A Complete Unknown | Κριτική της ταινίας | Βιογραφική δραματική ταινία εποχής, αμερικάνικης παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Τζέιμς Μάνγκολντ, με τους Τίμοθι Σαλαμέ, Μόνικα Μπαρμπάρο, Ελ Φάνινγκ, Έντουαρντ Νόρτον, Μπόιντ Χόλμπρουκ κα.
Ακόμη μία, από τις, αμέτρητες πλέον, δραματοποιημένες βιογραφίες διάσημων καλλιτεχνών, αυτή τη φορά με την υπογραφή του έμπειρου Τζέιμς Μάγκολντ («Ο Ιντιάνα Τζόουνς και ο Δίσκος του Πεπρωμένου», «Κόντρα σε Όλα», «Λόγκαν») που πριν από 20 χρόνια είχε παρουσιάσει το ενδιαφέρον «Walk the Line», για τον Τζόνι Κας.
Τώρα, ήρθε η ώρα της βιογραφίας του Μπομπ Ντίλαν, ενός θρύλου της αμερικάνικης ροκ μουσικής σκηνής, ενός σχεδίου που είχε στο μυαλό του ο Μάνγκολντ από το 2020 και λόγω της πανδημίας πήγε πίσω, αλλά μάλλον δικαιώνει σκηνοθέτη, παραγωγούς και πρωταγωνιστή, καθώς η μέχρι τώρα πορεία της θεωρείται πετυχημένη, με πολλές διακρίσεις και τέσσερις κορυφαίες υποψηφιότητες στις Χρυσές Σφαίρες.
Παρότι ο Μάνγκολντ, πατά, για μια ακόμη φορά, στην πεπατημένη και σε ασφαλείς αφηγηματικούς δρόμους, αποφεύγοντας τις κοφτερές γωνίες που κρύβει η βιογραφία ενός αντισυμβατικού θρύλου της μουσικής, θα καταφέρει να παραδώσει και πάλι μία αξιοπρεπή ταινία του είδους, χωρίς να ξεπέφτει σε αγιοποιήσεις ή σύνοψη της Wikipedia, μεταδίδοντας μια σαφή εικόνα για τον Ντίλαν και φυσικά, προσφέροντας πολλά κλασικά τραγούδια του.
Η μουσική πορεία του Μπομπ Ντιλαν, από το 1961 όταν μετακομίζει από τη Μινεσότα για τη Νέα Υόρκη, προκειμένου να συναντήσει το είδωλό του, τον Γούντι Γκάθρι, τη ραγδαία άνοδό του, τη σχέση του με την Τζόαν Μπαέζ, τις αντιπαραθέσεις για την καλλιτεχνική του ελευθερία και το προσωπικό είδος μουσικής του και την απογείωσή του το 1965, έπειτα από την εμφάνισή του στο Newport Folk Festival.
Καλοβαλμένη βιογραφική ταινία, που, εκτός από τα αθάνατα τραγούδια τού τότε ανήσυχου τραγουδοποιού, δίνει και μία αίσθηση γνωριμίας μαζί του, άλλες φορές διεισδύοντας στον χαρακτήρα του και άλλες αρκούμενος σε μία εξωτερική απεικόνιση του ειδώλου, ενώ το ενδιαφέρον τους έχουν οι σχέσεις του με τις δυο γυναίκες της ζωής του εκείνης της εποχής, την Τζόαν Μπαέζ – ένα ακόμη θρυλικό όνομα της μουσικής – και την πρώτη του σύζυγο Σιλβί Ρούσο. Ένα ερωτικό τρίγωνο που ο σκηνοθέτης αντιμετωπίζει τις δυο γυναίκες ως δορυφόρους της ιδιοφυΐας του Ντίλαν, παρά τις αναφορές για την καλλιτεχνική φιλοδοξία της Ρούσο και την καταξίωση της Μπαέζ, ως αστέρι της ποπ μουσικής.
Σημαντικό ρόλο παίζουν και οι Γκάθρι – Κας, ενώ για τον Ντίλαν επιφυλάσσει μία προσεγμένη προσέγγιση όταν βρίσκεται στα κάτω του, ενώ μάλλον είναι λιγότερο αποτελεσματικός όταν ζει στην ένταση και ξεφεύγει με την αλαζονεία του. Εντάξει, τα κλισέ δεν λείπουν από το φιλμ, καθώς εν αντιθέσει με την τολμηρότητα του Ντίλαν, το σενάριο που είχε μπροστά του ο Μάνγκολντ δείχνει αρκετά άτολμο και αφήνει κενά για τις γκρίζες περιοχές του χαρακτήρα του και των καταστάσεων που έζησε.
Ο Σαλαμέ, δεν αρκείται μόνο στην εμφανισιακή ομοιότητα ή στην κινησιολογία των ερμηνειών, είναι εμφανές ότι έχει δουλέψει αρκετά και τελικά φτάνει σε ένα καλό επίπεδο ερμηνείας, αν και ορισμένες φορές δείχνει ότι το πνεύμα και οι εσωτερικές αγωνίες του Ντίλαν δεν περνούν κάτω από το δέρμα του νεαρού ηθοποιού.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Στη μουσική σκηνή της Νέας Υόρκης, στις αρχές της δεκαετίας του ’60, εμφανίζεται ο 19χρονος Μπομπ Ντίλαν που θα σημειώσει μία ραγδαία άνοδο η καριέρα του. Ο νεαρός Ντίλαν θα γεμίσει ασφυκτικά τις αίθουσες συναυλιών, ενώ θα απογειωθεί με την εμφάνισή του στο Newport Folk Festival το 1965.
ΑΠΕ ΜΠΕ | Κριτική ταινίας: Χάρης Αναγνωστάκης
Διαβάστε όλα τα τελευταία νέα | Ενημερωθείτε