Στο νεκροταφείο των Ταξιαρχών στην πόλη του Βόλου βρίσκεται ένας “ιδιαίτερος” οικογενειακός τάφος, που δεσπόζει ανάμεσα στους σταυρούς και τις προτομές που στολίζουν τις λοιπές ταφικές κατοικίες αλλά παράλληλα κρύβει μία τραγωδία.
“Πρόσεχε μην πέσει σαμιαμίδι στο γάλα σου και πεθάνεις”
Ο τάφος-τραπεζαρία φιλοτεχνήθηκε κατόπιν εντολή του Ρώσου πρόξενου Νικόλαου Κοντού, ενός από τους ισχυρότερους άνδρες στην Κεντρική Ελλάδα (τέλη 19ου αιώνα), ο οποίος μαζί με την γυναίκα του και τα 5 παιδιά τους έμεναν σε μία πολυτελής μονοκατοικία-αρχοντικό λίγο έξω από τα Άνω Λεχώνια.
Δυστυχώς η ευτυχία της οικογένειας πρόκειται να πληγεί, καθώς μέσα σε 2 χρόνια ο Νικόλαος Κοντός και η Περσεφόνη Πατάκη κηδεύουν τα τρία παιδιά τους, τον Κωνσταντίνο, την Ελένη και την Κατίνα, τα οποία πέθαναν από φυματίωση μία ασθένεια που εκείνη την εποχή πραγματικά “θέριζε” τους ανθρώπους.
Όπως εξηγεί η αρχαιολόγος Βασιλεία Γιασιράνη η οποία για χρόνια ερευνά την ιστορία γύρω από τον τάφο και το νεκροταφείο των Ταξιαρχών, για μια πλούσια οικογένεια εκείνης της εποχής, το να παραδεχτεί πως τα παιδιά της έφυγαν από τη ζωή από φυματίωση (την ασθένεια των φτωχών όπως την αποκαλούσαν) θεωρείται ντροπή, στίγμα.
Η οικογένεια λοιπόν προκειμένου να μην “στιγματιστεί” κοινωνικά, αποφασίζει να δημιουργήσει έναν μύθο: Ότι τα 3 της παιδιά πέθαναν από δηλητηρίαση, καθώς ένα σαμιαμίδι έπεσε μέσα στην κατσαρόλα με το γάλα, το οποίο κατανάλωσαν στο πρωινό τους γεύμα καθισμένα στην τραπεζαρία.
Αναθέτει στους αδελφούς Κοτζαμάνη, διάσημους γλύπτες της εποχής, να δημιουργήσουν αυτή την ταφική τραπεζαρία. Ένα μαρμάρινο τραπέζι και γύρω τους τρεις καρέκλες. Πίσω τους αναγράφονται τα τρία ονόματα των παιδιών που χάνονται: Κωνσταντίνος, Ελένη, Κατίνα.
Τα πάντα στον αρχιτεκτονικό διάκοσμο αυτού του τάφου είναι συμβολικά για να υποστηρίξουν την ιστορία της οικογένειας. Πέρα από το τραπεζαρία με τις 3 καρέκλες, στο κάτω μέρος του τραπεζιού έχει σκαλιστεί το σαμιαμίδι, ενώ πάνω της υπάρχει ανάγλυφος χάρτης της Ευρώπης και πιο συγκεκριμένα της Ελβετίας. Είναι εκεί που τελικά μεταφέρεται ένα από τα παιδιά για να θεραπευτεί από τη φυματίωση, δυστυχώς χωρίς αποτέλεσμα.
Το μνημείο για χρόνια βρίσκεται στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών, ωστόσο, το 1922 η μητέρα των παιδιών, Περσεφόνη, ζητά να μεταφερθεί το ταφικό μνημείο στον Βόλο όπου και ζει μόνιμα με τις δύο τις κόρες.
Την ίδια ώρα κάνει δωρεά μισού εκατομμυρίου δραχμών -τεράστιου ποσού για την εποχή- στο νοσοκομείο του Βόλου για να αντιμετωπιστεί η αρρώστια που ξεκλήρισε την οικογένειά της.
Η στοιχειωμένη “πολυκατοικία”
Εκτός από το περίεργο ταφικό μνημείο, υπάρχει και ένας αστικός μύθος που περιβάλει το αρχοντικό όπου διέμενε η οικογένεια, πριν τον χαμό των 3 παιδιών τους.
Η “πολυκατοικία” όπως την αποκαλούσαν και αποκαλούν οι κάτοικοι της περιοχής θεωρείται κακορίζικη και στοιχειωμένη, όχι μόνο για τους θανάτους των παιδιών…
Το 1920 περίπου η κόρη της οικογένειας Κοντού, Θελξινόη πούλησε το σπίτι κι έκτοτε άλλαξε τόσους πολλούς ιδιοκτήτες και ενοίκους, ώστε να καταλήξει πλέον σήμερα εγκαταλελειμμένο και αφημένο στη φθορά του χρόνου.
Το 1941 το αρχοντικό έγινε αρχηγείο των Ναζί και της Γκεστάπο, όπου σύμφωνα με διηγήσεις και πηγές πολλοί ήταν εκείνοι που βασανίστηκαν εκεί ή δολοφονήθηκαν. Οι Γερμανοί μάλιστα, εγκαταλείποντάς την, σκότωσαν και τις δύο τελευταίες κατοίκους του, τις οποίες είχαν κρατήσει για να τους υπηρετούν.
Το 1944 πριν και μετά την αποχώρησή τους, εγκαταστάθηκε στο κτίριο η περιβόητη φιλογερμανική ΕΑΣΑΔ-Ομάδα Άνω Λεχωνίων.
Το 1960 περίπου το σπίτι πουλήθηκε στον εργολάβο Κουτσιδάκη ή Κουφιδάκη, ο οποίος επισκευάζοντάς το δε σεβάστηκε την αξία του ως μνημείο και χρησιμοποίησε υλικά κατώτερης ποιότητας. Στο σοβά χρησιμοποίησε υπολείμματα ασετιλίνης αντί για ασβέστη που τα έπαιρνε από το εργοστάσιο «Οξυγόνο» του Βόλου. Οι τοιχογραφίες καταστράφηκαν όλες. Ο ίδιος εργολάβος παραχώρησε μέρος της αυλής για να διαπλατυνθεί ο επαρχιακός δρόμος Βόλου-Τσαγκαράδας. Τρία χρόνια μετά αυτός αρρώστησε και πέθανε.
Το 1985 το κτίσμα χαρακτηρίστηκε ως διατηρητέο, χωρίς όμως να του δοθεί ποτέ η πρέπουσα σημασία.
Έμμετρο για το αρχοντικό Κοντού από το γνωστό “‘Αλικο”:
Το στοιχειωμένο σπίτι
Στ’ άνω Λεχώνια μπαίνοντας,
βλέπεις παρατημένη,
μιαν έπαυλη που όλοι λεν
πως είναι στοιχειωμένη.
Πριν χρόνια λένε παίχτηκε
κάποιας αγάπης δράμα,
και από τότε ακούγεται
συχνά φωνή και κλάμα.
Άλλοι, μας λεν, στην κατοχή
την έπαυλη ορίζαν
οι Γερμανοί και τις νυχτιές
συντρόφους βασανίζαν.
Έτσι κι αλλιώς, κι αν πρόκειται
γι’ αλήθεια ή για ψέμα
ο μύθος λέει πως χύθηκε
εκεί αθώων αίμα .
Τις νύχτες με πανσέληνο
κανείς δεν πλησιάζει,
όλες τις ζωντανές ψυχές
κάτι άγνωστο τρομάζει.
Οι ψύχραιμοι και λογικοί
λένε πως είναι τρέλα,
κι όμως ο Αλεξόπουλος
πήγε στον Χαρδαβέλα.
Όμως κι αν πήγε τι μ’ αυτό,
τι κι αν μιλήσαν τόσοι,
μια λογική εξήγηση
κανείς δεν θα μας δώσει.
Καθ’ ένας τρέμει για να μπει
κακό για να μην πάθει,
μα κάποιος λέει «Μπαίνω ‘γω
μένα με λένε Στάθη.
Μάγια, νεραϊδες, ξωτικά,
φαντάσματα και τέτοια,
για μένα που ‘μαι ιατρός
είν’ όλα μαραφέτια.
Μόνο όσοι είναι ένοχοι
τέτοια στοιχειά φοβούνται..
Φοβούνται αυτούς π’ αδίκησαν
ότι τους εκδικούνται.
Πάρτε λοιπόν τις κάμερες
πάρτε ότι μπορείτε,
να δείτε πως ο Τσαταλός
με τέτοια δεν πτοείται.
Θα μπω σε κάθε κάμαρα
κάτσε μακριά και κοίτα,
θ’ αρχίσω απ’ το υπόγειο
μέχρι και τη σοφίτα.
Σε όποιο δώμα θα περνώ
την πόρτα του θα κλείνω,
θ’ ανάβω λίγο ένα κερί
κι ύστερα θα το σβήνω.
Θα ‘ναι αυτό απόδειξη
πως το ‘χω περπατήσει,
να μη μπορεί κανένας σας
να με αμφισβητήσει.
Κι αν ακουστούν, φωνές στριγκλιές
εγώ δεν θα τρομάξω,
θα ξέρω πως είναι φαρσέρ
κι έξω θα τον πετάξω .
Μόνο στα άρρωστα μυαλά
μόνο στη φαντασία ,
φωλιάζει ο τρόμος συνεχώς
κι η δεισιδαιμονία.»
Διαβάστε όλα τα τελευταία νέα | Ενημερωθείτε
Ακολουθείστε το Cityportal.gr στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι όλα τα τελευταία νέα
Cityportal.gr Live ενημέρωση: O κορωνοϊός λεπτό προς λεπτό στην Ελλάδα και παγκοσμίως