Συνήγορος του «διαβόλου»

Συνήγορος του «διαβόλου»

Γράφει ο Παύλος Λεμοντζής
Δεύτερη μέρα που αγνοείται. Το μικρό αγαπημένο μου τανσουλινάκι. Η μαμά Τανσού κι οι μπαμπάς Τανσουλίνος αλωνίζουν τη γειτονιά και καταφτάνουν τις καθορισμένες ώρες για το φαγητό. Πρωί – απόγευμα τρώνε στα πιάτα τους, κλωθογυρίζουν στα πόδια μου κι ύστερα εξαφανίζονται, ένεκα των επιτακτικών καλεσμάτων των ξαναμμένων αρσενικών, Γενάρη μήνα, ερωτιάρη μήνα για όλα τα τετράποδα ταντσουλίνια.

Τελευταία το μικρούλι μου ήταν άκεφο. Του έβαζα τροφή ξεχωριστά, άπλωνα τη μούρη μου δίπλα στη δική του, ήθελε να με νιώθει σιμά του, ήθελε να απολαμβάνω το γουργούρισμά του, ήθελε τη μυρωδιά μου για να του έρθει η όρεξη, άλλα μπα.

Τσιμπολογούσε κάτι τις και σκαρφάλωνε αιλουροειδώς στον ώμο μου. Εκεί κούρνιαζε. Μου άρεσε αυτή η αγάπη, αυτή η αγκαλιά, αυτή η ανάσα η ζωντανή, αυτό το νιάσιμο, αυτό το δόσιμο από ένα πλάσμα που με κοίταζε στα μάτια μ? ευγνωμοσύνη, που ήταν αναπάντεχα αγχολυτική καθημερινή μου συντροφιά.

Ποιος ξέρει τι πρόβλημα είχε. Γιατροί και φάρμακα σε περίοδο καραντίνας και σε περιοχή απογυμνωμένη από οτιδήποτε αναγκαίο, πλην του μίνι- Μάρκετ, ακριβή πολυτέλεια. Κι έτσι, το όμορφο, γλυκύτατο ταντσουλινάκι, εξαφανίστηκε από τη ζωή μου. Πιστεύω από τη ζωή, γενικά. Με πόνεσε η απώλεια. Θα μου πεις, εδώ κόσμος χάνεται, άνθρωποι πεθαίνουν στα ξαφνικά, η πανδημία συνεχίζει να στέλνει στον άλλον κόσμο αρκετούς φίλους και γνωστούς. Αλήθεια είναι. Οπότε, συμβιβάστηκα με ό,τι απέμεινε. Ζωντανά πολύχρωμα, που νιαουρίζουν ολημερίς στην αυλή μου και μια θλιβερή συνήθεια να διαβάζω και ν΄ ακούω καθημερινά, την αυξημένη θνητότητα. Και να γυρίζω σελίδα.
 
Σκληρό, σχεδόν απάνθρωπο. Θυμήθηκα μια αράδα που διάβασα στο «Φοβερό Βήμα» του Ταχτσή. Στην κατοχή, μικρός αυτός, αποτύπωσε μια φράση που σερνόταν στα κεντρικά σημεία της πόλης : «μετριέστε; Εμείς μετριόμαστε»! Και τραβούσε ο καθείς τον δρόμο του.
Ακριβώς το ίδιο κάνουμε σήμερα, χωρίς να το λέμε. Ο φόβος του στίγματος. Τόσοι ήμασταν, τόσοι μείναμε. Το κρύβουμε. Μην μας δείχνουν με το δάχτυλο, μην αλλάζουν πεζοδρόμιο οι συμπολίτες, μην τυχόν και μας αγγίξουν κατά λάθος. Είναι κι αυτή η μετάλλαξη του ιού που ήρθε από τον Βορρά, είναι οι πλήρεις Μ.Ε.Θ. , είναι το σχέδιο του Τζόνσον της Αγγλίας να σώζονται οι κάτω των 65, είναι το επιβεβλημένο πια όριο μακροβιότητας που σκάλωσε, ελέω ανισόρροπου αρχηγού ευρωπαϊκού κράτους, είναι η αμετροέπεια των νεαρών που, μπρος στη διασκέδαση, τι είναι η μάσκα και η απαγόρευση συνάθροισης ομάδων συμπαγών σε μια παρέα, είναι κι ένα αυθάδικο «αποφασίζουμε και διατάσσουμε» και έτερον ουδέν. Όσο για τους ώριμους απείθαρχους, πάντα βρίσκουν αφορμές να καταστρατηγήσουν κανόνες, ν? αμοληθούν σε παραλίες, σε εκκλησίες, σε πάρκα και να εκτινάξουν τους αριθμούς κρουσμάτων – θυμάτων κορωνοϊού, νεκρών και υπό προθεσμία ψυχοραγούντων.
 
Αλλά θα τον κάνω για άλλη μια φορά τον συνήγορο του διάβολου. Επειδή, μένοντας στον φόβο ή στην ενόχληση που μας προκαλούν οι μη μετανοούντες απείθαρχοι, δυσκολευόμαστε να καταλάβουμε τα τραύματα της αναγκαστικής αποχής. Υπάρχει ένας κόσμος που αν του στερήσεις την έξοδο και τη συνάντηση των σωμάτων στον χώρο, νιώθει πως ακυρώνεται η ύπαρξή του, πως χάνει κάτι ουσιαστικό από τη ζωή του. Περισσότερο από τους άλλους. Και, για παράδειγμα, πλήθος ορθόδοξων χριστιανών, περισσότερο από άλλες ομολογίες, δεν μπορούν να αποδεχτούν τη λατρεία «στο σπίτι» ή τη φυσική απομάκρυνσή τους από τους άλλους πιστούς, τον παπά, τις εικόνες.  

Πολλές φορές, εμείς οι απέναντι, παρουσιάζουμε τον κόσμο σαν ένα μετατρέψιμο σύμπαν με εύχρηστες ορθολογικές αποκρίσεις. Σαν να είναι πράγματι η ζωή ένα θέμα οδηγιών χρήσης. Δίνουμε έτσι εντολή σε βαθιά ριζωμένα πάθη να γίνουν πιο επιφανειακά  ή υποπτευόμαστε τις επίμονες ευαισθησίες, σαν δείγματα λειψής προσαρμογής στην ευέλικτη σύγχρονη αντίληψη περί θρησκείας. Κατά βάθος, μπορεί και να μας εκνευρίζει το γεγονός πως ο λαός της παράδοσης, του ενθουσιασμού και της μαχητικής κοινωνικότητας έχει ταγούς που υπόσχονται – πάντα – κάτι καλύτερο από την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων.

Ας παραδεχτούμε την πραγματικότητα. Όσοι σκεπτόμαστε τον κόσμο με βάση το δίπολο του ατόμου και του κράτους, της ατομικής ύπαρξης, δηλαδή, και μιας νόμιμης πολιτικής κοινότητας, βρεθήκαμε σε πλεονεκτικότερη θέση στην πανδημία. Γιατί μας έρχεται πιο λογικά και εύκολα το να τηρήσουμε έναν νόμο και στη συνέχεια να ταιριάξουμε ο καθένας το χνώτο του στους τέσσερις τοίχους με τον υπολογιστή μας και στην αυλή μας με τα τετράποδα συντρόφια μας, που συντηρούμε.
 
Μου λείπει το μικρό, χαριτωμένο, αξιαγάπητο ταντσουλινάκι. Καλής πάστας γατουλίνι. Να δεις τώρα ποια κτηνίατρος φίλη μου το έλεγε, νομίζω η Θάλεια, μπορεί να κάνω και λάθος, ότι οι γάτες έχουν χαρακτήρες όπως οι άνθρωποι. Καλοί, δύστροποι, κακοί, ανάποδοι. Δίκιο είχε. Λοιπόν, κι εγώ το δίκιο το μοιράζω. Όπως τώρα.

κείμενο Παύλος Λεμοντζής

Ακολουθήστε το cityportal.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις Διαβάστε για Συναυλίες, Σινεμά, Θέατρο, βιβλία, τέχνες, εκδρομές στην ατζέντα (ημερολόγιο) αλλά και όλα τα Τελευταία νέα από τη Θεσσαλονίκη, την Ελλάδα και τον Κόσμο, σήμερα, τώρα που συμβαίνουν.

 

Διαβάστε όλα τα τελευταία νέα | Ενημερωθείτε