Θεατρική ομάδα Βlitz theatre group (performance «Γαλαξίας»)

Θεατρική ομάδα Βlitz theatre group (performance «Γαλαξίας»)

Στην πρώτη της επίσκεψη στη Θεσσαλονίκη, η αθηναϊκή ομάδα μάς γυρίζει στο δικό της ΓΑΛΑΞΙΑ, όχι με ωτοστόπ, αλλά με μια τετράωρη performance στην οποία οι θεατές μπορούν να μπαινοβγαίνουν κατά βούληση, στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, στις 8 και 9 Οκτωβρίου.

Συνέντευξη στο περιοδικό CITY.

Ανοίγοντας χτες ένα βιβλίο (του Ray Bradbury) το βλέμμα μου έπεσε συμπτωματικά στη λέξη blitzkrieg («μια μέρα, προσπαθώντας να βρει τις κατάλληλες λέξεις, έκανε λόγο για τη θεραπεία-σοκ πρώτης γραμμής»). Μού φάνηκε παράξενη σύμπτωση… Πότε και πώς διαλέξατε το όνομά σας; Πού αναφέρεται; Στη θεραπεία-σοκ; Στην επίθεση των γερμανικών αεροπλάνων στο Λονδίνο; Σε μια παρτίδα σκάκι; Σε όλα τα παραπάνω;
Διαλέξαμε το όνομά μας γύρω στο 2005. Η άμεση αναφορά μας ήταν η αιφνίδια αεροπορική επίθεση που εξαπέλυσε η χιτλερική Γερμανία εναντίον της Μ.Βρετανίας (blitzkrieg). Είχαμε επίσως υπόψην το club που φιλοξενούσε το Νεο-Ρομαντικό ρεύμα στη μουσική σκηνή της Αγγλίας. Είχαμε την αίσθηση ότι το όνομα αντανακλούσε την επιθετική στάση που είχαμε και έχουμε απέναντι στα πράγματα καθώς και την ορμή του Νέου που θέλουμε να έχουν οι παραστάσεις μας.

Στο «Γαλαξία» δίνετε φωνή σε ανθρώπους που έχουν πεθάνει, σε στοιχεία της καθημερινότητας που έχουν παρέλθει σε αχρηστία, σε νεκρές ιδεολογίες και σκέψεις. Πώς δουλέψατε τα κείμενα; Ο κάθε ηθοποιός μιλά για κάτι / κάποιον που έπαιξε ιδιαίτερο ρόλο και στην προσωπική ζωή του;
Στον ΓΑΛΑΞΙΑ δουλέψαμε με τελείως διαφορετικό τρόπο σε σχέση με τις προηγούμενες παραγωγές. Πρώτον, το κείμενο δεν είναι σταθερό. Τόσο τα ίδια τα υλικά όσο και η διαδοχή τους συντίθενται τη στιγμή της παράστασης από τους ηθοποιούς. Αυτό δεν σημαίνει ότι κάθε παράσταση είναι εντελώς διαφορετική από την προηγούμενη. Αρκετά από τα κείμενα έρχονται και επανέρχονται κάθε βράδυ αλλά τόσο ο χειρισμός τους από τους ηθοποιούς (στη διατύπωση, στο πόσο μακροσκελή ή όχι είναι, στο ύφος τους) όσο και η θέση τους μέσα στην παράσταση είναι διαφορετική. Αυτό που κάναμε κατά τη διάρκεια των προβών ήταν να χαράξουμε μερικές κατευθυντήριες γραμμές σε σχέση με τον ρυθμό και το ύφος των κειμένων. Σκηνοθεσία υπάρχει αλλά όχι με την παραδοσιακή έννοια. Περισσότερο έχουμε την αίσθηση ότι οι πρόβες ήταν ό,τι οι προπονήσεις στο ποδόσφαιρο. Συζητήσαμε τις τακτικές, τη ρυθμολογία, τα δυνατά και αδύνατα σημεία του κάθε performer, καταλήξαμε σε κάποιους κανόνες αλλά το τελικό αποτέλεσμα το αφήσαμε να διαμορφώνεται σε κάθε παράσταση εκ νέου. Ο κάθε ηθοποιός αφέθηκε να κινηθεί με τελείως προσωπικά κριτήρια στην επιλογή των κειμένων. Μιλάει για δικούς του νεκρούς (φίλους, συγγενείς, αγαπημένα πρόσωπα) αλλά και για πρόσωπα και πράγματα από την Ιστορία που, για κάποιο λόγο, του κάνουν εντύπωση, τα θαυμάζει, τα αγαπάει ή τα μισεί. Κατ? αυτή την έννοια, η επιλογή είναι προσωπική.

Πόσες Α4 δαπανούνται σε κάθε παράστασή σας; Έχετε μετρήσει; Έχουν σταθερό αριθμό και εμφανίζονται με την ίδια σειρά στην performance; Αυτοσχεδιάζει κανείς σας πάνω στο βασικό μοτίβο «ποιος είμαι, τί έκανα και τί μού λείπει»;
Περίπου 500. Ο αριθμός δεν είναι σταθερός αλλά κυμαίνεται πάνω-κάτω σ? αυτά τα επίπεδα. Όπως εξηγήσαμε και παραπάνω, η ποσότητα, η ποιότητα και η σειρά των υλικών είναι διαφορετική κάθε βράδυ. Ο ΓΑΛΑΞΙΑΣ είναι ένας 4-ωρος αυτοσχεδιασμός/παραλλαγές πάνω στο ίδιο θέμα, αλλά αυτοσχεδιασμός με σαφείς κανόνες.

Στο ίδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης» παρουσιάσατε τον « Γαλαξία» κάτω από το επίπεδο της Γης – στο δεύτερο υπόγειο, που είναι κι αυτό μια μορφή ενός κάτω κόσμου. Πώς θα αλλάξει το σκηνικό στη Θεσσαλονίκη; Σας επηρεάζει το περιβάλλον του Μουσείου -που είναι ένας χώρος εξ ορισμού «εκθεσιακός»;
Πολύ ενδιαφέρουσα η ανάγνωσή σου του χώρου στο Ιδρυμα Κακογιάννη. Ωστόσο, αυτό είναι μέρος του μοντάζ που κάνει ο θεατής στο μυαλό του.
 
Όταν βλέπουμε το Γαλαξία από τη Γη, γνωρίζουμε πως το 95% των αστέρων που βλέπουμε είναι ήδη νεκροί και βλέπουμε την αντανάκλασή τους. Ωστόσο ζούμε με αυτή τη σύμβαση και εξακολουθούμε να ασχολούμαστε με τ’ άστρα. Μπορεί κανείς να κάνει μια τέτοια αναλογία με το δικό σας «Γαλαξία»;
Ο κόσμος δεν ξεκίνησε όταν γεννηθήκαμε εμείς. Ζούμε μαζί όχι μόνο με τους σύγχρονούς μας αλλά και με όλους αυτούς που έχουν προυπάρξει. Ζούμε με ποιητές και συγγραφείς που έχουν πεθάνει γιατί τους σκεφτόμαστε οταν περπατάμε, μας οδηγούν, μας γεμίζουν με χαρά και μας παρηγορούν. Ζούμε με τους δικούς μας νεκρούς γιατί τους μιλάμε, ζούμε με νεκρούς ζωγράφους που βλέπουμε στον ύπνο μας το βράδυ, με λέξεις που δεν υπάρχουν πια γιατί τις ξεχάσαμε, με παλιές εκκλησίες και με διαλυμένα συγκροτήματα. Καθώς γερνάμε το σχέδιο των νεκρών και των ζωντανών γίνεται πιο περίπλοκο, παραφράζοντας (ξανά) τον T.S.Elliott.

Φαίνεται να σας απασχολεί πολύ η έννοια του τέλους: του κόσμου, της ιστορίας, του ανθρώπου, των μεγάλων αφηγήσεων. Δεν υπάρχει ποτέ τίποτα επικίνδυνο σε αυτή τη ρητορική του τέλους; (Και δεν σκέφτομαι απαραίτητα τον Φουκουγιάμα.)
Με τον Φουκουγιάμα διαφωνούμε πλήρως, η θέση του είναι αντιδραστική. Όσο οι άνθρωποι ζούνε, η Ιστορία δεν τελειώνει, όπως ούτε και οι ιδέες και οι ιδεολογίες. Ο Καπιταλισμός, όπως κάθε σύστημα, θα παρακμάσει και θα δώσει τη θέση του σε κάτι Νέο. Μακάρι να ζούμε όταν αυτό γίνει. Πράγματι, μας απασχολεί η έννοια του τέλους. Ωστόσο, αντιλαμβανόμαστε το τέλος ως δυναμικό σημείο και όχι ως όριο. Το τέλος ως η έναρξη του καινούριου. Σε πολλές παραστάσεις στρέφουμε το βλέμμα προς τα πίσω, όχι όμως με νοσταλγική διάθεση (ή όχι μόνο) παρά για να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε την πορεία των πραγμάτων μέχρι σήμερα, για να ερμηνεύσουμε το παρόν. Η ρητορική του τέλους είναι προβληματική όταν θρηνεί για παραδείσους που χάθηκαν, όταν νοσταλγεί τους «παλιούς καλούς καιρούς». Δεν έχουμε τέτοιες αυταπάτες. Η ζωή ήταν και είναι πάντα ένα δύσκολο στοίχημα, που είτε το κερδίζεις είτε το χάνεις.

Μπορεί κατ’ επέκταση να μιλήσει κανείς και για το τέλος του θεάτρου; Νομίζουμε ότι είναι υπερβολή, από την άλλη ποιός μπορεί να ξέρει πώς θα είναι ο κόσμος σε 200 χρόνια;
Το θέατρο σαν πρακτική επιβίωσε για 2500 χρόνια και τώρα πια κατέχει μια σημαντική θέση στο θεαματικό κόσμο. Δεν νομίζουμε ότι μπορούμε να μιλάμε για το τέλος του θεάτρου, όπως δεν μπορούμε να μιλάμε για το τέλος της μουσικής ή της ζωγραφικής. Πίσω από όλα αυτά, κρύβεται η ζωτική ανθρώπινη ανάγκη.

Παραμπιπτόντως, έχετε δει τη «Μελαγχολία» του Τρίερ;
Την έχουμε δει, ναι. Βρήκαμε πολύ ποιητικό το να συγκρούεται η Γη με έναν πλανήτη που έχει το όνομα Μελαγχολία. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Τρίερ είναι ένας από τους μεγαλύτερους εν ζωή κινηματογραφιστές. Ωστόσο, η ταινία του μας απογοήτευσε σε γενικές γραμμές.

Καθώς έβλεπα το «Cinemascope», αναρωτιόμουν και αν είχατε δει το «You, the living» του Roy Andersson, και μάλιστα εκείνη τη σκηνή όπου όλοι συνωστίζονται στο μπαρ γιατί έξω βρέχει καταρρακτωδώς… Τι σημασία έχει για σας ο διάλογος με άλλες μορφές τέχνης ή και η ενασχόληση με νέες τεχνολογίες;
Είσαι η μόνη που κατάλαβε την βασική μας επιρροή σε αυτό το έργο. Ναι, φυσικά το είδαμε (και αυτό και τα Τραγούδια από τον Δεύτερο Όροφο) και συζητάγαμε μέρες για τα μακρόσυρτα πλάνα του, για την διάρκεια που αφήνει τα πράγματα να υπάρξουν, για το πως μοντάρει, για την αισθητική του και για την δραματουργία του. Για όλους αυτούς τους ήρωες που είναι μακριά ο ένας από τον άλλον και ωστόσο συνυπάρχουν στον ίδιο χώρο. Για το ότι το τέλος θα έρθει όχι από έναν εξωγενή παράγοντα δίκην θείας τιμωρίας (από έναν κομήτη -βλ. Τρίερ- ή από μια θεομηνία) αλλά από την ανθρώπινη βλακεία και απάθεια. Ο διάλογος με άλλες μορφές τέχνης είναι για μας ζωτικής σημασίας. Νομίζουμε ότι η εποχή της εξειδίκευσης και περιχαράκωσης σε έναν τομέα έχει παρέλθει προ πολλού. Και είναι αλήθεια ότι οι αναφορές μας κατά τη διάρκεια που συνθέτουμε ένα έργο προέρχονται κατά συντριπτικό ποσοστό από τον κινηματογράφο, από video art, από τη μουσική παρά από το θέατρο. Σε σχέση με τις νέες τεχνολογίες, τις εντάσσουμε στα έργα μας στο βαθμό που είναι χρήσιμες προκειμένου η αφήγηση να είναι πιο αποτελεσματική, όπως στο CINEMASCOPE για παράδειγμα, με τη χρήση ασύρματων ακουστικών.

Στα έργα σας η σκηνή είναι ένας ρευστός χώρος όπου διαπραγματεύεστε τα όρια του δημόσιου και του ιδιωτικού: στην περίπτωση του «Γαλαξία» επιτρέπεται η ελεύθερη είσοδος και αποχώρηση των θεατών, με τους οποίους άλλωστε μοιράζεστε και κόκκινο κρασί. Στο «Σπίτι» προσκαλούσατε το κοινό σε πραγματικό χώρο διαμονής σας, ενώ στην «Κατερίνη ο κάθε ηθοποιός συναντά τον θεατή κατά μόνας, σε κλειστά δωμάτια. Αυτό όμως η ειδική σημασία που αποδίδετε στην οικειότητα δεν είναι κομμάτι του κόσμου που βλέπουμε σιγά σιγά να καταστρέφεται;
Σίγουρα οι οικογένειες που μεγαλώσαμε με τους δεκάδες θείους,θείες, ξαδέρφια που θυμίζαν γαλλικό μυθιστόρημα, πάνε περίπατο, παρόλα αυτά η οικειότητα δεν αφορά μόνο τον τρόπο με τον οποίο συναναστρέφονταν οι άνθρωποι παλιότερα, αλλά και όλους εμάς που η μοναξιά μας δίνει στα νεύρα. Η οικειότητα όταν συνοδεύεται από την ευγένεια αφαιρεί την καχυποψία, ακόμη και αν ζούμε «Ολομόναχοι μαζί» όπως λέει ο Κ.Κ.Ντουκ. Ταυτόχρονα, μας ενδιαφέρει οι θεατές των παραστάσεών μας να είναι περισσότερο αυτόπτες μάρτυρες παρά θεατές. Η οικειότητα που περιγράφεις, η μίξη ιδιωτικού και δημόσιου είναι ακόμα μια στρατηγική προς αυτή την κατεύθυνση. Συνεχίζουμε να πιστεύουμε ότι το θέατρο είναι ένας τόπος όπου συναντιούνται άνθρωποι και όχι ένας χώρος επιδειξης δεξιοτεχίας.

Νιώθετε ποτέ νοσταλγία, εκτός από την ανάγκη του να μιλήσετε για το τέλος; Πώς αξιολογείτε το νοσταλγικό συναίσθημα;
Η νοσταλγία παρά το γλυκό πόνο που κουβαλάει μπορεί να γίνει ένα επικίνδυνο πράγμα για τον άνθρωπο, πολλοί λίγοι καταφέρνουν να ισορροπήσουν ανάμεσα στον πραγματισμό του να ζεις την εποχή σου και στην ενατένιση της χαμένης ομορφιάς και στην απομάκρυνση από την πραγματικότητα που η νοσταλγία φέρει. Οι άνθρωποι θέλουν να ξαναζούν τους χαμένους παραδείσους του παρελθόντος που η μνήμη τους έχει ωραιοποιήσει. Δυστυχώς αυτό δεν αφήνει και εμάς απέξω, παρόλα αυτά, μισούμε την ακινητοποίηση στην οποία σε οδηγεί η νοσταλγία. Θα μπορούσε κανείς να πει οτι μας χαρακτηρίζει το νοσταλγικό συναίσθημα, σε όλες μας τις παραστάσεις μέχρι τωρα υπάρχει. Θεωρούμε όμως οτι δεν υπάρχει τίποτα πιο συναρπαστικό απο το παρόν, κι αν αυτή η πεποίθηση δεν διαποτίσει τις επόμενες παραστάσεις μας θα γίνουμε γραφικοί.

Στις παραστάσεις σας εμφανίζονται συχνά φιγούρες και μοτίβα της (δυτικής) μαζικής κουλτούρας. Τι είναι για σας το ποπ; Το δέχεστε ως προσδιορισμό για τη δουλειά σας;
Το ποπ είναι μέρος της κουλτούρας μέσα στην οποία γεννηθήκαμε και μεγαλώνουμε αλλά δεν θα λέγαμε οτι καθορίζει απόλυτα και καθολικά την δουλειά μας. Είναι επιδραστικό, είναι οικείο (για έναν τριαντάρη ο θάνατος του Michael Jackson ισοδυναμούσε με τον θάνατο ενός μακρινού θείου), είναι συχνά ρηχό αλλά είναι δείκτης της εποχής. Συχνά στις παραστάσεις μας, δίνουμε χώρο σε φιγούρες και μοτίβα της ποπ κουλτούρας με την διάθεση να παίξουμε με τα σημεία της εποχής. Να τα κρίνουμε, να τα ειρωνευτούμε ή να τα αποθεώσουμε. Από την άλλη, το ποπ είναι παρεξηγημένο. Ποπ είναι η Britney Spears και η Rihanna αλλά επίσης και οι Smiths για παράδειγμα, που έχουν γράψει μερικούς από τους ωραιότερους στίχους των τελευταίων δεκαετιών, ή οι Joy Division. Για μας είναι σημαντικό να επηρεαζόμαστε τόσο από την κριτική σκέψη του Benjamin ή τις ταινίες του Bergman όσο και από τον τελευταίο δίσκο του Robbie Williams. Σε κάθε άλλη περίπτωση, αφήνεις την εποχή να σε προσπεράσει και κλείνεσαι στο κλουβί του «καλλιτέχνη»… Παρόλα αυτά η Αγγελική λατρεύει τον Andy Warhol.

Στον κατάλογο που έχετε ετοιμάσει για τη δουλειά σας και διατίθεται στη σελίδα σας, αναφέρετε έναν στίχο του Τ.Σ. Έλιοτ: σε μετάφραση, «αυτός είναι ο τρόπος που τελειώνει ο κόσμος / όχι μ’ έναν πάταγο, αλλά μ’ έναν λυγμό». Ποιος είναι ο τρόπος σήμερα ώστε οι άνθρώποι να μη νιώθουν και να μη γίνονται «Κούφιοι»;
Αυτή είναι μια πραγματικά δύσκολη ερώτηση. Δύσκολη επειδή δεν την έχουμε απαντήσει οι ίδιοι (είναι πολλά τα πρωινά που ξυπνάμε, κοιταζόμαστε στον καθρέφτη και ξέρουμε ότι τα έχουμε κάνει όλα λάθος) και επειδή η απάντηση είναι αυστηρά προσωπική. Ίσως μια απάντηση να είναι η ανυπακοή και η μη συμμόρφωση με τους νόμους αυτής της εποχής. Ίσως ο μόνος τρόπος είναι να είναι δημιουργικοί και να κυνηγάνε τα όνειρα τους. Αλλά ειλικρινά δεν ξέρουμε.

Γεννηθήκατε ως ομάδα το 2004, μια χρονολογία ορόσημο για την Ελλάδα -ακόμα και για τους λάθος λόγους. Αν υποθέσουμε πως οι Blitz πέθαιναν αύριο, και κάποιος στον Γαλαξία έγραφε το όνομά σας σε μια Α4, τι θα έλεγε; Ποιοι ήταν οι Blitz και τι θα τους λείπει;
Είμαστε οι blitz, υπήρξαμε η καλύτερη και πιο θαραλέα θεατρική κολλεκτίβα στην Ελλάδα. Πεθάναμε γιατί σταματήσαμε να σεβόμαστε ο ένας τον άλλον και επειδή δεν είχαμε πια διάθεση να συνυπάρχουμε. Προσπαθήσαμε να μιλήσουμε για τον κόσμο μέσα στον οποίον ζήσαμε και να μεταδώσουμε ελευθερία. Μας λείπει η οδός Φαιδριάδων, η οδός Τρώων, η αγωνία, το πάθος και οι ώρες που γελούσαμε.
 
info:
«Γαλαξίας» στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης 
από την blitz theatre group,
8 & 9 Οκτωβρίου,

Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Εγνατίας 154,
Τ: 2310 240002

Ακολουθήστε το cityportal.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις Διαβάστε για Συναυλίες, Σινεμά, Θέατρο, βιβλία, τέχνες, εκδρομές στην ατζέντα (ημερολόγιο) αλλά και όλα τα Τελευταία νέα από τη Θεσσαλονίκη, την Ελλάδα και τον Κόσμο, σήμερα, τώρα που συμβαίνουν.

 

Διαβάστε όλα τα τελευταία νέα | Ενημερωθείτε