Gunnar Staalesen (Νορβηγός συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων)

Gunnar Staalesen (Νορβηγός συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων)

Ένας Νορβηγός συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων γίνεται ολοένα και πιο δημοφιλής στη χώρα μας. Με αφορμή την κυκλοφορία του τελευταίου του βιβλίου «Στο σκοτάδι όλοι οι λύκοι είναι γκρι» (εκδ. Πόλις) ο Gunnar Staalesenμιλά έδωσε συνέντευξη στην Γκέλυ Μαδεμλή και το περιοδικό CITY και μίλησε για το είδος που υπηρετεί και τη λογοτεχνική παράδοση της χώρας του.


Συστήσατε στους αναγνώστες τον ήρωα Βαργκ Βέουμ πριν από δύο δεκαετίες. Πώς εξελίχθηκε αυτός μέσα στο χρόνο;
Για την ακρίβεια, έχουν περάσει 32 χρόνια από τότε που κυκλοφόρησε ένα βιβλίο με ήρωα τον Βαργκ Βέουμ στη Νορβηγία. Είναι ένας ήρωας που μεγαλώνει ηλικιακά σε κάθε έργο μου και (ελπίζω) πως γίνεται και πιο ώριμος από το 1977. Τότε ήταν 34, 35 ετών. Στο τελευταίο μυθιστόρημα, που διαδραματίζεται το 1997, είναι 54, 55. Αλλά δεν είχα απόλυτη συνείδηση του ότι μεγαλώνει. Είναι κάτι που ήρθε φυσικά, ίσως ως εξέλιξη της δικής μου ενηλικίωσης.


Δεν είναι κουραστικό να δουλεύει κανείς με τον ίδιο χαρακτήρα για τόσα χρόνια;
Όχι, είναι μεγάλη απόλαυση. Νιώθω πολύ άνετα με τον Βαργκ Βέουμ και ελπίζω να γράψω περισσότερα βιβλία για αυτόν μέσα στα επόμενα χρόνια. Αλλά ας μην ξεχνάμε πως έχω γράψει πολλά ακόμη λογοτεχνικά έργα (θέατρο, βιβλία για παιδιά, μια συλλογή τριών τόμων με την ιστορία του εικοστού αιώνα). Αν δεν το έκανα αυτό, κατά πάσα πιθανότητα θα βαριόμουν.


Ποιά είναι τα χαρακτηριστικά τoυ είδους του αστυνομικού μυθιστορήματος που σας έχουν κάνει να το επιλέξετε ως σημείο αναφοράς σας;
Νομίζω ότι το σύγχρονο αστυνομικό μυθιστόρημα είναι ένας πολύ καλός τρόπος να πει κανείς μια ιστορία για την κοινωνία στην οποία ζούμε, για τον καιρό μας, τα προβλήματα και τις συγκρούσεις μας. Για μένα το «πατρόν» ενός τέτοιου μυθιστορήματος είναι μια μηχανή που με ταξιδεύει ανάμεσα στην ιστορία και η ανάμειξη της αφήγησης με το κύριο θέμα (που μένει λίγο πολύ στο φόντο της πλοκής) είναι πολύ ελκυστική για μένα.


Σε μια παλιότερη συνέντευξή σας έχετε δηλώσει πως το σύγχρονο αστυνομικό μυθιστόρημα στη Σκανδιναβία είναι πια ισοδύναμο με ένα κλασικό έπος. Πώς το αντιλαμβάνεστε αυτό;
Νομίζω πως στη Σκανδιναβία, τουλάχιστον, το «παλιομοδίτικο» στιλ των Μπαλζάκ, Ντίκενς, Ουγκό κτλ. έχει επιβιώσει στις σελίδες των βιβλίων αστυνομικής λογοτεχνίας. Πολλά δείγματα από τα υπόλοιπα λογοτεχνικά είδη είναι εσωστρεφή και αδυνατούν να αφηγθούν μια πραγματικά καλή ιστορία. Νομίζω πως η δημοτικότητα της αστυνομικής λογοτεχνίας, τόσο στις Σκανδιναβικές χώρες, όσο και στις υπόλοιπες χώρες και γλώσσες, βασίζεται στο εξής: στην παλιά, καλή ιστορία με αρχή, μέση και τέλος.


Δεν υπάρχει μια προκατάληψη για την αστυνομική λογοτεχνία στις μέρες μας; Δεν βρίσκετε πως αντιμετωπίζεται συχνά με όρους παραλογοτεχνίας;
Η αλήθεια είναι πως σε πολλές περιπτώσεις υπάρχουν προκαταλήψεις, αλλά εδώ στη Νορβηγία, και νομίζω πως το ίδιο συμβαίνει και στη Γαλλία, χώρα την οποία έχω επισκεφτεί πολλές φορές στο παρελθόν, υπάρχει ένας μεγάλος σεβασμός για το είδος. Ελπίζω να ισχύει το ίδιο και για την Ελλάδα.


Το πρώτο σας βιβλίο εκδόθηκε το 1969. Ποια είναι η πιο σημαντική αλλαγή που παρατηρήσατε όλα αυτά τα χρόνια στη γραφή σας;
Το πρώτο μου έργο ήταν μια ποιητική νουβέλα για τον έρωτα και τη νιότη, γραμμένη μερικώς με έναν πειραματικό τρόπο. Η μεγάλη αλλαγή στο γράψιμό μου έρχεται το 1975, όταν δημοσίευσα το πρώτο μου αστυνομικό μυθιστόρημα. Μετά από αυτό, δεν μπορώ να πω πως βλέπω μεγάλες αλλαγές στα δικά μου γραπτά, αλλά από την άλλη, αυτό δεν είναι κάτι εύκολο για να εντοπίσει ένας συγγραφέας! Καλύτερα να ρωτήσετε έναν κριτικό γι? αυτό!


Σε ό,τι αφορά το ύφος σας, μοιάζετε να προτιμάτε το μικροπερίοδο λόγο, που δίνει ένα γρήγορο ρυθμό στο κείμενο. Είναι για σας ένας φυσικός τρόπος να γράφετε; Ή είναι ένας υπαινιγμός για τον τρόπο με τον οποίο διαβάζουμε;
Δεν επικεντρώνομαι πολύ σε αυτό. Νομίζω πως είναι πιο φυσικό για ένα αστυνομικό μυθιστόρημα να αναπτύσσεται με αυτού του είδους το λόγο, είναι πιο αποτελεσματικό. Επιθυμώ να ακολουθήσω την παράδοση του Χέμινγουέι και των σκληροπυρηνικών Αμερικανών συγγραφέων, όπως ο Ντάσιελ Χάμετ, ο Ρέιμοντ Τσάντλερ και ο Ρος ΜακΝτόναλντ. Στην πρώτη μου νουβέλα ήμουν βαθιά επηρεασμένος από τον Κέρουακ, άρα άλλαξε και το στιλ γραφής μου, οι προτάσεις μου ήταν σίγουρα μακροσκελείς…


Πάντως, έχετε μεταφράσει κι εσείς ένα βιβλίο του Ρέιμοντ Τσάντλερ…
Πράγματι, μετέφρασα μια συλλογή διηγημάτων του, πριν από πολλά πολλά χρόνια. Δεν το διάλεξα εγώ, μου το πρότεινε ο εκδότης μου. Ο Τσάντλερ αποτέλεσε μεγάλη πηγή έμπνευσης για μένα και ο Βαργκ Βέουμ οπωσδήποτε έχει στοιχεία από τον ντετέκτιβ Μάρλοου, αλλά και από τον Λιου Άρτσερ του Ρος Μακ Ντόναλντ. Αυτό που μου αρέσει πιο πολύ στον Τσάντλερ είναι η γλώσσα του, το φλέγμα του, η σκοτεινή ποίηση. Και φυσικά, οι διάλογοι που γράφει. Ήταν ένας μεγάλος συγγραφέας, όλοι οι συγγραφείς του είδους τον αποκαλούμε «Σαίξπηρ της αστυνομικής λογοτεχνίας».


Το έργο σας έχει μεταφραστεί σε 12 διαφορετικές γλώσσες. Υπάρχει κάποια περιοχή του που δεν μπορεί να περάσει στο διεθνές κοινό, ως αποτέλεσμα της διαφοράς της κουλτούρας;
Θέλω να πιστεύω πως η καλή λογοτεχνία πάντα μπορεί να μεταφραστεί. Πάντα θα υπάρχουν μερικές πολιτισμικές ιδιαιτερότητες που θα δυσκολεύουν κάποιους αναγνώστες ανά την υφήλιο, αλλά αυτές μπορούν να αποσαφηνιστούν με ένα σημείωμα του μεταφραστή. Η μουσική της γλώσσας θα είναι αυτό που θα παραλλάσσεται. Αν κάποιος διαβάσει φωναχτά ένα βιβλίο μου, στα Αγγλικά, τα Γερμανικά, τα Ελληνικά, ο ήχος θα αλλάξει, αλλά θα επιβιώσουν -ελπίζω- το νόημα, το πνεύμα και η ποίηση του κειμένου.

Απασχολείστε μόνο ως συγγραφέας. Είναι εύκολο να το πετύχει κανείς αυτό σε μια χώρα όπως η Νορβηγία;
Όχι, δεν είναι εύκολο. Δούλευα στο γραφείο τύπου ενός νορβηγικού θεατρικού οργανισμού στο Μπέργκεν μέχρι τα 40 μου, γράφοντας στον ελεύθερό μου χρόνο, στα σαββατοκύριακα και τις διακοπές. Μέχρι τότε όμως, το 1987, τα βιβλία μου είχαν αρχίσει ήδη να πουλάνε στη Νορβηγία και τότε κατάλαβα πως μπορούσα να ζήσω από αυτό, και το τόλμησα. Αλλά αυτό είναι μια εξαίρεση.


Στην ιστοσελίδα σας, στο βιογραφικό σημείωμα που υπογράφετε ο ίδιος, δίνετε μεγάλη σημασία στην πόλη όπου μεγαλώσατε.
Πράγματι, ήμουν πολύ τυχερός που μεγάλωσα στο Μπέργκεν, σε μια από τις πιο ωραίες πόλεις της χώρας, ανάμεσα σε φιορδ και βουνά. Επίσης, είναι μια πολύ βροχερή πόλη. Αυτό την κάνει ένα εξαιρετικό μέρος για να τοποθετηθούν τα μυθιστορήματά μου. Έχει μια τυπική ατμόσφαιρα φιλμ νουάρ. Νομίζω πως για τους περισσότερους Νορβηγούς συγγραφείς το στοιχείο του φυσικού περιβάλλοντος είναι πολύ σημαντικό μέσα στο έργο τους. Ίσως γιατί ζούμε τόσο κοντά στη φύση. Ακόμα και σε μεγάλα αστικά κέντρα όπως στο Όσλο, μπορείς να συναντήσεις δάση και βουνά μέσα στα όρια της πόλης.


Στο τελευταίο φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, προβλήθηκε ένα πορτρέτο σας για την ελληνική τηλεόραση (σ.σ.: «Οι κεραίες της εποχής μας»). Το είδατε μετά την ολοκλήρωσή του;
Ναι, το είδα, και με εντυπωσίασε το γεγονός πως ανέβηκε εδώ ένα συνεργείο πέντε ατόμων για να μου πάρει συνέντευξη. Η εξήγηση που μου έδωσαν ήταν πως είχαν διαβάσει τα βιβλία μου και τους άρεσαν! Τόσο απλά!

Ακολουθήστε το cityportal.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις Διαβάστε για Συναυλίες, Σινεμά, Θέατρο, βιβλία, τέχνες, εκδρομές στην ατζέντα (ημερολόγιο) αλλά και όλα τα Τελευταία νέα από τη Θεσσαλονίκη, την Ελλάδα και τον Κόσμο, σήμερα, τώρα που συμβαίνουν.

 

Διαβάστε όλα τα τελευταία νέα | Ενημερωθείτε