Συνέντευξη του Δήμου Αβδελιώδη (Σκηνοθέτης της

Συνέντευξη του Δήμου Αβδελιώδη (Σκηνοθέτης της "Βαβυλωνίας")'

Έχει διασκευάσει και σκηνοθετήσει για το ΚΘΒΕ την πρώτη εκδοχή του έργου  «Βαβυλωνία» του Δημητρίου Κ. Βυζάντιου (που τυπώθηκε για πρώτη φορά στο Ναύπλιο το 1836) και επίσης έχει επιμεληθεί τον σκηνικό χώρο, τη χορογραφία και τους φωτισμούς της παράστασης. Διαβάστε τη συνέντευξη του Δήμου Αβδελιώδη στον Σωτήρη Ζήκο, αρχισυντάκτη του περιοδικού CITY.


Όπως την αντιλαμβάνεσαι εσύ, ποια είναι η υπόθεση αυτού του έργου;
Η «Βαβυλωνία» είναι ένα έργο που στηρίζεται σε ένα αρχετυπικό μύθο, που είναι η συνάθροιση μιας ομάδας ανθρώπων, είτε μικρής είτε μεγάλης, η οποία συναντάται κάτω από ένα γεγονός ενός ενθουσιασμού, μιας γιορτής ας πούμε. Μετά εξελίσσεται σε φαγητό και σε γλέντι, το γλέντι οδηγεί στην υπέρβαση των λογικών ορίων, άρα στον καυγά αμέσως μετά και ο καυγάς και η έριδα δίνει τη θέση της στην τιμωρία, και μετά την τιμωρία έρχεται η κάθαρση. Αν αυτόν τον σκελετό του μύθου τον τοποθετήσουμε πάνω στους ήρωες της «Βαβυλωνίας», στην οποία η ιστορία εξελίσσεται στο Ναύπλιο την ημέρα της απελευθέρωσης της Ελλάδας από τον οθωμανικό ζυγό, έχουμε μια ομάδα Ελλήνων, οι οποίοι έχουνε μια διαφορετική καταγωγή -τόσο τοπική όσο και γλωσσική- μεταξύ τους, που θέλουν να γιορτάσουν αυτό το γεγονός της απελευθέρωσης… Συναντιόνται το λοιπόν σε μια ταβέρνα εκείνης της εποχής, λοκάντα ας πούμε, και γίνεται αυτό το σενάριο που είπαμε προηγουμένως. Αυτό που είναι το ιδιαίτερο στίγμα αυτού του έργου είναι ότι η διαφορετικότητα της γλώσσας αντί να είναι το εμπόδιο για την επικοινωνία, γίνεται η αιτία για την ουσιωδέστερη επικοινωνία μεταξύ των ηρώων.


Το έργο έχει γραφτεί σε δύο εκδοχές. Εσύ ποια εκδοχή επέλεξες;
Συνήθως παίζεται η δεύτερη εκδοχή. Εγώ επέλεξα την πρώτη, γιατί η πρώτη έχει μέσα της έναν οίστρο, αυτό που λέγεται μανία, αυτό το πάθος δηλαδή από το οποίο βγαίνει κάτι με ορμή με την ματιά της πρώτης σύλληψης, και πιστεύω ότι ο Βυζάντιος έγραψε τη δεύτερη εκδοχή επειδή ήθελε να πειθαρχήσει, κατά κάποιον τρόπο, στα θεατρικά σχήματα εκείνης της εποχής που ανέβαζαν το έργο και έβρισκαν πάρα πολύ μεγάλες δυσκολίες στις αλλαγές των σκηνών, οι οποίες γινόταν με έναν κάθετο τρόπο στην πρώτη εκδοχή. Κι έτσι του συνέστησαν τότε κάποιους ρόλους να τους μεγαλώσει, κάποιους να μικρύνει, να αλλάξει τη δομή των σκηνών για μπορέσει να γίνει η θεατρική προσαρμογή καλύτερα. Αλλά αυτό κατάστρεψε, ας πούμε, τη δύναμη της πρώτης ματιάς. Είναι ένα φαινόμενο που έχει παρατηρηθεί και σε άλλα έργα.


Πάντως και στη δική σας παραγωγή κάνατε παρεμβάσεις…
Ναι, γιατί είναι ένα έργο που είναι ανοιχτό, σαν παρτιτούρα, που όταν πιάσεις τη μουσική του μπορείς να κάνεις μια διαφορετική ενορχήστρωση χωρίς να αλλάξει, ας πούμε, η ουσιώδης μελωδία του. Και μπορώ να πω ότι η διασκευή η οποία έγινε μέσα από τη διαδικασία των προβών ακολουθούσε πιστά το πνεύμα του Βυζάντιου. Δηλαδή ενώ γίνανε μεγάλες αλλαγές, αυτές δεν είναι κόντρα στο έργο αλλά ούτε είναι και υπερβολικές σε σχέση με το έργο.


Μπορείς να μου πεις κάποιο παράδειγμα μιας τέτοιας παρέμβασης;
Παραδείγματος χάριν, οι ανακρίσεις υποτίθεται ότι γίνονται στο ιδιαίτερο γραφείο της αστυνομίας κι εδώ έχω κάνει μια ενοποίηση των χώρων, δηλαδή η λοκάντα είναι και ο χώρος των ανακρίσεων, οπότε και δεν μπήκαν κάποιες επαναλήψεις των ίδιων πραγμάτων που λέγονται στη λοκάντα και μετά πάλι στο γραφείο των ανακρίσεων, αφού έχουν ακουστεί μια φορά. Ύστερα το τέλος συσπειρώθηκε πάρα πολύ, δηλαδή ο ρόλος του γιατρού έγινε ιατροδικαστής εδώ, για υπηρετήσει την ιδέα -η οποία υπάρχει στο έργο, με τον επτανήσιο αστυνόμο να εκπροσωπεί τη νέα εξουσία του κράτους- ότι την ίδια ημέρα της απελευθέρωσής τους από τον οθωμανικό ζυγό συλλαμβάνονται και μπαίνουν φυλακή, που σημαίνει πως φεύγουν από ένα ευρύ χώρο εξουσίας, μια αυτοκρατορία, και μπαίνουν σε έναν άλλον, πιο στενό, όπου είναι πολύ πιο κοντά το βλέμμα της εξουσίας πάνω τους. Έτσι ο γιατρός τώρα ως ιατροδικαστής γίνεται ένας κρατικός υπάλληλος, δηλαδή ένας φορέας της νέας κρατικής εξουσίας.


Ο Βυζάντιος λέει πως έγραψε αυτό το έργο για να δείξει την ανάγκη μια εθνικής παιδείας που θα έβρισκε έναν κοινό κώδικα επικοινωνίας, μια κοινή γλώσσα.
Αυτό έχει να κάνει με τη θέση του Βυζάντιου ως διανοούμενου, ως εγκυκλοπαιδιστή που ήταν ταγμένος στο καλό της πατρίδας και γι’ αυτό υπηρέτησε και την επανάσταση. Εκεί όμως που εστίασε τελικά στο έργο ήταν η διαφορετικότητα των ανθρώπων, στο ότι τα διαφορετικά χρώματα, η διαφορετική μουσική στη γλώσσα, αυτή είναι η ομορφιά της ζωής. Άρα το ποιητικό στοιχείο είναι το κυρίαρχο σε αυτήν τη σύνθεση που έκανε. Εγώ πάντως, λόγω ηλικίας και λόγω παραδοσιακής παιδείας, αρκετά από αυτά που ακούγονται στις διαφορετικές διαλέκτους στο έργο, τα πιάνω.

Οι νεότερες γενιές πώς θα επικοινωνήσουν όμως;
Επειδή η γλώσσα δεν είναι το εμπόδιο, όπως είπα πριν, αλλά η αιτία για να συναντηθούν οι άνθρωποι μεταξύ τους και να νιώσουν μεταξύ τους, πιστεύω πως δεν υπάρχει τέτοιο πρόβλημα.  Έχω ζήσει στιγμές θεάτρου στην επαρχία, όπου μικρά παιδιά μπορούν να καταλάβουν τον Παπαδιαμάντη, τον Βιζυηνό, μια γλώσσα δηλαδή που δεν μιλιέται και ούτε στα σχολεία διδάσκεται με τον τρόπο που θα έπρεπε, κι όμως επικοινωνούν… Το θέατρο έχει αυτήν την ιδιότητα, να μπορεί να αναπαριστάνει τη γλώσσα –με νόημα, οπότε ακόμα και κάτι το οποίο δεν μπορείς να το καταλάβεις άμεσα, μπορείς να το καταλάβεις έμμεσα. Διότι άλλο είναι να καταλαβαίνεις τα σημεία μιας γλώσσας και άλλο να καταλαβαίνεις τη σημασία, κι αυτό που μας ενδιαφέρει εμάς στο θέατρο είναι η σημασία.


Ένας από τους ήρωες του έργου είναι και Χιώτης, όπως εσύ. Σου ήταν οικεία η διάλεκτος που μιλά, από όσα θυμάσαι από τους παλαιότερους;
Η χιώτικη ντοπιολαλιά, όπως και όλες οι ντοπιολαλιές, είναι πολύπλοκες… Κάθε χωριό σχεδόν, κάθε τοπικός σχηματισμός, έχει τη δική του ιδιαιτερότητα. Δεν μπορεί να υποταχτεί σε έναν τρόπο. Κι αυτός είναι ο πλούτος και η χαρά της ζωής, που υπήρχε παλιότερα, ότι οι άνθρωποι είχαν αυτήν την ελευθερία να κατασκευάζουν τη γλώσσα -χωρίς να το γνωρίζουν βέβαια-, εξυπηρετώντας τις πρακτικές ανάγκες της ζωής. Κάτι το οποίο το έχουμε απωλέσει σήμερα, η γλώσσα δηλαδή μόνο από τους ποιητές και όσους ασχολούνται επί τούτου με αυτήν, παράγει καινούριο λόγο.


Θεωρείσαι σήμερα ως καλλιτέχνης, ο καταλληλότερος για να αναδείξει σημαντικές στιγμές της λογοτεχνικής και θεατρικής μας παράδοσης. Πώς σου φαίνεται αυτό;
Είναι κάτι που δεν μπορώ να κατανοήσω πώς ακριβώς το εννοούν οι άλλοι… Εγώ δεν ασχολούμαι με την παράδοση επειδή είμαι νοσταλγός της παράδοσης, ή με ενδιαφέρει σαν ένα είδος φυγής μέσα στην ασφάλεια της παράδοσης, αλλά με ενδιαφέρει μόνο για το λόγο ότι είναι ένα θησαυροφυλάκιο το οποίο αν δεν το χρησιμοποιήσεις, δεν μπορείς να πας παρακάτω. Είναι χρηστικός δηλαδή ο λόγος για τον οποίο πρέπει να χρησιμοποιούμε την παράδοση, γιατί είναι αποθησαυρισμένος εκεί όλος ο πνευματικός πλούτος άλλων εποχών, που έχει πάρει μια μορφή είτε σαν γλώσσα είτε σαν ζωγραφική είτε σαν λαϊκή τέχνη, άρα μπορεί να γίνει το οπλοστάσιο με το οποίο μπορούμε να διδαχτούμε πώς να συλλάβουμε το σημερινό πράγμα και να του δώσουμε καινούρια μορφή. Διαφορετικά η παράδοση είναι φολκλόρ και γραφικότητα, ένα μουσειακό απολίθωμα που δεν θα με ενδιέφερε ποτέ.


info:
«Βαβυλωνία» του Δημητρίου Κ. Βυζάντιου
στο Βασιλικό Θέατρο 

Ακολουθήστε το cityportal.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις Διαβάστε για Συναυλίες, Σινεμά, Θέατρο, βιβλία, τέχνες, εκδρομές στην ατζέντα (ημερολόγιο) αλλά και όλα τα Τελευταία νέα από τη Θεσσαλονίκη, την Ελλάδα και τον Κόσμο, σήμερα, τώρα που συμβαίνουν.

 

Διαβάστε όλα τα τελευταία νέα | Ενημερωθείτε