν μπορώ να ξέρω τι είδε, τι ένιωσε, που έφτασε όσο ήταν ακόμη εδώ. Τις τελευταίες μέρες δεν είχε επαφή με το περιβάλλον. Την προτελευταία φορά που την είδα δεν μιλούσε. Κράτησα το χέρι της. Έσφιξε το δικό μου. Ένιωθα ότι με αναγνώρισε. Την τελευταία φορά που την είδα δεν απάντησε στο άγγιγμά μου. Ένιωθα ότι προσπαθούσε να με αναγνωρίσει. Η επικοινωνία μας σ’ αυτήν την ζωή τελείωσε κάπου εκεί. Η σχέση μας σ’ αυτήν την ζωή θα συνεχίζεται όσο ζω εγώ. Η σχέση μας μετά από εδώ θα υπάρξει με άλλους όρους, σε άλλες διαστάσεις.

Τον πρώτο καιρό μετά τον θάνατό της με απασχολούσε πολύ η σκέψη αν κατάφερε στο τέλος να δει πέρα από τα γήινα πέπλα. Αργότερα σκεφτόμουν πως είτε το βλέπουμε όσο είμαστε ακόμη στον γήινο παλμό είτε όχι το Φως είναι εκεί για όλους. Είτε το θέλουμε είτε όχι, είτε το περιμένουμε είτε όχι, είτε το γνωρίζουμε είτε όχι.

Τώρα ξέρω ότι η γενναιότητά της πήγαζε από την σχέση της ψυχής της με το Φως. Τι σημασία έχει αν ο νους δεν μπορεί να το δει; Η ψυχή βλέπει πάντα πιο καθαρά και πιο μακριά.

Μια γενναία ασθενής | γράφει η Δέσποινα Ντίνα Ενδοκρινολόγος – Διαβητολόγος

Διαβάστε επίσης:

To have and not to hold

Ακολουθήστε το cityportal.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις Διαβάστε για Συναυλίες, Σινεμά, Θέατρο, βιβλία, τέχνες, εκδρομές στην ατζέντα (ημερολόγιο) αλλά και όλα τα Τελευταία νέα από τη Θεσσαλονίκη, την Ελλάδα και τον Κόσμο, σήμερα, τώρα που συμβαίνουν.

 

Διαβάστε όλα τα τελευταία νέα | Ενημερωθείτε