Τραγούδια όπως τα άκουσαν οι χωρικοί των πόλεων: Του Έρωτα Μέγα Κακό

Τραγούδια όπως τα άκουσαν οι χωρικοί των πόλεων: Του Έρωτα Μέγα Κακό

Γράφει ή Άγγελα Μάντζιου
(Χορικό από την τραγωδία Μήδεια)
Την ονόμασαν Φλωρεντία. Δεν ήταν πόλη. Ήταν ένα κορίτσι μικρό και αδύνατο που γεννήθηκε πρόωρα σε ένα ψηλό σπίτι με βιτρώ παράθυρα. Αυτό το όνομα της έδωσαν. Ο πατέρας της ήταν έμπορος. Ταξίδευε με καραβάνια. Έτσι ταξίδευαν τότε, την παλιά εποχή. Αυτός που της έδωσε το όνομα μιας πόλης, ήταν γιατρός και ήταν φίλος του πατέρα της.

Είχε μάτια σχιστά και σκοτεινά, που κοιτούσαν διερευνητικά τους άλλους, σαν να διάβαζαν μέχρι τα πιο βαθιά μυστικά τους. Ξένος ήταν, αλλά κανένας δεν θυμόταν να πει πότε ήρθε στα μέρη μας. Πώς έφτασε ως εδώ και πώς έγινε κι έγινε φίλος με τον έμπορο.

Η Φλωρεντία μεγάλωσε και μόλις γιόρτασε τα ενδέκατα γενέθλια από τη γέννησή της, κηρύχτηκε ο πόλεμος. Πόλεμοι γίνονταν συχνά τότε, εκείνη τη μακρινή εποχή. Ένας ακόμα πόλεμος προστέθηκε σε προηγούμενους που είχαν γίνει και δεν είχαν ακόμα ξεχαστεί από τους παλαιότερους. Τους μεγαλύτερους σε ηλικία.
 
Καμπάνες χτυπούσαν, αεροπλάνα βομβάρδιζαν, καραβάνια αναχωρούσαν, άνθρωποι έφευγαν. Ερήμωσε ο τόπος. Τα σπίτια κλειστά και σκοτεινά έδειχναν και άλλα έπεσαν. Εγκαταλείφθηκαν. Δεν ακούγονταν φωνές ζωηρές και όλες οι δραστηριότητες στα μέρη αυτά, άλλαξαν. Πολλοί έφευγαν. Κλείδωναν τα σπίτια, μάζευαν λίγα αναγκαία και πολύτιμα πράγματα, όσα μπορούσαν να κουβαλήσουν στο ταξίδι και εξαφανίζονταν. Μερικοί από αυτούς δεν ξαναγύριζαν πίσω. Κανένας δεν ήξερε να πει τίποτα γι? αυτούς. Δεν είχαμε νέα τους. Τα κλειδιά των σπιτιών μερικές φορές τα άφηναν πίσω, τα έδιναν σε κανέναν φίλο ή συγγενή, τα έκρυβαν κάτω από πέτρες για να τα βρουν άμα επέστρεφαν.
 
Πολλά κλειδιά βρέθηκαν κάτω από πέτρες. Μεγάλα, σκαλιστά και σκουριασμένα βρέθηκαν τότε, μετά την φωτιά του πολέμου. Για παιχνίδια χρησίμευσαν και κάποια που σώθηκαν με τα χρόνια μπήκαν στα μουσεία. Τα σπίτια θαρρείς και τα είχε κάψει λίβας κακός, έστεκαν σαν ίσκιοι μέσα στην νύχτα και στο φως έδειχναν όλα αυτά που είχαν χαθεί με τα χρόνια. Γκρεμισμένα, κλεισμένα έστεκαν με έναν βαρύ ίσκιο που άπλωναν στο χώμα. Μερικά άντεχαν ακόμα. Άντεξαν για χρόνια πολλά, κρατώντας τον αέρα της παλιάς εποχής, χωρίς ζωή μέσα τους. Έδειχναν εγκαταλειμμένα, χωρίς τάξη. Είχε χαθεί η τάξη των παλιών καιρών.
 
Ήταν παλιά ένα έθιμο να κυνηγούν πεταλούδες. Μαζεύονταν μεγάλες παρέες και ξεκινούσαν προτού βγει ο ήλιος. Περπατούσαν μέσα από μονοπάτια και πηγές όσο να βγουν στο ξέφωτο. Έμοιαζε σαν μια μεγάλη λίμνη, αλλά χωρίς το νερό μέσα. Ήταν ένας χώρος ανοιχτός και γύρω γύρω φύτρωναν άγρια λουλούδια. Τα χρώματά τους ήταν άσπρα και μωβ και είχαν τεράστια λουλούδια. Άνοιγαν μονάχα λίγες μέρες και τότε κι εμείς πηγαίναμε εκεί για να δούμε τις πεταλούδες και τα τεράστια λουλούδια. Εκεί υπήρχαν δύο μεγάλες πηγές. Εκεί καταφεύγαμε το μεσημέρι για να φάμε ψωμί, τυρί και ντομάτα. Μέσα στις γούρνες κολυμπούσαν βατράχια και νεροφίδες. Ο ήχος των νερών ήταν εκκωφαντικός και ζαλισμένοι από τον ήλιο κι από το κυνήγι των πεταλούδων, μερικοί κοιμούνταν απάνω στο χώμα και κάτω χτυπούσε η φλέβα του νερού κι ακούγονταν τζιτζίκια, θαρρείς μέσα στο όνειρο, πουλιά πετούσαν, έσταζαν σταγόνες από τα φύλλα στην επιφάνεια του νερού, άνοιγαν κύκλους κι οι καταρράχτες χτυπούσαν ορμητικά πάνω στις γυαλιστερές πέτρες και γέμιζαν τις γούρνες με μεγάλες δίνες. Αεροπλάνα περνούσαν από ψηλά βομβαρδίζοντας τα σπίτια και τους προκαθορισμένους στόχους. Ακούγονταν ένας ιλιγγιώδης θόρυβος σαν μπουμπουνητό και σαν να τρίζει η γη και σαν να ξεθεμελιώνεται ο τόπος. Εμείς τύχαινε να είμαστε χωμένοι στις ρεματιές. Παίρναμε αργά το δρόμο της επιστροφής και φτάνοντας στον μεγάλο δρόμο βλέπαμε μεγάλα ζώα να κείτονται νεκρά, και ανθρώπους πεσμένους απάνω στο χώμα και άλλους να τρέχουν να χτυπήσουν την καμπάνα και να διαδώσουν τον βομβαρδισμό. Ύστερα ησύχαζαν τα πράγματα, για λίγο καιρό, μια διακοπή στη ροή του πολέμου και τότε γίνονταν οι γάμοι και οι προξενιές.
 
Τα προξενιά ήταν μια παλιά συνήθεια. Ήταν κάτι γριές που τα αναλάμβαναν αλλά και ηλικιωμένοι άντρες έκαναν αυτή τη δουλειά. Πρώτα μελετούσαν κάτι παμπάλαια βιβλιαράκια. Μουρμούριζαν σαν να προσεύχονταν. Θυμιάτιζαν. Ύστερα έκαναν επισκέψεις σε διάφορα σπίτια. Ρωτούσαν. Άκουγαν. Χτυπούσαν πόρτες και έβλεπαν με τα μάτια τους πρόσωπα και καταστάσεις. Αποσύρονταν λίγες μέρες και κανένας δεν τους έβλεπε να κυκλοφορούν σε στράτες και δρόμους. Σαν να εξαφανίζονταν. Διαδίδονταν φήμες πολλές. Ότι λαμβάνουν τη φώτιση διαβάζοντας τις γραφές. Ότι είναι σε μακρινά μέρη και αναζητούν βοτάνια και ελιξήρια. Ότι έχουν μαγικές ικανότητες και κάθονται νηστικοί τρεις μέρες για να καθαρίσουν το πνεύμα τους. Ύστερα γύριζαν. Αλλιώτικοι έμοιαζαν όπως εμφανίζονταν ξαφνικά, σε κανένα στενό, στην εκκλησία στη λειτουργία της Κυριακής, σε κανέναν εσπερινό, σε κανένα σπίτι ή στο καφενείο. Όταν γύριζαν αυτοί, κάπως ησυχάζαμε. Και οι προξενιές ξέραμε ότι θα γίνουν. Περνούσαν λίγες μέρες από την εμφάνισή τους και ακούγονταν οι προξενιές. Ύστερα από αυτό το γεγονός, ξεκινούσε η διαδικασία του γάμου. Οι οικογένειες είχαν πολλά παιδιά. Τα σπίτια ήταν μικρά. Πολύ λίγα μεγαλύτερα υπήρχαν κι αυτά ήταν για τους πλούσιους. Σ? αυτά τα σπίτια τα φτωχικά αλλά και στα αρχοντόσπιτα, τον καιρό εκείνο, γίνονταν οι προξενιές. Μαζεύονταν η οικογένεια και προχωρεμένη νύχτα, έρχονταν οι προξενητές. Χτυπούσαν την πόρτα με κάτι χοντρές μαγκούρες. Και χωρίς πολλά λόγια άρχιζαν οι συνομιλίες. Οι πρόλογοι και τα παινέματα. Έρχονταν τα κεράσματα. Έπιναν και κανένα ποτήρι κρασί. Σκάρωναν και στιχάκια. Θυμούνταν και τις παλιές περιπέτειες. Και οι διάλογοι συνεχίζονταν. Η συμφωνία έκλεινε με ένα τραγούδι και τότε έριχναν λίγο κρασί στη φωτιά ή μια χούφτα αλάτι. Κι αν τύχαινε να είναι καλοκαίρι έριχναν νερό έξω από τις πόρτες και ράντιζαν με το κλωναράκι το βασιλικό τις κάμαρες. Ολοκληρώνονταν ο κύκλος του προξενιού. Σαν να παίζονταν ένα θέατρο αιώνες και άλλαζαν μόνο τα ονόματα, τα ρούχα και οι κοψιές των ανθρώπων.
 
Αργότερα άλλαξαν τα πράγματα. Το έθιμο θεωρήθηκε ξεπερασμένο. Ο καθένας έβρισκε το ταίρι του μονάχος. Έμπαινε στην μέση ο έρωτας. Και άρχιζαν άλλες συνομιλίες και ιστορίες. Γράφονταν μυθιστορήματα. Έφταναν στ? αυτιά μας ονόματα. Άννα, Φερμίνα, Φλορεντίνο, Λήδα, Ρωμαίος, Φρεντερίκ, Οδυσσέας, Καλυψώ, Λούντβιχ, Δάφνη, Λουντμίλα, Κονσταντίν, Λωράνς, Ρικάρντο, Αουρελιάνο, Ορέστης, Απόλλων, Ουίλιαμ, Σεμπάστιαν, Αμεντέο, Μιγκέλ, Ελένη, Νόρα, Άρης, Βικτόρια.
 
Έρωτες στα λογοτεχνικά έργα, στα έργα της ζωγραφικής, στη μουσική. Ονόματα εραστών που απαθανατίστηκαν στον χρόνο της τέχνης και λάμπουν σαν αστερισμοί, σαν κάτι παλιά κεχριμπάρια και σαν σπάνια πετράδια, στην παράδοση προφορικών εξιστορήσεων και περιγραφών, σε στίχους τραγουδιών και επών. Ονόματα που πιάστηκαν στα σύμβολα γλωσσών και διαλέκτων συστήνοντας το σκηνικό των ερώτων. Μέσα σε άμαξες που τις σέρνουν ζωηρά άλογα, απάνω σε τρένα και σε σιδηροδρομικές γραμμές. Σε αγροκτήματα, σε στάνες, σε απόρθητα κάστρα. Κάτω από μπαλκόνια και ψηλές γέφυρες. Σε απομονωμένα μοναστήρια, σε χωμάτινους δρόμους. Σε ποταμόπλοια. Σε κήπους. Σε λιμάνια. Σε εξορίες. Στον δρόμο των αρχαίων Αιγών. Σε υπερωκεάνεια. Σε μυθικές πόλεις. Σε πύλες και τρίστρατα. Σε λιβάδια και σε αγροτόσπιτα. Στην εξοχή. Πίσω από θημωνιές. Σε πανδοχεία. Στις μητροπόλεις. Στις αποικίες. Σε λουτρά. Σε αλυκές. Σε μεγάλες σάλες χορού. Σε αίθουσες με καθρέφτες. Σε βασιλικά δώματα. Σε σκιερά δάση. Στην στέπα. Σε  καλύβες και σε σπηλιές. Σε ιερά και σε αρχαία θέατρα. Εκεί που εικονίζονται άνθρωποι να τραγουδούν και να χορεύουν.
 
Άλλους τους είδαμε. Άλλους τους φανταστήκαμε. Άλλοι, έφυγαν και χάθηκαν όπως η Φλωρεντία. Άλλοι, ήρθαν στα μέρη μας. Ξένοι.

Ξένη ήταν και η Μήδεια. Βασίλισσα. Κόρη του Αιήτη. Εγγονή του Ήλιου. Άφησε την πατρίδα της, την πόλη της. Εγκατέλειψε τον πατέρα και σκότωσε τον αδερφό της Άψυρτο για να ακολουθήσει τον Ιάσονα, τον αρχηγό της Αργοναυτικής εκστρατείας, που πήγε να πάρει από τα μέρη της το χρυσόμαλλον δέρας. Τον βοήθησε να το αποσπάσει από τον ιερό κήπο.
Ήρθε η Μήδεια ερωτευμένη στην Ελλάδα, λέει ο μύθος. Αλλά ο Ιάσονας την άφησε και θέλησε να παντρευτεί με άλλη, την νεαρή Γλαύκη. Τότε εκείνη οργισμένη και για να εκδικηθεί το πληγωμένο πάθος, έσφαξε τα παιδιά της. Τον μύθο τον εξιστορεί ο ποιητής Ευριπίδης. Στην τραγωδία Μήδεια. Στο θέατρο.

Στο θέατρο ακούσαμε και το τραγούδι αυτό, το χορικό. Άκου τον κατασταλλαγμένο στοχασμό στην μελαγχολική διατύπωση και τον διφορούμενο υπαινιγμό στο μοτίβο της κατάρας.
 
Του Έρωτα μέγα κακό
(Μετάφραση: Γιώργος Χειμωνάς Μουσική: Σταμάτης Κραουνάκης)

Του Έρωτα μέγα κακό
σπαράζεις τους ανθρώπους
Με ματωμένους κόπους
αυτοί που αγάπησαν ξεχνούν
αυτοί που αγάπησαν πενθούν
για όλη τους την ζωή.
 
Αχ Δέσποινά μου παρακαλώ
το βέλος σου που είναι χρυσό
λυπήσου με και ποτέ
μη μου σημαδέψει την ψυχή
 
Με τη βαμμένη την αιχμή
στον πόθο βαφτισμένη
Ας είναι ευλογημένη
η σωφροσύνη των θεών που με κρατεί,
αυτόν που αγαπώ μην τον πληγώσω.
 
Ω εσύ ξόρκι των ερώτων των κρυφών
από στάχτη παρθένων εραστών
φύλαγέ με, ποτέ έρωτα μη νιώσω.
 
Το ξέρω καλά. Μη μου το λες, σε είδα.
δεν έχεις πόλη, ούτε πατρίδα,
δεν έχεις φίλο για να σε γιάνει,
στην δυστυχία σου να σκύψει με φροντίδα.
 
Κι αν η Κατάρα πιάνει
τέτοιο κακό να πάθει
όποιος στο πλάι μου
με αγάπη δεν εστάθη.
 
Του Έρωτα μέγα κακό
σπαράζεις τους ανθρώπους
Με ματωμένους κόπους
αυτοί που αγάπησαν ξεχνούν
πενθούν, πενθούν…
 
[Μήδεια – Ευριπίδης
ΚΘΒΕ Πρώτη Παρουσίαση: Θέατρο Δάσους, 14/07/1990
Μετάφραση: Χειμωνάς, Γιώργος
Σκηνοθεσία: Βουτσινάς, Ανδρέας
Σκηνικά Κοστούμια: Βέττας, Απόστολος
Χορογραφία: Γκασούκα, Ελένη
Φωτισμοί: Ταρκάσης, Γιώργος
Μουσική διδασκαλία: Χαβά-Βάγια, Αίγλη
Βοηθός σκηνοθέτη: Κώτσος, Γιώργος
Βοηθός σκηνοθέτη: Ζηβανός, Πέτρος
 
Ηθοποιοί
Υψηλάντη, Αιμιλία (ΤΡΟΦΟΣ)
Ματσακάς, Κώστας (ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ)
Κραμπής, Αλέξανδρος (ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΜΗΔΕΙΑΣ)
Κλειδέρη, Νικολέτα (ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΜΗΔΕΙΑΣ)
Φωτοπούλου, Λυδία (ΜΗΔΕΙΑ)
Πανταζής, Τάσος (ΚΡΕΩΝ)
Σεργιανόπουλος, Νίκος (ΙΑΣΩΝ)
Στυλιανού, Χριστόδουλος (ΑΙΓΕΑΣ)
Αθερίδης, Θεόδωρος (ΑΓΓΕΛΟΣ)
Κώτσος, Γιώργος (ΑΚΟΛΟΥΘΟΙ ΙΑΣΟΝΑ)
Τεκνετσίδης, Θόδωρος (ΑΚΟΛΟΥΘΟΙ ΙΑΣΟΝΑ)
Ντουμούζης, Γιώργος (ΑΙΓΕΑΣ /αντικατάσταση)
Εμμανουήλ, Γεωργία (ΧΟΡΟΣ)
Σκαρλάτου, Θάλεια (ΧΟΡΟΣ)
Σαββίδου, Λένα (ΧΟΡΟΣ)
Γεωργιάδου, Πέπη (ΧΟΡΟΣ)
Σελβεσάκη, Αρετή (ΧΟΡΟΣ)
Παντελίδου, Ρούλα (ΧΟΡΟΣ)
Νικολαΐδου, Ντίνα (ΧΟΡΟΣ)
Καψούλη, Χρύσα (ΧΟΡΟΣ)
Βαΐδου, Λίτσα (ΧΟΡΟΣ)
Καλπάκη, Δήμητρα (ΧΟΡΟΣ)
Καζαντζή, Στέλλα (ΧΟΡΟΣ)
Σκαρλάτου, Δώρα (ΧΟΡΟΣ)
Φουντούκη, Αγγέλα (ΧΟΡΟΣ)
Ντουμούζης, Γιώργος (ΑΙΓΕΑΣ -αντικατάσταση-)
 
20 παραστάσεις – 21.963 θεατές
Απόδοση στίχων: Γιώργος Χειμωνάς
Μουσική: Σταμάτης Κραουνάκης
Πρώτη ερμηνεία: Ελένη Βιτάλη (δίσκος:Μήδεια 1990)]
(Χωρικοί, στο θέατρο).
 
Κείμενο: Άγγελα-Αγγέλα Μάντζιου

Σ. Κραουνάκης & Σπείρα Σπείρα – Tου έρωτα μέγα κακό

Ακολουθήστε το cityportal.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις Διαβάστε για Συναυλίες, Σινεμά, Θέατρο, βιβλία, τέχνες, εκδρομές στην ατζέντα (ημερολόγιο) αλλά και όλα τα Τελευταία νέα από τη Θεσσαλονίκη, την Ελλάδα και τον Κόσμο, σήμερα, τώρα που συμβαίνουν.

 

Διαβάστε όλα τα τελευταία νέα | Ενημερωθείτε