«Πολύ αργά πια» Claire Keegan

«Πολύ αργά πια» Claire Keegan – Μετάφραση: Μαρτίνα Ασκητοπούλου | Εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ | Παρουσίαση – Κριτική Αγγέλα Μάντζιου


Μια ιστορία μοναξιάς, χωρισμού και ακύρωσης μιας προσδοκώμενης συνθήκης πραγματεύεται το βιβλίο της Ιρλανδής συγγραφέως Claire Keegan, Πολύ αργά πια.

Η διήγηση αφορά την περίπτωση ενός άνδρα εργαζόμενου ο οποίος μετά την λήξη της εργασίας του, με το τέλος της εβδομάδας, καθυστερεί να φύγει από το γραφείο του, στο κέντρο του Δουβλίνου για να επιστρέψει στο σπίτι του στο Άρκλοου, στα νότια. Ο άνδρας ονομάζεται Κάχαλ. Το διήγημα περιγράφει την διαδρομή που ακολουθεί και τους ανθρώπους που συναντά μέχρι να φτάσει σπίτι του. Εκεί θα κλειστεί με τις σκέψεις και τις αναμνήσεις να πολιορκούν το μυαλό του όλη νύχτα ως το ξημέρωμα. Την ημέρα αυτή θα παντρεύονταν.

Στο αφηγηματικό κάδρο η συγγραφέας εισάγει την γνωριμία του Κάχαλ με την Σαμπίν, μια Γαλλίδα με Αγγλικές ρίζες, την οποία γνωρίζει εκτός έδρας σε ένα συνέδριο. Γοητευμένος από την απλότητά της, ζητάει το τηλέφωνό της. Η γυναίκα εργάζεται σε γκαλερί, στο κέντρο της πόλης. Βγαίνουν για ποτό. Την καλεί στο σπίτι του. Οι επισκέψεις θα οδηγήσουν σε πρόταση συγκατοίκησης και κοινής ζωής στην προοπτική του γάμου τους και της απόκτησης ενός παιδιού. Η συγκατοίκηση θα αποκαλύψει τριβές γύρω από θέματα της καθημερινότητας (τα ψώνια, τις αλλαγές στην διακόσμηση) και τις διαφορετικές συνήθειες των δύο αυτών χαρακτήρων. Αυτήν την σχέση εξετάζει η συγγραφέας στο βιβλίο της. Μια σχέση δύο ανθρώπων η οποία τελικά δεν ευδοκιμεί και η συνθήκη της συμβίωσης ανατρέπεται την τελευταία στιγμή με την άρνηση της γυναίκας να δεχτεί την πρόταση γάμου την οποία αρχικά είχε δεχτεί αν και ύστερα από κάποια πίεση.

Η αφήγηση ξεκινά στο παρόν και φτάνει στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν καθώς και σε ενδεικτικά στιγμιότυπα των νεανικών χρόνων του ήρωα του διηγήματος. Η ιστορία ξεδιπλώνει κάποιες σκηνές-εικόνες ζωής, που αφορούν το παρελθόν του άνδρα και αποκαλύπτουν το κοινωνικό υπόβαθρο της τάξης στην οποία ανήκει, για να αναδυθεί μια νοοτροπία φύλου, ανεξάρτητα και πέρα από το τυπικό μορφωτικό πλαίσιο και την εργασία γραφείου ή την κοινωνική ανέλιξη.

Περιγράφεται μια χαρακτηριστική σκηνή στο οικογενειακό τραπέζι, με τον πατέρα, με τον ίδιο και τον αδελφό του φοιτητές που έχουν επιστρέψει για λίγο στο σπίτι και με την μητέρα τους η οποία τους περιποιείται. Είναι μια σκηνή φαγητού με τηγανίτες και γέλια για την πτώση της μητέρας τους στο πάτωμα την ώρα που ετοιμάζεται να καθίσει κι εκείνη μαζί τους και ο αδερφός του ήρωα της τραβάει απότομα την καρέκλα.

Το βιβλίο είναι χωρισμένο σε τέσσερα -αριθμημένα και μικρής έκτασης- κεφάλαια. Οι εναρκτήριες φράσεις αφορούν χρονικές υπενθυμίσεις (ημερομηνία, έτος, εποχή, ώρα).
Μικρές λεπτομέρειες στις οποίες εστιάζει η συγγραφέας, παρέχουν ενδεικτικές πληροφορίες στον αναγνώστη για την κοινωνία και τον τρόπο ζωής. Χωρίς περιττές περιγραφές ψηφίδα ψηφίδα, αναδύεται η οπτική ενός ανθρώπου ο οποίος δεν χαίρεται αλλά σχολιάζει μεμψίμοιρα και μίζερα ή εκφράζει μια δυσφορία για τα πράγματα και τις καταστάσεις. Είναι επιφυλακτικός και ως προς τα αισθήματα κρυψίνους και δύσκολος. Δεν είναι έτοιμος να παραχωρήσει τίποτα.

Οι διάλογοι με τους συναδέλφους του γραφείου αλλά και με άγνωστους ανθρώπους στο λεωφορείο, οι τιμές των τροφίμων, σκέψεις για τις γυναικείες φιγούρες στους πίνακες του Βερμέερ, το άρωμα των γυναικών, τρόποι ομιλίας ή χρήσης λέξεων, φιγούρες ανθρώπων, το δαχτυλίδι αρραβώνων, η προετοιμασία του γάμου, κάρτες και ρούχα, όλα σκιαγραφούν καίρια τον συγκεκριμένο τύπο ανθρώπου. Είναι ένας άνδρας μοναχικός, κλειστός και μαθημένος σε έναν τραχύ και απόλυτο τρόπο χειρισμού των πραγμάτων. Δεν είναι γενναιόδωρος. Η νοοτροπία του έχει βαθιές ρίζες σε παγιωμένα χαρακτηριστικά που διαμόρφωσαν την συμπεριφορά της ράτσας των Ιρλανδών ανδρών έναντι των γυναικών.

Παράλληλα η συγγραφέας σχολιάζει έμμεσα και υπαινικτικά κάποιες κοινωνικές καταστάσεις. Το βαρετό πρόγραμμα της τηλεόρασης, ο γάμος (την ίδια ημερομηνία) της πριγκίπισσας Νταϊάνας, η ζωή και ο θάνατός της ως υλικό ταινίας, το βιβλίο ενός ιρλανδού συγγραφέα για την κακοποίηση μιας γυναίκας από τον άντρα της, οι δραστηριότητες των ανθρώπων, οι συζητήσεις των γυναικών για την συμπεριφορά των ανδρών, όλα χαράζουν ως διαπιστώσεις το κοινωνιολογικό πλαίσιο αναφοράς. Η εξοχή, το αστικό τοπίο, η φύση, ο καιρός, συμπληρώνουν αντιθετικά την δυστροπία της κατάστασης των χαραμισμένων αισθημάτων, χρωματίζοντας την αδυναμία βίωσης της δυνατότητας της ευτυχίας.


Πολύ αργά πια
Συγγραφέας: Claire Keegan
Μετάφραση: Μαρτίνα Ασκητοπούλου
Θεματική κατηγορία: Σύγχρονη
ISBN: 978-618-03-3794-5
Σελίδες: 56
Ημερομηνία Έκδοσης: 07/12/2023


Αποσπάσματα

«…τόση ζωή, να συνεχίζεται ομαλά, παρά τα ατέλειωτα βάσανα των ανθρώπων και τη γνώση ότι όλα θα τελειώσουν». Σελ.12
«Κι εσείς;» τον ρώτησε. «Έχετε σχέδια για το τριήμερο;»
«Λέω να ξεκουραστώ» είπε ο Κάχαλ, οδηγώντας την κουβέντα σε αδιέξοδο, για να μη συνεχιστεί.
Κανονικά τώρα θα έβγαζε το κινητό του, για να τσεκάρει τα μηνύματά του, αλλά συνειδητοποίησε ότι δεν ήταν έτοιμος -και τότε αναρωτήθηκε αν ήταν ποτέ κανείς έτοιμος να αντιμετωπίσει κάτι δύσκολο ή επώδυνο». Σελ.17
«Τότε την είχε κοιτάξει στα μάτια και είχε δει εκεί για μία ακόμα φορά την αντανάκλαση μιας άσχημης πλευράς του εαυτού του». Σελ.42
«Νομίζεις ότι μου τρέχουν από τα μπατζάκια;» της είχε πει -κι αμέσως αισθάνθηκε τη βαριά σκιά του πατέρα του, με τον τρόπο που μιλούσε για τα πράγματα, να τον ακολουθεί πάντα, σε όλη του τη ζωή, ειδικά μια μέρα σαν αυτή που θα έπρεπε να είναι όμορφη, αν όχι μια από τις πιο ευτυχισμένες». Σελ.28
«Έναν χρόνο πριν και λίγο παραπάνω, είχε κατέβει τρέχοντας σχεδόν τις σκάλες του γραφείου για να συναντήσει τη Σαμπίν στην είσοδο του πάρκου Μέριον, εκεί που ήταν το άγαλμα με τον Όσκαρ Ουάιλντ ξαπλωμένο σε έναν βράχο. Φορούσε λευκό κουστούμι και σανδάλια, γυαλιά ηλίου, ένα κολιέ με πολύχρωμες χάντρες στο λαιμό της. Είχαν περάσει απέναντι στην Εθνική Πινακοθήκη, για να δουν την έκθεση του Βερμέερ ·».Σελ.21
«…και την άκουγε να του λέει, για μια ακόμα φορά, πολύ καθαρά, τώρα που ήταν πολύ αργά πια, ότι είχε αλλάξει γνώμη και τελικά δεν ήθελε να τον παντρευτεί». Σελ. 52
«Την Παρασκευή, 29 Ιουλίου, το Δουβλίνο ήταν όπως ακριβώς είχε πει το δελτίο καιρού». Σελ.11


Βιβλίο: «Πολύ αργά πια» Claire Keegan – Μετάφραση: Μαρτίνα Ασκητοπούλου | Εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ | Παρουσίαση – Κριτική Αγγέλα Μάντζιου

«Αύριο στη μάχη να με σκεφτείς» – Χαβιέρ Μαρίας

Ακολουθήστε το cityportal.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις Διαβάστε για Συναυλίες, Σινεμά, Θέατρο, βιβλία, τέχνες, εκδρομές στην ατζέντα (ημερολόγιο) αλλά και όλα τα Τελευταία νέα από τη Θεσσαλονίκη, την Ελλάδα και τον Κόσμο, σήμερα, τώρα που συμβαίνουν.

 

Διαβάστε όλα τα τελευταία νέα | Ενημερωθείτε