Στην πόλη μας, όταν βρέχει για ώρες βροχή δυνατή, πλημμυρίζουν οι άκρες των δρόμων και γίνονται σαν όχθες ρηχών ποταμών κι έτσι δεν μπορείς να περάσεις από το ένα πεζοδρόμιο στο άλλο «αβρόχοις ποσί» (ποσί: δοτική πληθυντικού του ουσιαστικού ο πους /του ποδός), χωρίς να βρέξεις τα πόδια σου δηλαδή…
Στην πόλη μας, όταν κάποιος παρκάρει μπροστά σε στάση λεωφορείου, σε διάβαση πεζών, μπροστά σε κάδους ανακύκλωσης ή καβαλήσει πεζοδρόμιο κλείνοντας τη διέλευση για τους πεζούς, κανείς που θα τον δει την ώρα που το κάνει δεν θα του «Έι, τι κάνεις εκεί;» –γιατί να μπλέξει;
Στην πόλη μας, όταν είναι γεμάτα τα αστικά λεωφορεία πάντα κάποιοι κάθονται μπροστά στις πόρτες και εμποδίζουν αυτούς που θέλουν να ανέβουν και να κατέβουν, προτιμούν μάλιστα να ανεβοκατεβαίνουν και οι ίδιοι σε κάθε στάση παρά να χάσουν τη θέση που κατέχουν μπροστά στην πόρτα…
Στην πόλη μας, όταν κάποιος βρίσκεται για επίσκεψη στο σπίτι κάποιου, χωρίς να έχει πάει με το αυτοκίνητό του (ή δεν διαθέτει αυτοκίνητο), όταν πρέπει να αποχωρήσει και έξω βρέχει, ο οικοδεσπότης δεν του προτείνει να τον πάει με το δικό του αυτοκίνητο, ακόμα κι αν ο επισκέπτης του απαντήσει «άσε, θα πάρω ταξί»…
Στην πόλη μας, όταν δύο ζευγάρια ή και δύο οικογένειες με ένα παιδί, συνεννοηθούν να πάνε κάπου μαζί, μια επίσκεψη σε γιορτή, για φαγητό ή μια μικρή εκδρομή, κανείς δεν προτείνει στους άλλους «να περάσουμε να σας πάρουμε, να πάμε με ένα αυτοκίνητο;» –μην στριμωχτούνε…
Στην πόλη μας, κανείς δεν προτρέπει τα παιδιά να βγάλουν κάπου έξω τα παιχνίδια που δεν θέλουν πια, προς πώληση, φτηνά (έστω για να ξεκολλήσουν από αυτά και να διδαχτούν τη διαδικασία της δεύτερης χρήσης), αν δεν βρουν κάπου να τα χαρίσουν…
Στην πόλη μας, που έχει μέτωπο προς τη θάλασσα, ακόμα και στα διαμερίσματα στην παραλιακή που έχουν υπέροχη θέα προς τον ανοιχτό ορίζοντα, σπάνια θα δεις ανθρώπους να κάθονται στα μπαλκόνια, ακόμα κι όταν ο καιρός είναι καλός, και να αγναντεύουν ένα όμορφο ηλιοβασίλεμα…
Στην πόλη μας, κανείς που έχει ένα διαμέρισμα με ωραία θέα ή διαθέτει ένα ευρύχωρο μπαλκόνι δεν σου προτείνει «έλα όποτε θες, να σε κεράσω έναν καφέ ή ποτό στο μπαλκόνι και να τα πούμε», προτιμά να σου προτείνει (μία στις τόσες) ένα ραντεβού κάπου έξω για πληρωμένο καφέ ή ποτό…
Στην πόλη μας, στα μπαλκόνια και χωρίς θέα, βγαίνουν και κάθονται κάποιες φορές γέροντες και γερόντισσες, όχι για να δουν αλλά για τους «δει ο ήλιος», για να κάνουν ένα διάλειμμα από την τηλεόραση που βλέπουν ολημερίς…
Στην πόλη μας, πολλοί λίγοι κάθονται στα παγκάκια της παραλίας ή στις πρασιές των πάρκων να διαβάσουν ένα βιβλίο ή να ρεμβάσουν, έχοντας μαζί τους κάτι για να πιούν ή να τσιμπήσουν, εκτός κι αν πρόκειται για άστεγους πότες ή ανθρώπους που δεν έχουνε στον ήλιο μοίρα…
Στην πόλη μας, όποιος έχει κατάστημα με κάβα ποτών είναι προτιμότερο να την κλείσει και να ανοίξει καφέ-μπαρ, αφού τα κέρδη σε κάθε καφέ και κάθε ποτό που θα πουλά είναι μεγαλύτερο από ό,τι σε κάθε μπουκάλι που πουλούσε λιανική μέχρι τώρα και από την άλλη όσους προμήθευε χονδρική, καφέ-μπαρ ή ρεστωράν με κάποιο τζίρο, πάντα του χρωστούσαν λεφτά…
Στην πόλη μας, κάθε καλός μπάρμαν με πείρα και πάνω από ένα όριο ηλικίας, πρέπει να ανοίγει δικό του μπαρ ή να γίνεται μέτοχος στο μπαρ που εργαζόταν ή να αλλάζει επάγγελμα, διότι κανείς ιδιοκτήτης μπαρ δεν προσλαμβάνει έναν καλό μπάρμαν πάνω από ένα όριο ηλικίας, προτιμά κάποιον νεαρό και φτηνό κι ας μην ξέρει να πει μια κουβέντα με έναν πελάτη στην μπάρα…
Στην πόλη μας, όταν μια παρέα πάει σε ένα μπαρ και πίνει ο καθένας από 3-4 ποτά, κανείς από το κατάστημα δεν θα κεράσει στο τέλος μια γύρα από τα ήδη πιωμένα ποτά, διότι δεν υπάρχει κανείς υπεύθυνος του καταστήματος που να ξέρει πώς φέρονται στους καλούς πελάτες –για να τους κάνει να ξανάρθουν…
Στην πόλη μας, ο καφές στα καφέ-μπαρ χρεώνεται ακριβά γιατί -λέει- οι θαμώνες πληρώνοντας έναν καφέ κάθονται με τις ώρες και καταλαμβάνουν το χώρο, αλλά και όποιον πιει βιαστικά τον καφέ του και παραχωρήσει γρήγορα το χώρο για τον επόμενο πελάτη, δεν τον χρεώνουν λιγότερο…
Στην πόλη μας, δεν ξέρω να είπε ποτέ κανείς ιδιοκτήτης καταστήματος σε κάποιον φίλο αδερφικό «να θεωρείς αυτό το μαγαζί σαν δικό σου, όποτε έρθεις μπορείς να πάρεις ό,τι θες χωρίς να πληρώσεις» ή «κι αν ποτέ έχεις ανάγκη, άνοιξε το ταμείο και πάρε όσα χρειάζεσαι» –εννοείται ότι δεν το διανοείται αυτό κανείς ούτε για αδερφό ή αδερφή…
Στην πόλη μας, κανείς δεν νοιάζεται σήμερα να ξέρει τι γίνεται στην πόλη πέρα από το σπίτι του, το χώρο της εργασίας του, ίσως, το σχολείο των παιδιών του, το γήπεδο της ομάδας του, άντε και εντός της στενής περιμέτρου της γειτονιάς του –εκτός κι αν πάει για Δήμαρχος…
Λέμε τώρα!
Σωτήρης Ζήκος
sz@citymedia.gr
Διαβάστε όλα τα τελευταία νέα | Ενημερωθείτε
Ακολουθείστε το Cityportal.gr στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι όλα τα τελευταία νέα
Cityportal.gr Live ενημέρωση: O κορωνοϊός λεπτό προς λεπτό στην Ελλάδα και παγκοσμίως