Υποδύεται τρεις διαφορετικές γυναίκες δίπλα στον Αντώνη Καφετζόπουλο, σε τρεις σπονδυλωτές ιστορίες της κωμωδίας του αμερικανού συγγραφέα Νηλ Σάιμον «Σουίτα στο Πλάζα» (σε διασκευή των Αλέξανδρου Ρήγα – Δημήτρη Αποστόλου) που πρωτοπαρουσιάστηκε το 1968 στη Νέα Υόρκη και ανεβαίνει στο θέατρο Εγνατία. H Μίρκα Παπακωνσταντίνου έδωσε συνέντευξη στην Αναστασία Γρηγοριάδου και το περιοδικό CITY.
Ποια είναι η ιστορία του έργου;
Το έργο αφορά σε τρεις αυτοτελείς ιστορίες, σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείο του hotel plaza, σε μια σουίτα. Εδώ σε μια διασκευή των Ρήγα-Αποστόλου, είναι σε τρία διαφορετικά μέρη, Ν. Υόρκη, Αθήνα και Κίνα. Είναι ένα ζευγάρι στην αρχή, εκείνη θέλει να περάσουν την επέτειό τους στη σουίτα του ξενοδοχείου, είναι μια γλυκύτατη γυναίκα κάποιας ηλικίας που ο άντρας της την απατά με τη γραμματέα. Εκείνη δεν το ξέρει, το ανακαλύπτει όσο θέλει να περάσει μια βραδιά αναβίωσης.
Στην δεύτερη ιστορία ένας ελληνοαμερικάνος δημοσιογράφος συναντά τον παιδικό του έρωτα, που έρχεται από τη Θήβα και έχει μια μανία, ερεθίζεται, ίνα μη τι άλλο είπω, με τα ονόματα των διασήμων.
Στην τρίτη ιστορία ένα ζευγάρι παντρεύει την κόρη του και η κόρη την ημέρα του γάμου της κλειδώνεται στο μπάνιο και δεν θέλει να βγει, κι εκείνοι προσπαθούν να την βγάλουν με διάφορους τρόπους.
Εμείς τα κείμενα του Σάιμον τα βλέπουμε στη σκηνή, εσείς διαβάζετε τις ατάκες του, πώς στήνει μια ιστορία, πώς είναι τα κείμενά του;
Είναι πάρα πολύ ωραία. Καταρχάς ο Σάιμον είναι καταπληκτικός συγγραφέας. Για μένα, όχι τώρα, είχα κάνει με τη Σμαρούλα Γιούλη και το «Αταίριαστο ζευγάρι» πριν από σχεδόν 20 χρόνια, Χριστέ μου, τώρα μού ’ρθε… Για μένα λοιπόν, μην σας φανεί υπερβολή, το έχω ξαναπεί, είναι ο Τσέχοφ της κωμωδίας. Είναι τόσο προσεκτικές οι φράσεις, οι ατάκες του, οι χαρακτήρες. Είναι μεγάλος μάστορας.
Ποια είναι η μαστοριά του;
Κοιτάει τους χαρακτήρες ακόμη και στα πιο κωμικά, ακόμη κι εδώ που είναι πιο εξωτερικά τα πράγματα, σε κάποια εμβαθύνει πιο πολύ, φτιάχνει χαρακτήρες, τους τεκμηριώνει. Λέει, ο καημός του πατέρα, ο καημός της μάνας, της γυναίκας που θα φύγει ο άντρας της, αυτή η καημένη που έχει πρόβλημα με τους διάσημους. Τα κλείνει, τα τεκμηριώνει με πολύ ωραίο τρόπο. Έχει αστραφτερή ατάκα. Δεν είναι όλοι οι συγγραφείς έτσι, ούτε κι οι ξένοι. Ο Σάιμον είναι από τους άψογους. Και στα κάτω ακόμη, τον παρακολουθώ και στο θέατρό του, έξω, περνάει φάσεις που γράφει λιγότερο, περισσότερο, είναι πολύ δυνατός συγγραφέας, ενώ φαίνεται πολύ απλός.
Πώς είναι να περνάτε από τον έναν ρόλο στον άλλον;
Μου αρέσει τρομερά. Καταρχάς μ’ αρέσει που την τελευταία φορά ήρθα στην Θεσσαλονίκη με μια υπέροχη παράσταση, «Με τη σιωπή». Εγώ φοβόμουν, ήταν δράμα, ήμαστε στους Λαζαριστές, αλλά ήταν καταπληκτική η απήχηση του κόσμου και μ’ αρέσει που αυτό είναι εντελώς διαφορετικό. Το να πάω από την Ελισαία του Κασόνα, αυτήν τη ρημαγμένη γυναίκα, στην τρελή Θηβαία, για μένα είναι απίστευτα ερεθιστικό. Είναι πάρα πολύ δύσκολο, πιστέψτε με, θέλει πολύ κόπο. Και μαζί ωραίος τρόπος εκτόνωσης.
Υπάρχουν πράγματα που τα μαθαίνουν σε έναν ηθοποιό οι δάσκαλοί του, άλλα που τα έχει στο μυαλό του από πριν και υπάρχουν κι εκείνα που του τα μαθαίνει το θέατρο το ίδιο. Ποια ήταν αυτά που σας έμαθε το ίδιο το θέατρο;
Μου έμαθε, πρώτον ότι υπάρχει το σανίδι που μπορεί να είναι βρεγμένο από μόνο του και να σηκωθεί να σε χτυπήσει. Έχει μια αυτονομία το θέατρο δικιά του που σε εκδικείται όταν δεν το σέβεσαι, αν δεν του φέρεσαι ανάλογα με τη σοβαρότητα που πρέπει να το αντιμετωπίσεις. Για μένα είναι λειτούργημα. Φοβάμαι τις λέξεις, ακούγονται βαρύγδουπες, φοβάμαι τις λέξεις ηθοποιός, ποιώ τα ήθη και όλα αυτά, δεν θέλω να τις χρησιμοποιούμε, τις έχω στο βάθος του μυαλού μου, αλλά πιστεύω ότι θέλει μια σοβαρότητα να κάνεις δράμα, κωμωδία και συγχρόνως να κάνεις παιχνίδι, να μπορείς να έχεις τη ματιά του ερασιτέχνη με την έννοια του εραστή της τέχνης, δεν είναι εύκολο βέβαια αυτό. Αυτά τα λέω και τα προσπαθώ, δεν λέω ότι τα κατορθώνω πάντα. Υπάρχει μια φράση σε ένα βιβλίο, στον «Καιρό των Χρυσανθέμων», του Ελευθερίου, που λέει ένας μπουλουκτσής μες στον πυρετό του, την ώρα που πεθαίνει στο κατάστρωμα ενός πλοίου, «θεέ μου, δως μου τη δύναμη να αγαπήσω τις λέξεις απ’ την αρχή». Αυτό είναι πολύ μεγάλο πράγμα, με τα χρόνια μπαίνει η ρουτίνα και πρέπει να ξύνεις κάθε τόσο την επιφάνεια να μπαίνεις πιο μέσα. Αυτό γίνεται με κόπο και πόνο πολλές φορές. Δεν εννοώ σωματικό, ψυχικό. Να ψάχνεις και να μην ικανοποιείσαι.
Και πόσες νέες ματιές μπορούν να υπάρχουν;
Άπειρες. Κι αυτό το βλέπω στα νέα παιδιά που κατά καιρούς έχω κάνει μάθημα, που μέσα στην απειρία τους βγάζουν κάτι λάμψεις που τις ζηλεύω απίστευτα, δεν μπορώ να τις πλησιάσω. Η απειρία και η φόρα των νιάτων… Εκεί δεν μπορείς να ξαναγυρίσεις, αλλά μπορείς να «κλέψεις» πράγματα.
Πώς είναι να παίζετε με τον Αντώνη Καφετζόπουλο;
Αυτό είναι μια ευτυχής συνάντηση και είναι ο λόγος που είπα ναι. Είχα πει στον Αλέξανδρο Ρήγα, που τον ξέρω χρόνια, συνεργαζόμαστε, ότι χωρίς τον Αντώνη δεν το έκανα, γι’ αυτό και το αρχίζουμε από τον Ιανουάριο που μπορούσαμε κι οι δύο, κυρίως ο Αντώνης που είχε άλλες υποχρεώσεις. Είναι ευτυχία να παίζουμε μαζί γιατί ο Αντώνης έχει άλλο τρόπο προσέγγισης αλλά απίστευτα γοητευτικό, είναι και μια χαρά παιδί και μια χαρά συνάδελφος, είναι πολύ σημαντικό αυτό, νιώθεις μια σιγουριά, και επίσης έχει κάτι που ζηλεύω τρομερά, έχει αυτήν την παιδικότητα να αντιμετωπίζει τις λέξεις, τα πράγματα, τα αντιμετωπίζει σαν παιχνίδι, πολύ σοβαρό παιχνίδι, κι αυτό με τραβάει, με μαγεύει.
Μπήκατε στο επάγγελμα κορίτσι και γίνατε γυναίκα, μεγαλώσατε μέσα στο θέατρο;
Όντως, τώρα που λέτε το συνειδητοποιώ. Τελειώνοντας το γυμνάσιο πάρα πολύ σιγά, από μικρούς ρόλους και περάσματα μπήκα στο θέατρο.
Τόσες γυναίκες που έχετε ερμηνεύσει, έχουν αφήσει κάθε μια κάτι πάνω σας;
Πολλά, υπέροχα, ανεξίτηλα «σημάδια». Έχω κάνει υπέροχα πράγματα, χειρότερα ή καλύτερα. Λατρεύω από επιθεωρησιακά νούμερα -είχα την τύχη κάποια να είναι καταπληκτικά γραμμένα, στην Ελεύθερη Σκηνή-, μα έχω περάσει πάρα πολύ ωραία, νιώθω τυχερή που το θέατρο το άγγιξα μέσα από τέτοιους δρόμους. Μετά περνώντας σε θιάσους καταπληκτικούς, συναδέλφους απίστευτους -έχει πολύ μεγάλη σημασία αυτό- που θαύμαζα και θαυμάζω. Έπαιρνα σιγά-σιγά πράγματα από τους ρόλους, έχουν μείνει μικρές λαμπερές στιγμές που είναι σαν χρυσή κλωστή που τα ενώνει, αλλά κάποιες στιγμές ανεπανάληπτες. Ας πούμε, θυμάμαι συγκεκριμένα στη Θεσσαλονίκη, την «Shirley Valentine», στη Σταυρούπολη, κάναμε μια αβάντ πρεμιέρ και γέμισε το θέατρο γιατί ήταν τσάμπα, πολύ απλά τα πράγματα. Δεν είναι που ήρθε ο κόσμος, είναι πώς έφυγε. Συνέβη κάτι μαγικό. Αυτή τη στιγμή, αυτής της βραδιάς, δεν θα την ξεχάσω. Υπήρχε ένα κύμα από κάτω προς τα πάνω, από πάνω προς τα κάτω, γελάγαμε μαζί, κλαίγαμε μαζί, κάναμε παύσεις μαζί, με τον κόσμο που ήρθε και μπορεί και να μην ήξερε τι πήγαινε να δει. Αυτό δεν θα το ξεπεράσω, είναι από τις στιγμές που έχουν μείνει. Μου έχει μείνει η «Ισμήνη» του Ρίτσου, ένα υπέροχο κείμενο. Η «Σιωπή», είχα στιγμές υπέροχες, όχι μόνο λόγω του βραβείου, που ήταν πολύ ωραία στιγμή, ήταν επιβράβευση θεατών του Αθηνοράματος, δεν μπορεί να το περιφρονήσεις αυτό. Ήταν εκπληκτική η ανταπόκριση του κόσμου, σας τα έλεγα πριν. Το αντικείμενο του πόθου μας είναι ο κόσμος, κι όχι από την άποψη την χρηματική. Το κάνεις για να σε δουν. Αν ήταν αλλιώς, θα μαζευόμασταν σε ένα μπαλκόνι -θα έλεγα στους φίλους μου καθίστε κάτω τώρα και θα έπαιζα. Είναι ο κόσμος που σε τιμά με την παρουσία του. Ξεκίνησε από το σπίτι του. Ντύθηκε να ’ρθει σε σένα. Αυτό είναι πολύ σημαντικό.
Info:
από Cityportal Team S
Διαβάστε όλα τα τελευταία νέα | Ενημερωθείτε
Ακολουθείστε το Cityportal.gr στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι όλα τα τελευταία νέα
Cityportal.gr Live ενημέρωση: O κορωνοϊός λεπτό προς λεπτό στην Ελλάδα και παγκοσμίως