Site icon Cityportal.gr

Φασμπίντερ: Ο ριζοσπαστικός σκηνοθέτης

Φασμπίντερ: Ο ριζοσπαστικός σκηνοθέτης

Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ: Ένας ρομαντικός αναρχικός με ένα ζωογόνο πάθος για το σινεμά και για τους ανθρώπους. Παραμένει επαναστατικός, ασυμβίβαστος και, το κυριότερο, αποστομωτικά μοντέρνος.

Ο Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ (Rainer Werner Fassbinder‎, 31 Μαΐου 1945 – 10 Ιουνίου 1982) ήταν Γερμανός σκηνοθέτης, σεναριογράφος και ηθοποιός.

Κάποτε ο Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ είπε το περίφημο «προσπαθώ να κατασκευάσω ένα σπίτι με τις ταινίες μου, κάτι που είναι σκληρή δουλειά». «Πολλοί κινηματογραφιστές έχουν αφήσει τα σπίτια τους μισοτελειωμένα. Αλλά με τις πιθανές εξαιρέσεις, ο Φασμπίντερ ήταν ο μοναδικός που άφησε όμορφα, κατοικήσιμα σπίτια, στα οποία οι άλλοι ίσως μπουν και εμπνευστούν για να χτίσουν τα δικά τους

Φασμπίντερ και Νέος Γερμανικός Κινηματογράφος

O Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ γεννήθηκε στις 31 Μαΐου του 1945 στο Μόναχο. Ο πατέρας του ήταν γιατρός και η μητέρα του μεταφράστρια.

Ασχολήθηκε ως ηθοποιός με το θέατρο και μαζί με τους Χάνα Σιγκούλα, Κουρτ Ράαμπ, Πιρ Ράμπεν το 1967 ίδρυσε μια πρωτοποριακή θεατρική ομάδα. Αυτή η ενασχόληση του με το θέατρο -που υπήρξε σταθερή καθ’ όλη την διάρκεια της ζωής του- έχει σημαδεύσει και την παρουσία του στον χώρο του κινηματογράφου: η θεατρικότητα είναι ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία αρκετών έργων του.

Καταπιάστηκε με διαφορετικά φιλμικά είδη ενσωματώνοντας στοιχεία αμερικάνικου μελοδράματος της δεκαετίας του ’50 και νεωτερικών κινηματογραφικών τεχνικών με στόχο την κοινωνική κριτική.

Το πρόσωπο που ίσως άσκησε την μεγαλύτερη επιρροή στον Φασμπίντερ και το έργο του υπήρξε ο Ντάγκλας Σερκ, ένας σκηνοθέτης κορυφαίος στο είδος του μελοδράματος, στην κλασική εποχή του Χόλιγουντ. Γι’ αυτό και το μεγαλύτερο μέρος της εκτεταμένης φιλμογραφίας του Φασμπίντερ κινείται στον χώρο του μελοδράματος, αλλά σαφώς σε πιο σκοτεινούς τόνους, καθώς και σε μια μηδενιστική διάσταση.

Ο υπερδραστήριος καλλιτέχνης, θα καταφέρει μέσα σε μόλις 13 χρόνια να σκηνοθετήσει 41 ταινίες μεγάλου μήκους, ένα απίστευτο όσο και ακατάρριπτο ρεκόρ στην ιστορία της έβδομης τέχνης.

Μαζί με τους Βιμ Βέντερς (Wim Wenders) και Βέρνερ Χέρτζογκ (Werner Herzog) θα αποτελέσουν την αιχμή του δόρατος για το ιδιαίτερο σημαντικό κινηματογραφικό ρεύμα που θα δημιουργηθεί στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και θα φέρει την επωνυμία: Νέος Γερμανικός Κινηματογράφος.

Φασμπίντερ: Κάθε σκηνοθέτης ασχολείται με ένα και μόνο θέμα

Ο Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ στα έργα του πραγματευόταν ζητήματα όπως η ηθική κατάπτωση της μεταπολεμικής Γερμανίας, η βία, οι διαπροσωπικές σχέσεις, τα ναρκωτικά, η ομοφυλοφιλία, η προδοσία και η ζωή στο περιθώριο.

«Κάθε σκηνοθέτης ασχολείται με ένα και μόνο θέμα και γυρίζει την ίδια ταινία ξανά και ξανά», είχε δηλώσει κάποτε σε συνέντευξή του ο Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ. «Το δικό μου είναι η εκμετάλλευση των συναισθημάτων, όποιος και αν είναι ο δυνάστης. Δεν τελειώνει ποτέ η εκμετάλλευση. Είτε πρόκειται για το κράτος που επικαλείται τον πατριωτισμό είτε πρόκειται για ένα ζευγάρι, ο ένας άνθρωπος μπορεί να καταστρέψει τον άλλο».

Φασμπίντερ: Επιλογή από τη φιλμογραφία του

Από τις ταινίες του ξεχωρίζουμε τις: «Η αγάπη είναι πιο κρύα από τον θάνατο» (Liebe ist kälter als der tod, 1969), «Ο Έλληνας γείτονας» (Katzelmacher, 1969), «Τα πικρά δάκρυα της Πέτρα φον Καντ» (Die bitteren tränen der Petra von Kant,1972), «Ο φόβος τρώει τα σωθικά» (Angst essen seele Auf, 1974), «Η χρονιά με τα 13 φεγγάρια» (In einem jahr mit 13 monden, 1978), «Ο γάμος της Μαρία Μπράουν» (Die ehe der Maria Braun, 1979), «Λόλα» (Lola, 1981), «Ο καβγατζής» (Querelle, 1982), «Ο Άλι στον παράδεισο» (Ali im paradies, 2011).

«Ο φόβος τρώει τα σωθικά»

Ένας Αλγερινός μετανάστης στη Δυτική Γερμανία γνωρίζεται και παντρεύεται μια μεγαλύτερή του σε ηλικία Γερμανίδα, προκαλώντας τις ρατσιστικές αντιδράσεις των συμπατριωτών της.

Ένα κοινωνικό και παράλληλα κριτικό μελόδραμα, για τη μετανάστευση, τον ρατσισμό, τον κοινωνικό αποκλεισμό, τον εσωτερικό διχασμό, αλλά και μια ταινία για την αγάπη. Η πιο ανθρώπινη και ζεστή ταινία του Φασμπίντερ.

Η ταινία κέρδισε το Χρυσό Βραβείο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας το 1974 για την Καλύτερη Ερμηνεία Α’ Γυναικείου Ρόλου στην υπέροχη Brigitte Mira, καθώς και το Βραβείο FIPRESCI, αλλά και το Βραβείο της Οικουμενικής Επιτροπής στο Φεστιβάλ των Καννών το 1974.

«Ο Έλληνας γείτονας»

Όταν ένας νεαρός Έλληνας μετανάστης, αρχίζει να έχει κάποιες κοινωνικές γνωριμίες, οι Γερμανοί γείτονές του αντιδρούν βίαια, φανερώνοντας έτσι τη ρατσιστική τους αντίληψη.

«Ο Έλληνας γείτονας» επρόκειτο για την προσαρμογή ενός θεατρικού έργου του ίδιου του σκηνοθέτη σ’ ένα κινηματογραφικό έργο.

Το φιλμ τοποθετεί τη δράση του τη χρονιά παραγωγής του (1969): όταν, δηλ., στην Ελλάδα, κατά την περίοδο του δικτατορικού καθεστώτος, όλο και περισσότερα μπουλούκια εργατών μετανάστευαν, με όνειρο μια καλύτερη οικονομική αποτίμηση του εργασιακού μόχθου τους, σε μια Γερμανία που ένιωθε να την κυριεύει ένα ανεξέλεγκτο πλέον κύμα ξενοφοβίας.

«Η χρονιά με τα 13 φεγγάρια»

Μετά από έναν τραυματικό χωρισμό, μια τρανς έρχεται αντιμέτωπη με τα λάθη του παρελθόντος της, σε μια προσπάθεια να ανανεώσει τη θέλησή της για ζωή.

«Η Χρονιά με τα 13 Φεγγάρια» είναι η πιο προσωπική ταινία του Φασμπίντερ, η πιο σκοτεινή, η πιο απελπισμένη. Όχι μόνο γιατί ο ίδιος εκτέλεσε χρέη σκηνοθέτη, σεναριογράφου, παραγωγού, σκηνογράφου, μοντέρ, διευθυντή φωτογραφίας (ακόμα και ηθοποιού σε ένα μικρό πέρασμα).

Αλλά γιατί σε μια απέλπιδα προσπάθεια να ξορκίσει, όπως πάντα, τους πιο προσωπικούς του δαίμονες, μετουσιώνοντάς τους σε δημιουργία, η ταινία προέκυψε από την βαθύτερη ανάγκη του να αναζητήσει την εξιλέωση για την αυτοκτονία, μόλις λίγους μήνες πριν, του επί τρία χρόνια εραστή του, Άρμιν Μάιερ, ο οποίος αποφάσισε να δώσει τέλος στη ζωή του μέσα στο διαμέρισμα του Φασμπίντερ, όταν εκείνος του ανακοίνωσε το χωρισμό τους.

«Μπερλίν Αλεξάντερπλατς»

Για πολλούς η καλλιτεχνική κορωνίδα του σκηνοθέτη.

Κινηματογραφική ταινία ή τηλεοπτική σειρά; Μέχρι σήμερα οι ιστορικοί δεν έχουν καταλήξει σε ποιο είδος ανήκει το «Μπερλίν Αλεξάντερπλατς» (Berlin Alexanderplatz 1980). Όπως και να ‘χει, η μεταφορά του ομώνυμου μυθιστορήματος του Άλφρεντ Ντέμπλιν (1878-1957) από τον Γερμανό δημιουργό σε 14 επεισόδια διάρκειας 15 ωρών ανθολογείται στις μνημειώδεις παραγωγές του 20ού αιώνα.

Το «Μπερλίν Αλεξάντερπλατς» είναι ένα μωσαϊκό χαρακτήρων και ιστοριών βγαλμένων από τον υπόκοσμο του Βερολίνου στην ταραχώδη εποχή του μεσοπολέμου.

Στο επίκεντρο της πολυεπίπεδης αυτής ξενάγησης βρίσκεται ο Φραντς Μπίμπερκοπφ ένας τυπικός φασμπιντερικός αντι-ήρωας που αγωνίζεται μάταια να βρει το δρόμο του μέσα στην σκοτοδίνη μιας κοινωνίας που βαδίζει σταθερά προς το ναζισμό.

Σκοτεινός, σκληρός και βαθύτατα μελοδραματικός, ο Φασμπίντερ χτίζει το πορτρέτο ενός κλειστοφοβικού και καταπιεστικού κοινωνικού συνόλου που οδηγεί με ακρίβεια τα μέλη του στην εκμετάλλευση και συντριβή όλων αυτών που αγαπούν.

Γυρισμένο εξ ολοκλήρου με μια 16άρα κάμερα στην περίοδο 1979-1980, αποτελεί όνειρο ζωής του δημιουργού του και κορύφωση της δημιουργικής του πορείας. Με άλλα λόγια, είναι το αριστούργημα του.

«Χωρίς το «Μπερλίν Αλεξάντερπλατς» ο Φασμπίντερ θα ήταν ένας κορυφαίος δημιουργός χωρίς ένα κορυφαίο έργο», έγραψε ο κριτικός των Νιου Γιορκ Τάιμς, Βίνσεντ Κάνμπι το 1983, όταν προβλήθηκε για πρώτη φορά η σειρά στην τηλεόραση.

Ήταν η χρονιά που η ΕΡΤ πρόσφερε το ίδιο δώρο στους Έλληνες θεατές, καλλιεργώντας μια αμετακίνητη εβδομαδιαία συνήθεια. Κάθε σινεφίλ που σεβόταν τον εαυτό του, εκείνη την περίοδο, όφειλε να ξέρει αν ο μικροεγκληματίας Φραντς Μπίμπερκοφ σκοτώνει τελικά τη Μίτσε με την οποία είναι βαθιά ερωτευμένος ή όχι. Αν η κακή επιρροή του Ράινχολντ, του γκάνγκστερ με τα θλιμμένα μάτια, πάνω στον Μπίμπερκοφ, είναι η αιτία που διαλύεται η ζωή του.

Το πρόωρο τέλος

Ο Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ με τη μούσα του Χάνα Σιγκούλα

Ο Φασμπίντερ έζησε μια άστατη ζωή που πολλοί τη συγκρίνουν με αυτή του Παζολίνι. Η συμφιλίωση με τη σεξουαλική του ταυτότητα, η μοναχική και καταπιεσμένη ζωή ενός ομοφυλόφιλου άνδρα αλλά και η ροπή προς τα ναρκωτικά αποτέλεσαν προβλήματα αλλά και πολλές φορές πηγή έμπνευσης. Μια έμπνευση που ήταν ασίγαστη.

Οι ταινίες του είναι κατά μία έννοια αιχμηρά εργαλεία, αλλά αυτό που είναι πιο σημαντικό είναι ότι δίνει στις συνηθισμένες ψυχές τη φροντίδα και την προσοχή που τους αξίζουν. Ο Φασμπίντερ, όπως και ο Ντάγκλας Σερκ, που τον επηρέασε βαθιά, αγαπούσε πολύ τους ήρωες και τις ηρωίδες του.

Θέλω η σκηνοθεσία μου να έχει τέτοια απόσταση από τα πράγματα, ώστε να δίνει στον θεατή την ευκαιρία να ασχοληθεί μαζί τους», υποστήριζε

Ήταν ιδιοφυΐα όσον αφορά τον ρυθμό και σε κάθε ταινία του υπάρχουν κομμάτια τρομερής δύναμης και έντασης. Όλες οι ταινίες του έχουν μια τρυφερότητα, ακόμα κι όταν γίνονται σκληρές και προκλητικές.

Το έργο του είναι πλούσιο, σύνθετο και γεμάτο αντιφάσεις και δεν μοιάζει με κανένα άλλο στα χρονικά του παγκόσμιου κινηματογράφου. Κατόρθωσε να μεταμορφώσει τα ανοιχτά τραύματα της μεταπολεμικής Γερμανίας και ολόκληρης της Ευρώπης σε μερικές από τις πιο συνταρακτικές και ανθρώπινες κινηματογραφικές αφηγήσεις, να εισχωρήσει βαθιά στον ψυχισμό μιας χώρας και να ενώσει εκπληκτικά τη συλλογική Ιστορία με τις αφοπλιστικές ιστορίες μιας χούφτας απλών και καθημερινών ηρώων, έτσι απεγνωσμένα όπως ζητούν μια θέση σε έναν σκληρό και ελάχιστα φιλόξενο κόσμο.

Ο Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ έφυγε από τη ζωή, στις 10 Ιουνίου του 1982 σε ηλικία μόλις 37 χρονών από υπερβολική δόση κοκαΐνης και υπνωτικών χαπιών, αφήνοντας πίσω του ένα έργο πολυσχιδές, θαρραλέο και ολότελα μοντέρνο που παραμένει εν δυνάμει επίκαιρο.

Επιμέλεια: Θοδωρής Κουγιουμτζής

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Τζον Κασσαβέτης: Ο ανεξάρτητος σκηνοθέτης

Exit mobile version