Κατά τη διάρκεια της περασμένης χρονιάς κυκλοφόρησαν από το Μεταίχμιο δύο βιβλία της πολυδιαβασμένης στην Ελλάδα και στη Γαλλία Ανί Ερνό (Anni Ernaux, Νόμπελ Λογοτεχνίας 2022), σε μετάφραση Ρίτας Κολααΐτη. Στη «Ντροπή» ο συγγραφικός στόχος είναι η αποσπασματική πλην λεπτομερής ανατομία του οικογενειακού και του κοινωνικού περιβάλλοντος της γαλλικής επαρχίας κατά τις πρώτες δεκαετίες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τότε θα παρακολουθήσουμε τη λατρεία μιας νεαρής γυναίκας ενόσω μεγαλώνει για τα ρούχα και τα στολίδια. Οτιδήποτε επιλέγει από τον χθαμαλό περίγυρό της, όλες οι επιθυμίες της και η έκφρασή τους, σκοπεύουν να απαλείψουν το τραύμα της απόπειρας δολοφονίας εις βάρος της σε σχέση με τον ακατάπαυστο αγώνα της να ξεφύγει, να απαλλαγεί, από την κοινωνική της μοίρα. Στο «Πάθος» η νεαρή γυναίκα έχει μετατραπεί σε ώριμη κυρία, τρελά ερωτευμένη με έναν ξένο. Εν μέσω των διεθνών πολιτικών γεγονότων της δεκαετίας του 1990, μεταξύ των οποίων η εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ, η αφήγηση θα κατακλυστεί από ένα εμπύρετο άθροισμα συγκεχυμένων αισθημάτων με μοναδικό σταθερό κέντρο αναφοράς τον πόθο για σαρκική ένωση: μια εξαντλητική γεωγραφία του ανδρικού σώματος, σε συνδυασμό με τη διαρκή αγωνία για την πιθανή εγκατάλειψη, την ατελείωτη δοτικότητα (ως άλλη όψη της εσωτερικής καλλιέργειας της φιλαρέσκειας), την προθυμία για υποδούλωση, τον θυμό και την αγανάκτηση λόγω της αύξουσας εξάρτησης, τις μάταιες μάχες για απεξάρτηση και, εν κατακλείδι, την άφατη οδύνη του χωρισμού και τον μετασχηματισμό της ερωτικής ιστορίας σε λογοτεχνία.
Η Ερνό γράφει με μικρές, κοφτές και αντιδραματικές φάσεις, επινοώντας μια σειρά ακαριαίων και πολύ ζωντανών εικόνων και αντιδράσεων. Εικόνες και αντιδράσεις που μας προκαλούν -κακά τα ψέματα- ένα ισχυρό αίσθημα συνταύτισης ανεξαρτήτως φύλου. Μια χαμηλότονη (μόλις να βγαίνει η φωνή) εποποιία του φθόνου και της ζήλειας (άκρως σημαντική η συμμετοχή της μετάφρασης στη συγκινησιακή ανταπόκριση του αναγνώστη).
Θα υπάρξει άραγε σωτηρία; Θα αφήσει κάποτε πίσω της η πρωταγωνίστρια τον πύρινο κύκλο της ζήλειας; Μα, και βέβαια: με αφάνταστο κόπο, με πλήθος υπαναχωρήσεις, με τόνους θλίψης και μελαγχολίας, αλλά θα το καταφέρει. Μοίρα του έρωτα είναι να φθίνει και εν τέλει να χάνεται. Μένει, όπως και στο «Πάθος», η καταγραφή του στο χαρτί, η μεταμόρφωσή του σε αφήγηση και λογοτεχνία. Με τη διαφορά πως σε αυτή την περίπτωση -το ξέρουμε όλοι καλά- δεν θα έχει απομείνει ούτε στάλα από το ζωογόνο φίλτρο και την αλλοτινή του δόξα.
ΑΠΕ ΜΠΕ B. Χατζηβασιλείου