Όλα Όσα Φανταζόμαστε ως Φως | Κριτική της ταινίας All We Imagine as Light Δραματική ταινία, ινδικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Παγιάλ Καπάντια, με τους Κάνι Κουσρούτι, Ντίβια Πράμπα, Τσχάγια Κάνταμ, Χρίντου Χαρούν, Αζίς Νεντουμάνγκατ κα.
Το διαμάντι όσο και να θες να το κρύψεις αυτό θα λάμψει και μαζί του θα δεις «όλα όσα φανταζόμαστε ως φως». Ο λόγος για το κινηματογραφικό διαμάντι της Παγιάλ Καπάντια, που προκλητικά αγνοήθηκε από την κριτική επιτροπή του φεστιβάλ των Καννών για τον Χρυσό Φοίνικα και η ινδική κυβέρνηση δεν την πρότεινε για το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας, για ευνόητους λόγους.
Η Καπάντια, σε αυτή τη δεύτερη ταινία της και πρώτη μυθοπλασίας, θα μας μαγέψει με τις εικόνες της, το θαυμαστό σενάριό της, τη λυρική αφηγηματική της δύναμη, την απλότητά της, βαδίζοντας με αυτοπεποίθηση στα χνάρια του μέγα Σατιατζίτ Ράι, αποδεικνύοντας για μια ακόμη φορά ότι αν έχουμε να περιμένουμε πραγματικά κάτι φρέσκο και ξεχωριστό από το σινεμά, αυτό θα έρθει από την Ανατολή. Ένα έργο που, ακόμη και οι μυημένοι, θα μείνουν έκπληκτοι από τη ματιά της νεαρής Ινδής σκηνοθέτιδας, την τόλμη της να αγνοήσει τα δυτικότροπα μοτίβα, τα κυρίαρχα ρεύματα της επιτυχίας, τη βιασύνη και τον εντυπωσιασμό, καταφέρνοντας να μας μεταφέρει σε έναν κόσμο καλύτερο, τη διατήρηση μίας ελπίδας που δεν είναι χαζοχαρούμενη, αλλά πηγάζει από τον στοχασμό, τον αυθεντικό ανθρωπισμό και τη συνύπαρξη του ρεαλιστικού με το μεταφυσικό.
Η τεράστια αγορά, άστατη, ρυπαρή και γεμάτη θλίψη έχει κλείσει, τα γραφεία σχόλασαν, εκατομμύρια άνθρωποι συνωθούνται στα μέσα μεταφοράς. Διαφορετικές φωνές στους πολυσύχναστους νυχτερινούς δρόμους του Μουμπάι, μεταφέρουν τα βάσανα και τα όνειρά τους στην ατμόσφαιρα ενός πολύβουου χάους, της μεγαλούπολης των 20 εκατομμυρίων κατοίκων. Και όταν ο θόρυβος κοπάσει, η κάμερα της Καπάντια θα σκύψει με τρυφερότητα πάνω σε τρεις γυναίκες, διαφορετικών γενεών, που εργάζονται σε ένα νοσοκομείο. Η εκπληκτική εκκίνηση της ταινίας θα δώσει μία γεύση του τι θα ακολουθήσει. Ένα φιλμ που θέλεις να πιεις μέχρι την τελευταία σταγόνα, άλλες φορές γουλιά γουλιά και άλλες μονορούφι.
Η Πράμπα, γύρω στα 45, δουλεύει ως νοσοκόμα σε ένα νοσοκομείο. Είναι εσωστρεφής, αξιοπρεπής, ευγενική, χωρίς να δίνει δικαιώματα, ούτε καν σε έναν ξενόφερτο γιατρό που μοιάζει να την έχει ερωτευθεί. Ο λόγος, στο ότι έχει παντρευτεί με προξενιό έναν άντρα που έφυγε για τη Γερμανία, υποσχόμενος ότι θα την καλέσει σύντομα κοντά του. Όμως, αυτό δεν συνέβη ποτέ και το ζευγάρι επικοινωνεί όλο και πιο λίγο, έχοντας αποξενωθεί. Η Πράμπα στο νοσοκομείο συνεργάζεται με τη νεαρή Ανού, μία νεότερη ατίθαση, παρορμητική και ερωτική κοπέλα που έχει σκανδαλίσει τους συναδέλφους της, καθώς βγαίνει ραντεβού, χωρίς να το κρύβει, με τον Σιάζ, που είναι μουσουλμάνος και καλό παλικαράκι. Η Πράμπα και η Ανού μοιράζονται το ίδιο διαμέρισμα, αλλά και όχι τις ίδιες πεποιθήσεις, καθώς η πρώτη θεωρεί την Ανού επιπόλαια και εγωίστρια και η δεύτερη την Πράμπα συντηρητική και συμβιβασμένη. Στην παρέα και η ηλικιωμένη γειτόνισσα Παρβάτι, που απειλείται με έξωση, μετά τον θάνατο του άντρα της. Όταν η Παρβάτι αποφασίσει να γυρίσει πίσω στο πατρικό της σπίτι, σε ένα παραθαλάσσιο χωριό, θα την ακολουθήσουν και οι δυο φίλες της, για να περάσουν μερικές ανέμελες μέρες μαζί. Μακριά από την πολύβουη μεγαλούπολη και γοητευμένες από την ομορφιά και την απλότητα της φύσης, οι τρεις γυναίκες θα σχεδιάσουν τη ζωή και το μέλλον τους.
Το φιλμ δεν είναι ένα μαχητικό φεμινιστικό μανιφέστο, που αναδεικνύει τα αδιέξοδα και την καταπίεση που αντιμετωπίζουν καθημερινά οι γυναίκες στην Ινδία και κυρίως, εκείνες των φτωχότερων τάξεων, που βάλλονται περισσότερο από το οικονομικό νεοκαπιταλιστικό σύστημα της τεράστιας αναπτυσσόμενης χώρας. Είναι ένα υπόκωφο εσωτερικό δράμα, εξετάζοντας πανανθρώπινα ζητήματα, με σαφήνεια και διακριτικότητα, μέσα από τα μικρά και καθημερινά και τις τρεις ηρωίδες του, που ερμηνεύουν υποδειγματικά οι πρωταγωνίστριες.
Μαγική ταινία και συνάμα μία απίστευτη μελέτη χαρακτήρων, που η φυσικότητά τους κλέβει καρδιές. Σκηνοθεσία που δίνει με την ακρίβειά της την αίσθηση ακριβούς χορογραφίας, διαλόγους που εντυπώνονται στη συνείδηση και σιωπές που συνταράσσουν. Η Καπαντία, που δείχνει μία απίστευτη σκηνοθετική δεξιοτεχνία και μία απίστευτη αφηγηματική χάρη, τόσο στη ρεαλιστική απεικόνιση του κόσμου που περιβάλλει τις τρεις γυναίκες, όσο και στο ονειρικό ταξίδι απελευθέρωσης από τα δεσμά τους, δημιουργεί μία σαγηνευτική ατμόσφαιρα, στα όρια του μυστικιστικού, με αποκορύφωμα την τρίτη πράξη και τη γλυκιά σπίθα ελπίδας του φινάλε.
Μία υπέροχη ταινία, από τις καλύτερες των τελευταίων χρόνων, για την οποία θα ήταν υπερήφανος και ο Σατιατζίτ Ράι, που θα έβλεπε ότι η κινηματογραφική του κληρονομιά αποτελεί ακόμη και σήμερα οδηγό για ένα σπουδαίο σινεμά, άξιο να συγκαταλέγεται ανάμεσα στις τέχνες.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η ιστορία τριών γυναικών, διαφορετικών γενεών, στη σύγχρονη Ινδία, που τις ενώνουν τα προβλήματα της μεγαλούπολης του Μουμπάι, της ζωής και της ανδροκρατούμενης κοινωνίας.
ΑΠΕ ΜΠΕ | Κριτική ταινίας: Χάρης Αναγνωστάκης
Διαβάστε όλα τα τελευταία νέα | Ενημερωθείτε